Tου ΒΑΣΙΛΗ ΛΙΟΣΗ*
Από την ημέρα εφαρμογής του πρώτου μνημονίου στην Ελλάδα ξεκίνησε μεταξύ άλλων μία συζήτηση σχετικά με το αν υπάρχει ελληνική ιδιαιτερότητα με βάση αυτά που βιώνει ο ελληνικός λαός. Η συζήτηση περί ελληνικής ιδιαιτερότητας δεν είναι καινούρια, αφού και σε όλες τις προηγούμενες δεκαετίες το θέμα απασχολούσε όχι μόνο τις κομμουνιστικές δυνάμεις, αλλά και τις μικροαστικές και αστικές. Πέντε χρόνια μετά την έναρξη της πιο άγριας αντιλαϊκής πολιτικής στην Ελλάδα, ανακύπτουν δύο βασικά ερωτήματα: α) αν όντως στην Ελλάδα βιώνουμε κάτι ιδιαίτερο και β) αν ναι ποιο είναι το πολιτικό επίδικο;
Κατ’ αρχάς είναι απαραίτητο να διευκρινίσουμε πως η ιδιαιτερότητα δε σημαίνει απαραίτητα και μοναδικότητα, αφού η ιδιαιτερότητα μπορεί να συναντάται σε ομάδα χωρών. Κατά δεύτερο, ποια είναι τακριτήρια προκειμένου κάποιος να αποφανθεί ότι τίθεται ζήτημα ιδιαιτερότητας; Θεωρούμε πως τα κριτήρια είναι οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά αλλά και το πλήθος των νέων ή λιγότερο νέων φαινομένων που παρουσιάζονται σε μία χώρα.
Η γερμανική και ευρωενωσιακή πλευρά γνώριζαν άριστα πως όλο αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο εξυπηρετούσε μια οικονομική, πολιτική και ιδεολογική στόχευση: τη νεοαποικιοκρατική πολιτική τους έναντι της Ελλάδας και τη νομιμοποίηση στον ελληνικό λαό της άσκησης μιας ανάλγητης πολιτικής που θα ξεζούμιζε (και τελικά ξεζούμισε) την ελληνική εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα αλλά και θα έβαζε στο χέρι τον ελληνικό δημόσιο πλούτο.
Όλη αυτή η μυθολογία έχει απαντηθεί απολύτως πειστικά και δε θα σταθούμε σε αυτό. Να θυμίσουμε απλώς πως όσον αφορά στο ποσοστό των εργαζομένων που εργάζονται στο δημόσιο τομέα επί του συνόλου του εργατικού δυναμικού η Ελλάδα βρίσκεται στο μέσο όρο των χωρών της Ευρώπης, σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας. Το ίδιο ισχύει και για τις δαπάνες της γενικής κυβέρνησης στις χώρες της ΕΕ. Επομένως τα μυθεύματα της γερμανικής πλευράς αλλά και των εγχώριων εκφραστών της δε συνιστούν καμία ελληνική ιδιαιτερότητα, όπως την εννοούν αυτοί. Στα στοιχεία που θα ακολουθήσουν θα επιχειρήσουμε να αποδείξουμε πως ελληνική ιδιαιτερότητα υπάρχει αλλά με ένα εντελώς διαφορετικό τρόπο από αυτόν που ισχυρίζεται το ελληνικό και ευρωπαϊκό κατεστημένο.
ΟΙ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑΣ
Το ΑΕΠ είναι ένας από τους πλέον χαρακτηριστικούς δείκτες της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ οι απώλειες του ΑΕΠ την περίοδο 2010 – 2013 έφτασαν τα 40 δισ. ευρώ ή διαφορετικά το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 22%, νούμερο πρωτοφανές για τα παγκόσμια δεδομένα.
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας έφτασε στο 176% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Το δημόσιο χρέος στην ευρωζώνη διαμορφώθηκε, κατά μέσο όρο, στο 92,1% του ΑΕΠ ενώ στην "ΕΕ των 28"το δημόσιο χρέος έφτασε το 86,6% του ΑΕΠ, πράγμα που σημαίνει ότι για την Ελλάδα δεν είναι απλώς εξαιρετικά υψηλό, αλλά το υψηλότερο (ακολουθούν η Ιταλία (131,8%), η Πορτογαλία (131,4%) και ηΙρλανδία (114,8%)).Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε το ύψος από το οποίο ξεκίνησε το χρέος το 2009 κατά το οποίο ήταν το 123% του ΑΕΠ.
Όσον αφορά στην ανεργία το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι προσεγγίζει το 30% και στη νεολαία το αδιανόητο 60%, αλλά το γεγονός ότι στην πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερη αφού κατά χιλιάδες έχουν φύγει οι Έλληνες στο εξωτερικό, ενώ ως εργαζόμενος λογίζεται ακόμη κι αυτός που δουλεύει μια ώρα την εβδομάδα. Επίσης, έχει υπολογιστεί ότι για την κάλυψη 1.000.000 θέσεων εργασίας θα χρειαστούν 20 χρόνια και ανάπτυξη σε ετήσια βάση της τάξης του 3-4%.
Άκρως εντυπωσιακό είναι το στοιχείο με βάση το οποίο η Ελλάδα ανήκει στις 10 χώρες στον κόσμο με την υψηλότερη ανεργία. Οι υπόλοιπες χώρες είναι η Βοσνία Ερζεγοβίνη, η Γουαδελούπη, το Λεσότο, η Μαυριτανία, η Μοζαμβίκη, η Σερβία, η Ισπανία, η ΠΓΔΜ, η Παλαιστίνη και η Σουαζιλάνδη. Το γεγονός ότιχώρες με πολύ χαμηλή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων βρίσκονται στην πρώτη δεκάδα μαζί με την Ελλάδα, υπογραμμίζει πέρα από κάθε αμφιβολία την ιδιαιτερότητα της ελληνικής περίπτωσης.
Η διαρροή εργατικού κι επιστημονικού δυναμικού είναι ακόμη μία πολύ σημαντική παράμετρος της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Σύμφωνα με έρευνα του πανεπιστημίου Μακεδονίας τα χρόνια της κρίσης έχουν φύγει μέχρι και 140.000 νέοι επιστήμονες, όχι γιατί υπάρχει υπερπροσφορά, αλλά γιατί δεν υπάρχει ζήτηση στην Ελλάδα, ενώ οι μισθοί είναι εξευτελιστικοί. Έτσι, η «ιμπεριαλιστική» Ελλάδα αφού μορφώνει νέους ανθρώπους κι αφού ξοδεύονται χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή από τον ιδρώτα του ελληνικού λαού για αυτήν ακριβώς τη μόρφωση, τους στέλνει «πακέτο» σε άλλες χώρες, οι οποίες δεν έχουν ξοδέψει ούτε ένα ευρώ για αυτούς. Έτσι, αν υποθέσουμε πως μια κυβέρνηση ξεκινούσε ένα πρόγραμμα ανασύνταξης της ελληνικής οικονομίας, θα έβρισκε μπροστά της σοβαρά εμπόδια, ελλείψει του κατάλληλου επιστημονικού δυναμικού, που στο μεταξύ θα εργαζόταν σε άλλες χώρες με ικανοποιητικά εισοδήματα.
Για να καταλάβουμε πόσο σοβαρό είναι αυτό το ζήτημα, αρκεί να πούμε πως το 3% των κορυφαίων επιστημόνων παγκοσμίως είναι Έλληνες ενώ ο πληθυσμός της Ελλάδας είναι μόλις το 0,20% του παγκόσμιου πληθυσμού. Παράλληλα, το 85% των κορυφαίων Ελλήνων επιστημόνων ζει κι εργάζεται στο εξωτερικό.
Όπως καταγράφεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, μέσα σε μόλις έναν χρόνο οι υπήκοοι χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης που ζουν στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 164.959 άτομα. Το 2011 οι καταγεγραμμένοι ήταν 817.860 και το 2012 περιορίστηκαν σε 650.825. Οι περισσότεροι από αυτούς που έφυγαν είναι υπήκοοι Αλβανίας. Παρατηρήθηκε ακόμη μια πολύ μεγάλη μείωση της τάξεως των 30 δισεκατομμυρίων ευρώ από τους τραπεζικούς λογαριασμούς των κατοίκων εκτός ζώνης του ευρώ, από το 2010 έως το 2014.
Σύμφωνα με έρευνα του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ), οι Έλληνες είναι ο λαός που δουλεύει περισσότερο στην Ευρώπη με 42 ώρες την εβδομάδα κατά μέσο όρο. Στις επόμενες θέσεις βρίσκονται επίσης λαοί του ευρωπαϊκού Νότου, ενώ πολύ λιγότερες ώρες δουλεύουν οι λαοί του αναπτυγμένου Βορρά, όπως οι Ολλανδοί με 30 ώρες την εβδομάδα.
Η μείωση των μισθών επέδρασε όπως είναι φυσικό και στην αγοραστική δύναμη των εργαζομένων. Ηαγοραστική δύναμη κατά την περίοδο 2010-2013 μειώθηκε σωρευτικά κατά 37,2%. Επομένως, ο μέσος μισθωτός, πριν φορολογηθεί το εισόδημά του, έχει απολέσει περίπου το ¼ της αγοραστικής δύναμης που είχε το 2009, ενώ οι μισθωτοί έχουν απολέσει εξαιτίας και της υψηλής ανεργίας κατά τι περισσότερο από το 1/3 της αγοραστικής τους δύναμης. Τελικά το 2014 οι εργαζόμενοι υπολογίζεται ότι απώλεσαν το 50% της αγοραστικής δύναμης που είχαν το 2009! Ταυτόχρονα από τη συνθήκη του Μάαστριχτ κι έπειτα κάθε Έλληνας έχει πληρώσει 77.000 ευρώ για την αποπληρωμή των δανείων!
Την παράλογη ανισότητα της εφαρμογής των μέτρων προς αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα καταδεικνύει έρευνα του Ιδρύματος HansBöckler. Οι αριθμοί δείχνουν ότι το χάσμα είναι αγεφύρωτο, με τους φτωχότερους Έλληνες να έχουν επιβαρυνθεί φορολογικά στα χρόνια της κρίσης κατά 337% ενώ οι εύποροι κατά 9%.
Μια διαφορετική έρευνα για τις αυτοκτονίες στην Ελλάδα, με χρήση στατιστικών στοιχείων και οικονομικών δεικτών, πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο του Portsmouth, ισχυριζόμενο ότι εντόπισε έναν συσχετισμό μεταξύ των αυτοκτονιών αντρών στην Ελλάδα και της μείωσης των δαπανών. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία κάθε πτώση της τάξης του 1% στις κρατικές δαπάνες στην Ελλάδα, οδηγεί σε αύξηση των αντρικών αυτοκτονιών κατά 0,43%. Κατόπιν επεξεργασίας πιθανών άλλων αιτιών αυτοκτονίας, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι 551 άντρες αυτοκτόνησαν εξαιτίας τις λιτότητας από το 2009 ως το 2010.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΕΤΑ ΚΡΙΣΗ ΠΕΡΙΟΔΟ;
Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι ένα κατηγορηματικό όχι. Η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας μετά τη λήξη του Β’ παγκοσμίου πολέμου έγκειται στον εξαρτημένο χαρακτήρα της οικονομίας της από τις ιμπεριαλιστικές χώρες. Η Ελλάδα υστερούσε και υστερεί στον τομέα της βαριάς βιομηχανίας, της παραγωγής μέσων παραγωγής και νέων τεχνολογιών, στην έρευνα, στο εμπορικό ισοζύγιο.Αλλά και στο πολιτικό επίπεδο η Ελλάδα παρουσίασε ιδιαιτερότητες. Ήταν από τις ελάχιστες χώρες στην ευρωπαϊκή επικράτεια στην οποία σημειώθηκε εμφύλιος πόλεμος, υπήρξαν μαζικές πολιτικές δολοφονίες (κομμουνιστών και δημοκρατών), επιβλήθηκε καθεστώς χούντας, εγκαταστάθηκαν ξένες στρατιωτικές βάσεις. Η πρόσδεση της Ελλάδας στο άρμα της ΕΟΚ/ΕΕ ενέτεινε αυτές τις οικονομικές και πολιτικές ιδιαιτερότητες. Η Ελλάδα γνώρισε ένα καθεστώς οικονομικής, πολιτικής, στρατιωτικής, διπλωματικής και διατροφικής εξάρτησης. Η κρίση ήταν αυτή που όλες τις πλευρές της εξάρτησης τις διόγκωσε και τις έκανε να φανούν σε υπερβολικό βαθμό.
Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
Η κρίση έφερε στην επιφάνεια ξανά παλιές θεωρητικές διαμάχες σχετικά με το χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού και την τακτική και στρατηγική που απορρέουν από αυτόν. Το σημερινό ΚΚΕαπεμπολώντας την ιστορία του και τις ιδελογικές καταβολές του, παρά τις οφθαλμοφανείς ιδιαιτερότητες που περιγράψαμε αποφάσισε να κάνει ένα άλμα λογικής και να κατακεραυνώνει όποιον μίλαγε για ελληνική ιδιαιτερότητα. Για την ηγεσία του ΚΚΕ η καπιταλιστική κρίση που ενέσκηψε στην Ελλάδα ήταναπλώς ένα μέρος της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ δε δίστασε να μιλήσει για αυτές τις ιδιαιτερότητες αλλά μιλούσε μόνο για αυτές, άφησε στην άκρη τη μαρξική ανάλυση για την κρίση τη μόνη ανάλυση που με επιστημονικό τρόπο ερμηνεύει τις κρίσεις, υιοθέτησε τα φληναφήματα περί καζινοκαπιταλισμού και κατέθεσε ένα ουτοπικό νεοκεϋνσιανό σχέδιο. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έστω και δειλά αποφάσισε να μιλήσει για την ελληνική ιδιαιτερότητα, αλλά ο λόγος της είτε δεν ήταν ενιαίος από τις δυνάμεις που την απαρτίζουν, είτε ήταν αντιφατικός και ανολοκλήρωτος.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΥΣΗ
Θα μπορούσε κάποιος να αντιτείνει σε όλα αυτά το εξής σκεπτικό. Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα στην οποία συμβαίνουν όλα τα παραπάνω. Και η Ιταλία για παράδειγμα έχει υψηλότατο χρέος και σε άλλες χώρες εφαρμόστηκαν μνημόνια, ακόμη κι αν δεν ονομάστηκαν έτσι. Όλα αυτά είναι αλήθεια, μόνο που είναι η μισή αλήθεια και ως γνωστό η μισή αλήθεια είναι ένα ολόκληρο ψέμα. Και πρόκειται για τημισή αλήθεια γιατί δε λαμβάνονται υπόψη τρία βασικά ζητήματα:
α) Όλοι αυτοί οι δείκτες που δείχνουν τον καταποντισμό της ελληνικής οικονομίας και την κατάσταση των λαϊκών μαζών στην Ελλάδα –το τονίζουμε όλοι μαζί– δεν υπάρχουν σε καμία άλλη χώρα. Ποια άλλη χώρα παρουσιάζει ταυτόχρονα τέτοια πτώση του ΑΕΠ, τέτοια ανεργία, τέτοιο χρέος και τέτοια αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος;
β) Οι πολιτικές παρεμβάσεις που έγιναν στην Ελλάδα δεν έχουν γίνει πουθενά αλλού τόσο χυδαία και με τέτοιο ρυθμό κι ένταση. Ας θυμηθούμε τα δημοσιεύματα του γερμανικού τύπου για παραχώρηση των ελληνικών νησιών και της Ακρόπολης, τις δηλώσεις Γερμανών αξιωματούχων για την ανάγκη απώλειας της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας, τους όρους με τους οποίους υπογράφηκαν οι δανειακές συμβάσεις(απεμπόληση της ασυλίας που πηγάζει από την εθνική ανεξαρτησία), τις παραινέσεις για μη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στο Γ. Παπανδρέου, τα «forget it Giannis», τη δυσαρέσκεια των Ευρωπαίων που ο ΣΥΡΙΖΑ δε συμμάχησε με το γερμανόδουλο Ποτάμι, την τρόικα να αλωνίζει στα ελληνικά υπουργεία(από ότι φαίνεται θα συνεχίσει να κάνει την ίδια δουλειά μεταμφιεσμένη με την επωνυμία «θεσμοί») κ.λπ.
γ) Ο πολιτικός χάρτης άλλαξε με τόσο εντυπωσιακό τρόπο στην Ελλάδα όσο σε καμία άλλη χώρα. Ο παλιός δικομματισμός του 85% έφτασε στο 32%, ένα κόμμα που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερό κέρδισε τις εκλογές, ενώ οι νεοναζί έφτασαν να είναι τρίτο κόμμα.
Όλα τα παραπάνω σημαίνουν λοιπόν ότι η Ελλάδα είναι ο αδύναμος κρίκος (σύμφωνα με το λενινιστικό σκεπτικό) αυτή την περίοδο στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Τι σημαίνει αυτό; Πως με δεδομένες τις συνθήκες ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης, οι αντιθέσεις οξύνονται και πως σε κάποια ή κάποιες χώρες, αναφύονται ή ενδυναμώνουν όλες εκείνες οι προϋποθέσεις για το ξέσπασμα μια κοινωνικής επανάστασης.
Ωστόσο προς αποφυγή μηχανιστικών θεωρητικών σχημάτων απαιτούνται δυο διευκρινίσεις: μιλάμε για τη δυνατότητα αυτού του ξεσπάσματος (όχι για βεβαιότητα) ενώ το τυχόν ξέσπασμα δε σημαίνει κι επιτυχή έκβασή της. Η επαναστατική κατάσταση δε εμφυτεύεται στις συνειδήσεις, αλλά προκύπτει αντικειμενικά. Αυτό που οφείλει ο υποκειμενικός παράγοντας να κάνει είναι να επιταχύνει τις διαδικασίες, να δράσει έτσι ώστε να αποκτήσουν πλατύτητα και βάθος. Τέλος, θα πρέπει να βρει τησωστή τακτική και τα σωστά αιτήματα και την κατάλληλη στιγμή που κρίνεται το «ποιος ποιον» να παρέμβει και να καθοδηγήσει την εργατική τάξη και τις μάζες στην τελική έφοδο.
Η ελληνική ιδιαιτερότητα, σήμερα, επιτάσσει την προβολή ταξικών και εθνικοανεξαρτησιακών αιτημάτων. Δυστυχώς, κάποιες δυνάμεις κάνουν μόνο το πρώτο και κάποιες άλλες μόνο το δεύτερο. Το αποτέλεσμα είναι να έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο ιστορικό κενό. Το ζητούμενο είναι πλέον η κάλυψή του.
* Πηγή:kordatos.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.