Του ΘΑΝΑΣΗ ΚΑΡΤΕΡΟΥ*
Η Ελλάδα πρέπει να πάρει τις αποφάσεις της. Η Ελλάδα πρέπει να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις της. Η Ελλάδα πρέπει να δει κατάματα την αλήθεια ότι η παραμονή στο ευρώ δεν είναι ταμπού αλλά συνειδητή επιλογή που συνεπάγεται κόστος. Υπάρχει κόπωση στις σχέσεις Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, υπάρχει η αίσθηση ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν ολοκληρώσει το έργο τους και ότι η Ελλάδα δεν κάνει αρκετά.
Αυτά μεταξύ άλλων είπε η δικιά μας Μαρία Δαμανάκη μιλώντας στο ραδιόφωνο του Σκάι. Και εντυπωσίασε πολλούς, όχι τόσο με τις απόψεις της, τις οποίες έχουμε ακούσει και ξανακούσει από πιο αυθεντικούς εκπροσώπους αυτής της σχολής σκέψης, όπως η Μέρκελ για παράδειγμα, αλλά με την ταχύτητα που επέδειξε στην πλήρη αφομοίωση της σύγχρονης ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής κουλτούρας. Για να μας αφήσει άφωνους όταν εκφώνησε όχι μια, ούτε δυο, αλλά τρεις φορές κατά τη διάρκεια της σχετικής συνέντευξης, το άκρως ευρωπαϊκό διά ταύτα της: Πρέπει να μειωθεί το μισθολογικό κόστος στον ιδιωτικό τομέα. Στην Ελλάδα!
Και γιατί άφωνους; Μα γιατί όταν δεν είσαι κόρη πάστορος, ούτε ιδεολογικό τέκνο της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας, ούτε ανεψιά τραπεζίτη, αλλά έχεις αντίθετα γαλουχηθεί με τις ιδέες του κομμουνισμού, έχεις υπάρξει εκπρόσωπος του προλεταριάτου της χώρας σου στο αστικό κοινοβούλιο και όχι μόνο, έχεις δώσει δεκάδες και εκατοντάδες ταξικές μάχες για αυξήσεις μισθών και άλλα παρόμοια, τότε δείχνει τεράστια ευελιξία, εξόχως ανοιχτό μυαλό και φυσικά μεγάλη γενναιότητα να διατυπώνεις τέτοιες απόψεις. Με το κύρος μάλιστα του επιτρόπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι αυτό φυσικά είναι υποχρεωμένος ο καθένας αν όχι να το χειροκροτήσει, τουλάχιστον όμως να το εκτιμήσει και να το συνυπολογίσει στο βίο και την πολιτεία της Μαρίας Δαμανάκη.
Όπως οφείλει να εκτιμήσει και να συνυπολογίσει ότι η επίτροπός μας δεν ζήτησε μείωση του μισθολογικού κόστους αναφερόμενη μόνο στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Θυμήθηκε και τους ανέργους, κι αυτό είναι άλλη μια απόδειξη ότι δεν ξεχνάει τις ρίζες της όσο μεγάλο μισθό και όσα προνόμια κι αν απολαμβάνει ως επίτροπος. Δεν μπορούμε να μιλάμε μόνο για όσους εργάζονται, είπε, και να ξεχνάμε όσους δεν έχουν δουλειά. Υπονοώντας προφανώς ότι εφόσον μειωθούν οι μισθοί θα αυξηθούν οι ευκαιρίες απασχόλησης, πράγμα που επίσης αποδεικνύει την ευρύτητα των νέων της αντιλήψεων –η παλιά Μαρία θα φώναζε ότι η μείωση των ήδη άθλιων μισθών των εργαζομένων δεν θα σήμαινε παρά αύξηση των κερδών της εργοδοσίας και των καταθέσεων στην Ελβετία.
Θα είμαι σκληρή είπε, την τρίτη φορά που επανέλαβε τα περί μείωσης του μισθολογικού κόστους. Εδώ όμως είναι το μόνο σημείο που μπορεί κανείς να της ασκήσει κριτική. Γιατί ενώ δε διστάζει να γίνεται δυσάρεστη, ενώ δεν πτοείται από την πολεμική όλων εκείνων που επιμένουν να επιστρατεύουν το μαρξιστικό παρελθόν της για να αμαυρώσουν το φιλελεύθερο παρόν της, έμεινε σε μια γενική διατύπωση: Μείωση του μισθολογικού κόστους! Πόση όμως ακριβώς; Σε ποιες κατηγορίες εργαζομένων; Με ποιο μαθηματικό τύπο; Μήπως θα έπρεπε να μπει ως πλαφόν για τον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα, ας πούμε, το ένα δέκατο του μισθού του επιτρόπου; Ή μάλλον το ένα εικοστό; Ή ακόμα ρεαλιστικότερο το ένα εκατοστό; Κάπως λεπτομερώς έπρεπε να το ξεκαθαρίσει το ζήτημα, γιατί ως γνωστό ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες.
Και ύστερα, είναι δυνατό μια τέτοια φωνή, που θέλει μάλιστα να αυτοχαρακτηρίζεται σκληρή, να την ακούμε μόνο τηλεφωνικώς από τις Βρυξέλλες; Δεν θα έπρεπε, ως συνεπής Ελληνίδα και ανοιχτόμυαλη Ευρωπαία, με το βιογραφικό μάλιστα που διαθέτει, να βοηθήσει από κοντά τους πατριώτες της; Να περιοδεύσει αυτοπροσώπως στις επιχειρήσεις που προωθούν τις ατομικές συμβάσεις, στα έμπεδα όπου δοκιμάζεται η εκ περιτροπής εργασία, στα μέτωπα όπου η ελαστικότητα διαδέχεται τις εργασιακές αγκυλώσεις, παντού όπου δένεται το ατσάλι της μείωσης του μισθολογικού κόστους; Δεν θα έπρεπε να μιλήσει πρόσωπο με πρόσωπο με κάποιους από κείνους που αρνούνται να καταλάβουν ότι είναι αναγκαία η μείωση του μισθού τους;
Τόσους και τόσους τόπους δουλειάς έχεις επισκεφτεί στο παρελθόν συντρόφισσα Μαρία. Πώς μπορείς τέτοιες μέρες να μένεις μακριά από την εργατική τάξη, ενώ είσαι τόσο κοντά στο μισθολογικό κόστος της;
* Αναδημοσίευση από την «Αυγή της Κυριακής» (15/1/2012).
Η Ελλάδα πρέπει να πάρει τις αποφάσεις της. Η Ελλάδα πρέπει να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις της. Η Ελλάδα πρέπει να δει κατάματα την αλήθεια ότι η παραμονή στο ευρώ δεν είναι ταμπού αλλά συνειδητή επιλογή που συνεπάγεται κόστος. Υπάρχει κόπωση στις σχέσεις Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, υπάρχει η αίσθηση ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν ολοκληρώσει το έργο τους και ότι η Ελλάδα δεν κάνει αρκετά.
Αυτά μεταξύ άλλων είπε η δικιά μας Μαρία Δαμανάκη μιλώντας στο ραδιόφωνο του Σκάι. Και εντυπωσίασε πολλούς, όχι τόσο με τις απόψεις της, τις οποίες έχουμε ακούσει και ξανακούσει από πιο αυθεντικούς εκπροσώπους αυτής της σχολής σκέψης, όπως η Μέρκελ για παράδειγμα, αλλά με την ταχύτητα που επέδειξε στην πλήρη αφομοίωση της σύγχρονης ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής κουλτούρας. Για να μας αφήσει άφωνους όταν εκφώνησε όχι μια, ούτε δυο, αλλά τρεις φορές κατά τη διάρκεια της σχετικής συνέντευξης, το άκρως ευρωπαϊκό διά ταύτα της: Πρέπει να μειωθεί το μισθολογικό κόστος στον ιδιωτικό τομέα. Στην Ελλάδα!
Και γιατί άφωνους; Μα γιατί όταν δεν είσαι κόρη πάστορος, ούτε ιδεολογικό τέκνο της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας, ούτε ανεψιά τραπεζίτη, αλλά έχεις αντίθετα γαλουχηθεί με τις ιδέες του κομμουνισμού, έχεις υπάρξει εκπρόσωπος του προλεταριάτου της χώρας σου στο αστικό κοινοβούλιο και όχι μόνο, έχεις δώσει δεκάδες και εκατοντάδες ταξικές μάχες για αυξήσεις μισθών και άλλα παρόμοια, τότε δείχνει τεράστια ευελιξία, εξόχως ανοιχτό μυαλό και φυσικά μεγάλη γενναιότητα να διατυπώνεις τέτοιες απόψεις. Με το κύρος μάλιστα του επιτρόπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι αυτό φυσικά είναι υποχρεωμένος ο καθένας αν όχι να το χειροκροτήσει, τουλάχιστον όμως να το εκτιμήσει και να το συνυπολογίσει στο βίο και την πολιτεία της Μαρίας Δαμανάκη.
Όπως οφείλει να εκτιμήσει και να συνυπολογίσει ότι η επίτροπός μας δεν ζήτησε μείωση του μισθολογικού κόστους αναφερόμενη μόνο στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Θυμήθηκε και τους ανέργους, κι αυτό είναι άλλη μια απόδειξη ότι δεν ξεχνάει τις ρίζες της όσο μεγάλο μισθό και όσα προνόμια κι αν απολαμβάνει ως επίτροπος. Δεν μπορούμε να μιλάμε μόνο για όσους εργάζονται, είπε, και να ξεχνάμε όσους δεν έχουν δουλειά. Υπονοώντας προφανώς ότι εφόσον μειωθούν οι μισθοί θα αυξηθούν οι ευκαιρίες απασχόλησης, πράγμα που επίσης αποδεικνύει την ευρύτητα των νέων της αντιλήψεων –η παλιά Μαρία θα φώναζε ότι η μείωση των ήδη άθλιων μισθών των εργαζομένων δεν θα σήμαινε παρά αύξηση των κερδών της εργοδοσίας και των καταθέσεων στην Ελβετία.
Θα είμαι σκληρή είπε, την τρίτη φορά που επανέλαβε τα περί μείωσης του μισθολογικού κόστους. Εδώ όμως είναι το μόνο σημείο που μπορεί κανείς να της ασκήσει κριτική. Γιατί ενώ δε διστάζει να γίνεται δυσάρεστη, ενώ δεν πτοείται από την πολεμική όλων εκείνων που επιμένουν να επιστρατεύουν το μαρξιστικό παρελθόν της για να αμαυρώσουν το φιλελεύθερο παρόν της, έμεινε σε μια γενική διατύπωση: Μείωση του μισθολογικού κόστους! Πόση όμως ακριβώς; Σε ποιες κατηγορίες εργαζομένων; Με ποιο μαθηματικό τύπο; Μήπως θα έπρεπε να μπει ως πλαφόν για τον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα, ας πούμε, το ένα δέκατο του μισθού του επιτρόπου; Ή μάλλον το ένα εικοστό; Ή ακόμα ρεαλιστικότερο το ένα εκατοστό; Κάπως λεπτομερώς έπρεπε να το ξεκαθαρίσει το ζήτημα, γιατί ως γνωστό ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες.
Και ύστερα, είναι δυνατό μια τέτοια φωνή, που θέλει μάλιστα να αυτοχαρακτηρίζεται σκληρή, να την ακούμε μόνο τηλεφωνικώς από τις Βρυξέλλες; Δεν θα έπρεπε, ως συνεπής Ελληνίδα και ανοιχτόμυαλη Ευρωπαία, με το βιογραφικό μάλιστα που διαθέτει, να βοηθήσει από κοντά τους πατριώτες της; Να περιοδεύσει αυτοπροσώπως στις επιχειρήσεις που προωθούν τις ατομικές συμβάσεις, στα έμπεδα όπου δοκιμάζεται η εκ περιτροπής εργασία, στα μέτωπα όπου η ελαστικότητα διαδέχεται τις εργασιακές αγκυλώσεις, παντού όπου δένεται το ατσάλι της μείωσης του μισθολογικού κόστους; Δεν θα έπρεπε να μιλήσει πρόσωπο με πρόσωπο με κάποιους από κείνους που αρνούνται να καταλάβουν ότι είναι αναγκαία η μείωση του μισθού τους;
Τόσους και τόσους τόπους δουλειάς έχεις επισκεφτεί στο παρελθόν συντρόφισσα Μαρία. Πώς μπορείς τέτοιες μέρες να μένεις μακριά από την εργατική τάξη, ενώ είσαι τόσο κοντά στο μισθολογικό κόστος της;
* Αναδημοσίευση από την «Αυγή της Κυριακής» (15/1/2012).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.