Τη χημική ουσία παραμπέν, που χρησιμοποιείται ευρέως σε προϊόντα προσωπικής περιποίησης αλλά και διατροφής ως συντηρητικό, ανίχνευσαν έπειτα από έρευνα επιστήμονες σε όλες τις γυναίκες που είχαν εμφανίσει καρκίνο του στήθους. Η ίδια μελέτη κατέδειξε πως τα αποσμητικά για...
τις μασχάλες που περιέχουν το χημικό αυτό και έχουν ενοχοποιηθεί δεν είναι τα μόνα επικίνδυνα για πυροδότηση της νόσου.
Η δράση του στην πρόκληση καρκίνου του μαστού έχει διερευνηθεί σε αρκετές επιστημονικές μελέτες ήδη από το 1998. Πλέον όμως εγείρονται σοβαρές ανησυχίες, καθώς έχει διαπιστωθεί πως το παραμπέν μιμείται τη δράση των γυναικείων ορμονών, των οιστρογόνων, τα οποία έχουν εμπλοκή στην εμφάνιση, εκδήλωση και πορεία της νόσου.
Τα προϊόντα που δεν περιέχουν παραμπέν συνήθως το αναγράφουν στη συσκευασία. Βρίσκεται, δε, σε αρκετά αποσμητικά σώματος, υδατικές κρέμες, αφρούς ξυρίσματος, οδοντόκρεμες, αντηλιακά και άλλα προϊόντα προσωπικής περιποίησης. Επίσης, ως συντηρητικό σε επεξεργασμένα κρέατα, όπως λουκάνικα και αλλαντικά, αλλά και σε ορισμένα φαρμακευτικά προϊόντα.
η ερευνα. Στο πλαίσιο της έρευνας που έγινε από το Πανεπιστήμιο του Ρίντινγκ στη Βρετανία, η δρ Φιλίπα Ντάρμπρε ανέλυσε τέσσερα διαφορετικά δείγματα ιστών από 40 γυναίκες που είχαν καρκίνο του μαστού από το 2005 έως το 2008. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι στο 99% των δειγμάτων υπήρχε τουλάχιστον ένας τύπος παραμπέν, ενώ το 60% των δειγμάτων είχαν συγκεντρώσει πέντε τύπους παραμπέν.
Στη μελέτη συμμετείχαν και γυναίκες που δεν χρησιμοποιούσαν συστηματικά αποσμητικό για τις μασχάλες, καθώς οι ειδικοί πίστευαν πως λόγω μικρής ανατομικής απόστασης της μασχάλης με το στήθος, είναι πιο εύκολο να υπάρξει επίδραση. Εντούτοις, όπως φάνηκε το παραμπέν διεισδύει στο σώμα είτε σημείο εισόδου του είναι η μασχάλη είτε το κεφάλι είτε η οδοντόκρεμα.
«Το ότι το χημικό ανεβρέθηκε στους ιστούς όλων των γυναικών που είχαν αναπτύξει τη νόσο δεν σημαίνει ότι είναι ο αιτιολογικός παράγοντας, αυτός δηλαδή που το προκαλεί, αλλά ενδεχομένως είναι ένας από αυτούς που επηρεάζουν», εξηγεί ο Λέστερ Μπαρ από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Νότιου Μάντσεστερ και ένας από τους δύο υπεύθυνους της μελέτης. Ο ίδιος εξηγεί ότι ακριβώς επειδή η ουσία βρέθηκε σε τόσο μεγάλο ποσοστό μαστικών κυττάρων θα πρέπει να στοιχειοθετηθεί εκτενέστερη επιστημονική έρευνα.
«νεα μελετη». Οπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Δημήτρης Κούβαρης, καθηγητής Κλινικής Φαρμακολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, «πρόκειται για ένα χημικό έκδοχο που το έχουν πολλά προϊόντα καθημερινής χρήσης και φάρμακα. Η ουσία αυτή έχει μεγάλη δυνατότητα διείσδυσης στο δέρμα και το λίπος. Επίσης, όταν μπει στο λίπος εγκλωβίζεται και παραμένει εκεί. Αρα, και μη καρκινοπαθείς να εξέταζαν θα το ανίχνευαν. Σίγουρα θα πρέπει να γίνει περαιτέρω μελέτη και σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό».
«Οι επιστημονικοί διαξιφισμοί για τη σχέση του παραμπέν με τον καρκίνο του μαστού μαίνονται εδώ και αρκετά χρόνια και όπως φαίνεται θα συνεχιστούν. Η νέα μελέτη δείχνει ξεκάθαρα την ανάγκη για περαιτέρω διερεύνηση του θέματος», εξηγεί η Κάθριν Πρίσλι, κλινική νοσηλεύτρια και ειδική στην νοσηλεία ατόμων με καρκίνο του μαστού.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Journal of Applied Toxicology».
τις μασχάλες που περιέχουν το χημικό αυτό και έχουν ενοχοποιηθεί δεν είναι τα μόνα επικίνδυνα για πυροδότηση της νόσου.
Η δράση του στην πρόκληση καρκίνου του μαστού έχει διερευνηθεί σε αρκετές επιστημονικές μελέτες ήδη από το 1998. Πλέον όμως εγείρονται σοβαρές ανησυχίες, καθώς έχει διαπιστωθεί πως το παραμπέν μιμείται τη δράση των γυναικείων ορμονών, των οιστρογόνων, τα οποία έχουν εμπλοκή στην εμφάνιση, εκδήλωση και πορεία της νόσου.
Τα προϊόντα που δεν περιέχουν παραμπέν συνήθως το αναγράφουν στη συσκευασία. Βρίσκεται, δε, σε αρκετά αποσμητικά σώματος, υδατικές κρέμες, αφρούς ξυρίσματος, οδοντόκρεμες, αντηλιακά και άλλα προϊόντα προσωπικής περιποίησης. Επίσης, ως συντηρητικό σε επεξεργασμένα κρέατα, όπως λουκάνικα και αλλαντικά, αλλά και σε ορισμένα φαρμακευτικά προϊόντα.
η ερευνα. Στο πλαίσιο της έρευνας που έγινε από το Πανεπιστήμιο του Ρίντινγκ στη Βρετανία, η δρ Φιλίπα Ντάρμπρε ανέλυσε τέσσερα διαφορετικά δείγματα ιστών από 40 γυναίκες που είχαν καρκίνο του μαστού από το 2005 έως το 2008. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι στο 99% των δειγμάτων υπήρχε τουλάχιστον ένας τύπος παραμπέν, ενώ το 60% των δειγμάτων είχαν συγκεντρώσει πέντε τύπους παραμπέν.
Στη μελέτη συμμετείχαν και γυναίκες που δεν χρησιμοποιούσαν συστηματικά αποσμητικό για τις μασχάλες, καθώς οι ειδικοί πίστευαν πως λόγω μικρής ανατομικής απόστασης της μασχάλης με το στήθος, είναι πιο εύκολο να υπάρξει επίδραση. Εντούτοις, όπως φάνηκε το παραμπέν διεισδύει στο σώμα είτε σημείο εισόδου του είναι η μασχάλη είτε το κεφάλι είτε η οδοντόκρεμα.
«Το ότι το χημικό ανεβρέθηκε στους ιστούς όλων των γυναικών που είχαν αναπτύξει τη νόσο δεν σημαίνει ότι είναι ο αιτιολογικός παράγοντας, αυτός δηλαδή που το προκαλεί, αλλά ενδεχομένως είναι ένας από αυτούς που επηρεάζουν», εξηγεί ο Λέστερ Μπαρ από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Νότιου Μάντσεστερ και ένας από τους δύο υπεύθυνους της μελέτης. Ο ίδιος εξηγεί ότι ακριβώς επειδή η ουσία βρέθηκε σε τόσο μεγάλο ποσοστό μαστικών κυττάρων θα πρέπει να στοιχειοθετηθεί εκτενέστερη επιστημονική έρευνα.
«νεα μελετη». Οπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Δημήτρης Κούβαρης, καθηγητής Κλινικής Φαρμακολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, «πρόκειται για ένα χημικό έκδοχο που το έχουν πολλά προϊόντα καθημερινής χρήσης και φάρμακα. Η ουσία αυτή έχει μεγάλη δυνατότητα διείσδυσης στο δέρμα και το λίπος. Επίσης, όταν μπει στο λίπος εγκλωβίζεται και παραμένει εκεί. Αρα, και μη καρκινοπαθείς να εξέταζαν θα το ανίχνευαν. Σίγουρα θα πρέπει να γίνει περαιτέρω μελέτη και σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό».
«Οι επιστημονικοί διαξιφισμοί για τη σχέση του παραμπέν με τον καρκίνο του μαστού μαίνονται εδώ και αρκετά χρόνια και όπως φαίνεται θα συνεχιστούν. Η νέα μελέτη δείχνει ξεκάθαρα την ανάγκη για περαιτέρω διερεύνηση του θέματος», εξηγεί η Κάθριν Πρίσλι, κλινική νοσηλεύτρια και ειδική στην νοσηλεία ατόμων με καρκίνο του μαστού.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Journal of Applied Toxicology».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.