Ρεπορτάζ : Δημήτρης Λουκάκης
(από την Καθημερινή)
Ενα μήνα πριν από τη συμπλήρωση 44 χρόνων από τον θρυλικό τελικό του Γουέμπλεϊ, όπου η Αγγλία νίκησε την Δ. Γερμανία 4-2 και κατέκτησε το μοναδικό παγκόσμιο κύπελλο της ιστορίας της, η ιστορία επαναλήφθηκε την περασμένη Κυριακή στο «Free State Stadium». Στο Γουέμπλεϊ, το 1966, ένα αμφισβητούμενο γκολ του Τζεφ Χαρστ έδωσε το προβάδισμα και το τρόπαιο στην...
Αγγλία. Αυτή τη φορά οι ρόλοι αντιστράφηκαν. Η (ενωμένη πλέον) Γερμανία απέκλεισε την Αγγλία, αλλά το γκολ του Φρανκ Λάμπαρντ, το οποίο αδίκως δεν μέτρησε, όταν το σκορ ήταν 2-1 υπέρ των «πάντσερ», έμελλε να γίνει η φάση που θα συζητείται για τα επόμενα χρόνια στα ποδοσφαιρικά στέκια του πλανήτη. Είναι, μέχρι στιγμής, το πιο κραυγαλέο λάθος, σε μια διοργάνωση που οι περισσότεροι διαιτητές δείχνουν αδυναμία λήψης γρήγορης και κρίσιμης απόφασης. Και αν το 1966, στο Γουέμπλεϊ, ο Eλβετός διαιτητής, Γκότφριντ Ντινστ, κατακύρωσε το γκολ ύστερα από νοηματική υπόδειξη του Σοβιετικού βοηθού του Τοφρίκ Μπαχράμοφ (δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν σε κοινή γλώσσα), στο Μπλουμφοντέιν της Ν. Αφρικής, οι δύο Ουρουγουανοί (διαιτητής και βοηθός), στην επίμαχη φάση, δεν αντιστάθηκαν στον πειρασμό να κοιτάξουν τη γιγαντοοθόνη του γηπέδου. Η τεχνολογία προσπάθησε να τους βοηθήσει, ωστόσο, αμφότεροι δεν την δέχτηκαν. Το ίδιο έπραξαν και οι Ιταλοί συνάδελφοί τους στον βραδινό αγώνα της ίδιας ημέρας, όταν κατακύρωσαν το γκολ του Τέβες, από εμφανέστατη θέση οφσάιντ. Βέβαια, και στις δύο αναμετρήσεις της φάσης των «16», πιθανότατα, τα αμφισβητούμενα γκολ να μην επηρέασαν το αποτέλεσμα. Ωστόσο, αυτό που προβληματίζει είναι ότι, σε μία ακόμη μεγάλη διοργάνωση, οι «άρχοντες των αγώνων» γίνονται οι αρνητικοί πρωταγωνιστές. Στο παγκόσμιο κύπελλο της Ν. Αφρικής ένα ακόμη φαινόμενο συγκεντρώνει επάνω του τα φώτα της δημοσιότητας. Ονομάζεται «Τζαμπουλάνι», που σημαίνει «γιορτάζω» στη γλώσσα των Ζουλού και είναι η αμφισβητούμενη μπάλα της διοργάνωσης. Το 2002, η «Fevernova» χαρακτηρίστηκε «παιδική», το 2006 η «Teamgeist» θεωρήθηκε ότι έδινε πλεονέκτημα στους επιθετικούς, ενώ η «Τζιαμπουλάνι», σύμφωνα με τον Ισπανό τερματοφύλακα Ικερ Κασίγιας είναι... «μπάλα θαλάσσης». Η κατασκευή της δεν είναι απλή υπόθεση. Τηρεί στάνταρ υψηλών προδιαγραφών και η διαδικασία συναρμολόγησής της είναι ιδιαιτέρως ακριβή και σύνθετη. Τα τεχνικά χαρακτηριστικά της «Τζιαμπουλάνι» ξεπερνούν κάθε προσδοκία (είναι τελείως στρογγυλή, η πρώτη στην ιστορία), αλλά όταν η συγκεκριμένη μπάλα βρίσκεται στο χορτάρι αρχίζουν οι μπελάδες. Ο τερματοφύλακας της εθνικής Ελλάδος, Κώστας Χαλκιάς, δεν την καταδικάζει. «Είναι δύσκολη όπως κάθε καινούργια μπάλα. Η ιδιαιτερότητά της φαίνεται όταν έρχεται δυνατά επάνω σου και με πολλά φάλτσα. Επίσης, δυσκολεύει τον παίκτη στο κοντρόλ όταν έρχεται με δύναμη στο πόδι του. Οπως και να έχουν τα πράγματα και η μπάλα κρίνεται ανάλογα με το αποτέλεσμα», τονίζει χαρακτηριστικά. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα, ακούγοντας τα παράπονα των παικτών του, στην Εθνική Αργεντινής, πέρασε από την θεωρία στην πράξη. Εκτέλεσε 30 φάουλ από μέση απόσταση, έλεγε στον τερματοφύλακα τη γωνία που θα σημαδέψει και κατάφερε να σημειώσει 20 γκολ, στέλνοντας την μπάλα εκεί όπου έπρεπε και χωρίς πρόβλημα! Σίγουρα ο «Ντιεγκίτο» τα κατάφερε αρκετά καλά, ακόμη και χωρίς να έχει σπουδάσει Φυσική. Αν είχε σπουδάσει, ασφαλώς θα γνώριζε ότι η τροχιά της μπάλας διέπεται από το φαινόμενο Magnus. Το φαινόμενο πήρε το όνομα του φυσικού Magnus, που το περιέγραψε ολοκληρωμένα, και αφορά την κίνηση μιας περιστρεφόμενης σφαίρας σε ρευστό, αέριο ή υγρό. Για την κατανόηση του φαινομένου Magnus, χρειάζεται η κατανόηση διαφόρων άλλων νόμων της δυναμικής των ρευστών, όπως ο νόμος του Bernoulli, καθώς και ο σχηματισμός οριακών στρωμάτων στο ρευστό μέσο γύρω από το κινούμενο αντικείμενο. Οταν η μπάλα περιστρέφεται, δημιουργείται χαμηλή πίεση (αυξημένη ταχύτητα αέρα) εκεί όπου η περιστροφή έχει την ίδια κατεύθυνση με το ρεύμα του αέρα, και υψηλή πίεση (χαμηλή ταχύτητα αέρα) στην άλλη πλευρά της μπάλας. Αναγκάζεται να ακολουθήσει μια πορεία προς τα πάνω ή προς τα κάτω, ανάλογα με την περιστροφή. Εάν ένας παίκτης, λοιπόν, σουτάρει με φάλτσο, η μπάλα ακολουθεί στην αρχή μια ευθύγραμμη πορεία και στα τελευταία μέτρα ξαφνικά κάνει μιαν απρόσμενη στροφή, καθιστώντας την απόκρουσή της εξαιρετικά δύσκολη. Στο φαινόμενο αυτό, λοιπόν, οφείλεται κατά ένα μεγάλο ποσοστό η τέχνη των ποδοσφαιριστών να βάζουν γκολ με φαλτσαριστά χτυπήματα φάουλ.
(από την Καθημερινή)
Ενα μήνα πριν από τη συμπλήρωση 44 χρόνων από τον θρυλικό τελικό του Γουέμπλεϊ, όπου η Αγγλία νίκησε την Δ. Γερμανία 4-2 και κατέκτησε το μοναδικό παγκόσμιο κύπελλο της ιστορίας της, η ιστορία επαναλήφθηκε την περασμένη Κυριακή στο «Free State Stadium». Στο Γουέμπλεϊ, το 1966, ένα αμφισβητούμενο γκολ του Τζεφ Χαρστ έδωσε το προβάδισμα και το τρόπαιο στην...
Αγγλία. Αυτή τη φορά οι ρόλοι αντιστράφηκαν. Η (ενωμένη πλέον) Γερμανία απέκλεισε την Αγγλία, αλλά το γκολ του Φρανκ Λάμπαρντ, το οποίο αδίκως δεν μέτρησε, όταν το σκορ ήταν 2-1 υπέρ των «πάντσερ», έμελλε να γίνει η φάση που θα συζητείται για τα επόμενα χρόνια στα ποδοσφαιρικά στέκια του πλανήτη. Είναι, μέχρι στιγμής, το πιο κραυγαλέο λάθος, σε μια διοργάνωση που οι περισσότεροι διαιτητές δείχνουν αδυναμία λήψης γρήγορης και κρίσιμης απόφασης. Και αν το 1966, στο Γουέμπλεϊ, ο Eλβετός διαιτητής, Γκότφριντ Ντινστ, κατακύρωσε το γκολ ύστερα από νοηματική υπόδειξη του Σοβιετικού βοηθού του Τοφρίκ Μπαχράμοφ (δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν σε κοινή γλώσσα), στο Μπλουμφοντέιν της Ν. Αφρικής, οι δύο Ουρουγουανοί (διαιτητής και βοηθός), στην επίμαχη φάση, δεν αντιστάθηκαν στον πειρασμό να κοιτάξουν τη γιγαντοοθόνη του γηπέδου. Η τεχνολογία προσπάθησε να τους βοηθήσει, ωστόσο, αμφότεροι δεν την δέχτηκαν. Το ίδιο έπραξαν και οι Ιταλοί συνάδελφοί τους στον βραδινό αγώνα της ίδιας ημέρας, όταν κατακύρωσαν το γκολ του Τέβες, από εμφανέστατη θέση οφσάιντ. Βέβαια, και στις δύο αναμετρήσεις της φάσης των «16», πιθανότατα, τα αμφισβητούμενα γκολ να μην επηρέασαν το αποτέλεσμα. Ωστόσο, αυτό που προβληματίζει είναι ότι, σε μία ακόμη μεγάλη διοργάνωση, οι «άρχοντες των αγώνων» γίνονται οι αρνητικοί πρωταγωνιστές. Στο παγκόσμιο κύπελλο της Ν. Αφρικής ένα ακόμη φαινόμενο συγκεντρώνει επάνω του τα φώτα της δημοσιότητας. Ονομάζεται «Τζαμπουλάνι», που σημαίνει «γιορτάζω» στη γλώσσα των Ζουλού και είναι η αμφισβητούμενη μπάλα της διοργάνωσης. Το 2002, η «Fevernova» χαρακτηρίστηκε «παιδική», το 2006 η «Teamgeist» θεωρήθηκε ότι έδινε πλεονέκτημα στους επιθετικούς, ενώ η «Τζιαμπουλάνι», σύμφωνα με τον Ισπανό τερματοφύλακα Ικερ Κασίγιας είναι... «μπάλα θαλάσσης». Η κατασκευή της δεν είναι απλή υπόθεση. Τηρεί στάνταρ υψηλών προδιαγραφών και η διαδικασία συναρμολόγησής της είναι ιδιαιτέρως ακριβή και σύνθετη. Τα τεχνικά χαρακτηριστικά της «Τζιαμπουλάνι» ξεπερνούν κάθε προσδοκία (είναι τελείως στρογγυλή, η πρώτη στην ιστορία), αλλά όταν η συγκεκριμένη μπάλα βρίσκεται στο χορτάρι αρχίζουν οι μπελάδες. Ο τερματοφύλακας της εθνικής Ελλάδος, Κώστας Χαλκιάς, δεν την καταδικάζει. «Είναι δύσκολη όπως κάθε καινούργια μπάλα. Η ιδιαιτερότητά της φαίνεται όταν έρχεται δυνατά επάνω σου και με πολλά φάλτσα. Επίσης, δυσκολεύει τον παίκτη στο κοντρόλ όταν έρχεται με δύναμη στο πόδι του. Οπως και να έχουν τα πράγματα και η μπάλα κρίνεται ανάλογα με το αποτέλεσμα», τονίζει χαρακτηριστικά. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα, ακούγοντας τα παράπονα των παικτών του, στην Εθνική Αργεντινής, πέρασε από την θεωρία στην πράξη. Εκτέλεσε 30 φάουλ από μέση απόσταση, έλεγε στον τερματοφύλακα τη γωνία που θα σημαδέψει και κατάφερε να σημειώσει 20 γκολ, στέλνοντας την μπάλα εκεί όπου έπρεπε και χωρίς πρόβλημα! Σίγουρα ο «Ντιεγκίτο» τα κατάφερε αρκετά καλά, ακόμη και χωρίς να έχει σπουδάσει Φυσική. Αν είχε σπουδάσει, ασφαλώς θα γνώριζε ότι η τροχιά της μπάλας διέπεται από το φαινόμενο Magnus. Το φαινόμενο πήρε το όνομα του φυσικού Magnus, που το περιέγραψε ολοκληρωμένα, και αφορά την κίνηση μιας περιστρεφόμενης σφαίρας σε ρευστό, αέριο ή υγρό. Για την κατανόηση του φαινομένου Magnus, χρειάζεται η κατανόηση διαφόρων άλλων νόμων της δυναμικής των ρευστών, όπως ο νόμος του Bernoulli, καθώς και ο σχηματισμός οριακών στρωμάτων στο ρευστό μέσο γύρω από το κινούμενο αντικείμενο. Οταν η μπάλα περιστρέφεται, δημιουργείται χαμηλή πίεση (αυξημένη ταχύτητα αέρα) εκεί όπου η περιστροφή έχει την ίδια κατεύθυνση με το ρεύμα του αέρα, και υψηλή πίεση (χαμηλή ταχύτητα αέρα) στην άλλη πλευρά της μπάλας. Αναγκάζεται να ακολουθήσει μια πορεία προς τα πάνω ή προς τα κάτω, ανάλογα με την περιστροφή. Εάν ένας παίκτης, λοιπόν, σουτάρει με φάλτσο, η μπάλα ακολουθεί στην αρχή μια ευθύγραμμη πορεία και στα τελευταία μέτρα ξαφνικά κάνει μιαν απρόσμενη στροφή, καθιστώντας την απόκρουσή της εξαιρετικά δύσκολη. Στο φαινόμενο αυτό, λοιπόν, οφείλεται κατά ένα μεγάλο ποσοστό η τέχνη των ποδοσφαιριστών να βάζουν γκολ με φαλτσαριστά χτυπήματα φάουλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.