Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας προβλέπεται να ξεπεράσει το 130% του ΑΕΠ το 2011, σύμφωνα με τα στοιχεία έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών στην ΕΕ το 2010, που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τα υπερχρεωμένα κράτη μέλη υπογραμμίζοντας την ανάγκη δημοσιονομικής προσαρμογής και ενισχυμένης εποπτείας των οικονομικών πολιτικών που ακολουθούν τα κράτη μέλη....
Συγκεκριμένα, η έκθεση της Επιτροπής επισημαίνει την επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών και κυρίως την ανοδική τάση των κρατικών χρεών των χωρών της ΕΕ, λόγω των μέτρων στήριξης που έλαβαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για τις οικονομίες τους, κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας προβλέπεται να ξεπεράσει το 130% του ΑΕΠ το 2011. Την ίδια χρονιά, το δημόσιο χρέος της Ιταλίας εκτιμάται ότι θα πλησιάσει το 120% του ΑΕΠ, του Βελγίου θα αγγίξει το 100%, της Πορτογαλίας θα ξεπεράσει το 90% και της Γαλλίας θα αγγίξει το 90%.
Συνεχίζοντας, η έκθεση της Επιτροπής τονίζει ότι η «βίαιη» δημοσιονομική προσαρμογή, αποτελεί τη «μοναδική βιώσιμη λύση» για ορισμένα υπερχρεωμένα κράτη μέλη της ΕΕ, σημειώνοντας ότι δεν υπάρχει «μία συνταγή» και πως η δημοσιονομική κατάσταση κάθε χώρας παίζει σημαντικό ρόλο στο σχεδιασμό της σωστής στρατηγικής. Ακόμη, επισημαίνεται ότι είναι προτιμότερη μία σταδιακή προσαρμογή που βασίζεται σε περικοπές δαπανών από μία «βίαιη» προσαρμογή που βασίζεται στην αύξηση των εσόδων. Ωστόσο, η έκθεση σημειώνει ότι για τις χώρες με χαμηλό επίπεδο εσόδων, η προσαρμογή που βασίζεται στην αύξηση των κρατικών εσόδων, κυρίως μέσω αύξησης του ΦΠΑ και του φόρου ιδιοκτησίας, θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει ότι, βάσει του προγράμματος σταθερότητας που εφαρμόζει η κυβέρνηση, το δημόσιο έλλειμμα της χώρας θα μειωθεί το 2010 στο 9,3% του ΑΕΠ, ενώ αν δεν υπάρξει αλλαγή της οικονομικής πολιτικής, το έλλειμμα θα ξανανέβει στο 9,9% του ΑΕΠ το 2011. Με άλλα λόγια, η Επιτροπή αναφέρει ότι στην υποθετική περίπτωση που ο προϋπολογισμός του 2011 είχε ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά με τον προϋπολογισμό του 2010, το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας θα εμφάνιζε αύξηση κατά 0,6%. Στην πράξη, ως γνωστόν, αυτό δεν είναι δυνατόν να συμβεί.
Όσον αφορά στο 2010, η έκθεση επισημαίνει ότι στην Ελλάδα εφαρμόζονται μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής τα οποία βασίζονται περισσότερο στην αύξηση των κρατικών εσόδων και λιγότερο στη μείωση των δαπανών.
Υπενθυμίζεται ότι τα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, το οποίο η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύτηκε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Όσον αφορά στα επόμενα χρόνια, η έκθεση τονίζει ότι τα μέτρα για την αύξηση των εσόδων και τις περικοπές των δαπανών θα είναι περισσότερο ισορροπημένα.
Ωστόσο, για το 2011, το 2012 και το 2013 η Επιτροπή σημειώνει ότι τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής δεν είναι αρκετά λεπτομερή και επισημαίνει τον κίνδυνο από ενδεχόμενες καθυστερήσεις στην αυστηρή εφαρμογή των δημοσιονομικών μέτρων και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει τον κίνδυνο που ενέχει η προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής για το 2010, δεδομένου ότι αυτή, σε μεγάλο βαθμό, βασίζεται στη βελτίωση των φοροεισπρακτικών μηχανισμών και κυρίως στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Ως εκ τούτου, η έκθεση τονίζει ότι δεν αρκεί μόνο η αυστηρή εφαρμογή των μέτρων που προβλέπει το πρόγραμμα σταθερότητας, αλλά και η ετοιμότητα της χώρας να λάβει πρόσθετα μέτρα αν κριθεί απαραίτητο.
Καταλήγοντας, η έκθεση της Επιτροπής σημειώνει ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, το οποίο παραμένει μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ, και το οποίο συνοδεύεται από την αύξηση των δαπανών για συντάξεις, επηρεάζει αρνητικά την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
Τέλος, η έκθεση τονίζει ότι οι χώρες που είδαν τα δημόσια οικονομικά τους να επιδεινώνονται σημαντικά, την περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ήταν αυτές οι οποίες έπασχαν από χαμηλή ανταγωνιστικότητα, υψηλά εμπορικά ελλείμματα και υψηλές πιστώσεις.
Τι απαντά το ΥΠΟΙΚ
Σε σχέση με την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις προοπτικές των δημοσίων οικονομικών στις χώρες της Ευρωζώνης, που δημοσιοποιήθηκε σήμερα, επισημαίνονται τα εξής:
Η Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις προοπτικές των δημοσίων οικονομικών στις χώρες της Ευρωζώνης αναφέρεται σε προβλέψεις για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών της Ελλάδας, με βάση τις εκτιμήσεις του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης και τα διαθέσιμα στοιχεία, πριν από την εκπόνηση του προγράμματος οικονομικής πολιτικής στο πλαίσιο του μηχανισμού στήριξης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Η Ελλάδα σε συνεργασία με την Ε.Ε., την Ε.Κ.Τ. και το Δ.Ν.Τ. έχει εκπονήσει, παρουσιάσει και εφαρμόζει από τις αρχές Μαΐου ένα νέο πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής για την περίοδο 2010-2013. Στο ίδιο πρόγραμμα περιγράφονται και οι προοπτικές για την πορεία των δημοσίων οικονομικών ως αποτέλεσμα της εφαρμογής αυτού του προγράμματος πολιτικής. Σύμφωνα με το πρόγραμμα το δημοσιονομικό έλλειμμα για το 2010 προβλέπεται στο 8,1% του Α.Ε.Π., ενώ με την υλοποίηση του προγράμματος το έλλειμμα θα μειώνεται κάθε χρόνο, για να βρεθεί κάτω από το όριο του 3% του Α.Ε.Π. το 2014.
Στις προβλέψεις αυτές υπάρχει απόλυτη συμφωνία μεταξύ των τριών οργανισμών.
Το πρόγραμμα υλοποιείται με συνέπεια και τα στοιχεία από την εκτέλεση του Προϋπολογισμού μέχρι και τον Μάιο του 2010, με μείωση του ελλείμματος κατά 40% σε σχέση με το 2009, αποδεικνύει ότι η πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών εξελίσσεται εντός των στόχων του προγράμματος, δημιουργώντας σχεδόν βεβαιότητα για την επίτευξη του στόχου του ελλείμματος για το 2010.
Στην τελευταία θέση η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας
Στην τελευταία θέση κατατάσσει τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας η "δεξαμενή εγκεφάλων" των Βρυξελών European Policy Center (EPC), σε έκθεσή της που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η κατάταξη του EPC βασίζεται σε δείκτη στον οποίο συνυπολογίζονται έξι βασικές παράμετροι: το δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρέος, ο ρυθμός ανάπτυξης, η ανταγωνιστικότητα, ο τρόπος διακυβέρνησης / διαφθορά και οι κρατικές δαπάνες λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.
Στην κατηγορία των ισχυρότερων οικονομιών, σύμφωνα με την κατάταξη του EPC, βρίσκονται η Σουηδία, η Δανία, η Εσθονία και η Φινλανδία. Ακολουθεί ομάδα χωρών με πολύ καλές επιδόσεις, όπως η Ολλανδία, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο και η Αυστρία, ενώ μέτρια θεωρείται η οικονομική κατάσταση της Μ. Βρετανίας, της Βουλγαρίας, της Τσεχίας, της Σλοβακίας, της Πολωνίας, του Βελγίου και της Γαλλίας.
Σε κατάσταση που χαρακτηρίζεται «επικίνδυνη» βρίσκονται οι οικονομίες της Ιρλανδίας, της Σλοβενίας, της Κύπρου, της Λιθουανίας, της Μάλτας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας, της Λετονίας και της Ισπανίας, ενώ στην κατηγορία των «μη βιώσιμων» οικονομιών, βρίσκονται η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιταλία.
Ειδικότερα, η βαθμολογία της Ελλάδας με βάση τον εν λόγω δείκτη βιωσιμότητας είναι (-0,93) και ακολουθούν η Ιταλία (-0,38), η Πορτογαλία (-0,29) και η Ισπανία (-0,23). Η Σουηδία βρίσκεται στην πρώτη θέση με 0,55 και ακολουθούν η Δανία και η Εσθονία (0,45 και οι δύο).
«Η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση αλλά παράλληλα είναι η χώρα με τις χειρότερες επιδόσεις σε σχεδόν όλα τα πεδία που διαμορφώνουν το δείκτη», αναφέρει η σχετική ανακοίνωση του EPC.
Πιο αναλυτικά, με βάση τις επιδόσεις των ευρωπαϊκών χωρών στους έξι τομείς που διαμορφώνουν τον δείκτη βιωσιμότητας ισχύουν τα εξής:
Ως προς τους ρυθμούς ανάπτυξης την τελευταία διετία, η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση (-1,75%) και ακολουθούν η Λετονία και η Ισπανία. Υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης έχουν η Πολωνία και η Εσθονία.
Η Ιρλανδία έχει το υψηλότερο δημοσιονομικό έλλειμμα την τελευταία διετία (11,9%) και ακολουθεί η Μ. Βρετανία (11%) και η Ελλάδα με μέσο όρο διετίας 9,6% του ΑΕΠ.
Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο δημοσιονομικό χρέος (124,9% του ΑΕΠ) και ακολουθεί η Ιταλία (118,2%) και το Βέλγιο (99%).
Η Βουλγαρία παρουσιάζει τον χαμηλότερο δείκτη ανταγωνιστικότητας (4,02) και ακολουθούν η Ελλάδα (4,04) και η Λετονία (4,06)
Η Ελλάδα, μαζί με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία εμφανίζουν το υψηλότερο επίπεδο διαφθοράς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας προβλέπεται να ξεπεράσει το 130% του ΑΕΠ το 2011. Την ίδια χρονιά, το δημόσιο χρέος της Ιταλίας εκτιμάται ότι θα πλησιάσει το 120% του ΑΕΠ, του Βελγίου θα αγγίξει το 100%, της Πορτογαλίας θα ξεπεράσει το 90% και της Γαλλίας θα αγγίξει το 90%.
Συνεχίζοντας, η έκθεση της Επιτροπής τονίζει ότι η «βίαιη» δημοσιονομική προσαρμογή, αποτελεί τη «μοναδική βιώσιμη λύση» για ορισμένα υπερχρεωμένα κράτη μέλη της ΕΕ, σημειώνοντας ότι δεν υπάρχει «μία συνταγή» και πως η δημοσιονομική κατάσταση κάθε χώρας παίζει σημαντικό ρόλο στο σχεδιασμό της σωστής στρατηγικής. Ακόμη, επισημαίνεται ότι είναι προτιμότερη μία σταδιακή προσαρμογή που βασίζεται σε περικοπές δαπανών από μία «βίαιη» προσαρμογή που βασίζεται στην αύξηση των εσόδων. Ωστόσο, η έκθεση σημειώνει ότι για τις χώρες με χαμηλό επίπεδο εσόδων, η προσαρμογή που βασίζεται στην αύξηση των κρατικών εσόδων, κυρίως μέσω αύξησης του ΦΠΑ και του φόρου ιδιοκτησίας, θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει ότι, βάσει του προγράμματος σταθερότητας που εφαρμόζει η κυβέρνηση, το δημόσιο έλλειμμα της χώρας θα μειωθεί το 2010 στο 9,3% του ΑΕΠ, ενώ αν δεν υπάρξει αλλαγή της οικονομικής πολιτικής, το έλλειμμα θα ξανανέβει στο 9,9% του ΑΕΠ το 2011. Με άλλα λόγια, η Επιτροπή αναφέρει ότι στην υποθετική περίπτωση που ο προϋπολογισμός του 2011 είχε ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά με τον προϋπολογισμό του 2010, το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας θα εμφάνιζε αύξηση κατά 0,6%. Στην πράξη, ως γνωστόν, αυτό δεν είναι δυνατόν να συμβεί.
Όσον αφορά στο 2010, η έκθεση επισημαίνει ότι στην Ελλάδα εφαρμόζονται μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής τα οποία βασίζονται περισσότερο στην αύξηση των κρατικών εσόδων και λιγότερο στη μείωση των δαπανών.
Υπενθυμίζεται ότι τα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, το οποίο η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύτηκε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Όσον αφορά στα επόμενα χρόνια, η έκθεση τονίζει ότι τα μέτρα για την αύξηση των εσόδων και τις περικοπές των δαπανών θα είναι περισσότερο ισορροπημένα.
Ωστόσο, για το 2011, το 2012 και το 2013 η Επιτροπή σημειώνει ότι τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής δεν είναι αρκετά λεπτομερή και επισημαίνει τον κίνδυνο από ενδεχόμενες καθυστερήσεις στην αυστηρή εφαρμογή των δημοσιονομικών μέτρων και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει τον κίνδυνο που ενέχει η προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής για το 2010, δεδομένου ότι αυτή, σε μεγάλο βαθμό, βασίζεται στη βελτίωση των φοροεισπρακτικών μηχανισμών και κυρίως στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Ως εκ τούτου, η έκθεση τονίζει ότι δεν αρκεί μόνο η αυστηρή εφαρμογή των μέτρων που προβλέπει το πρόγραμμα σταθερότητας, αλλά και η ετοιμότητα της χώρας να λάβει πρόσθετα μέτρα αν κριθεί απαραίτητο.
Καταλήγοντας, η έκθεση της Επιτροπής σημειώνει ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, το οποίο παραμένει μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ, και το οποίο συνοδεύεται από την αύξηση των δαπανών για συντάξεις, επηρεάζει αρνητικά την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.
Τέλος, η έκθεση τονίζει ότι οι χώρες που είδαν τα δημόσια οικονομικά τους να επιδεινώνονται σημαντικά, την περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ήταν αυτές οι οποίες έπασχαν από χαμηλή ανταγωνιστικότητα, υψηλά εμπορικά ελλείμματα και υψηλές πιστώσεις.
Τι απαντά το ΥΠΟΙΚ
Σε σχέση με την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις προοπτικές των δημοσίων οικονομικών στις χώρες της Ευρωζώνης, που δημοσιοποιήθηκε σήμερα, επισημαίνονται τα εξής:
Η Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις προοπτικές των δημοσίων οικονομικών στις χώρες της Ευρωζώνης αναφέρεται σε προβλέψεις για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών της Ελλάδας, με βάση τις εκτιμήσεις του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης και τα διαθέσιμα στοιχεία, πριν από την εκπόνηση του προγράμματος οικονομικής πολιτικής στο πλαίσιο του μηχανισμού στήριξης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Η Ελλάδα σε συνεργασία με την Ε.Ε., την Ε.Κ.Τ. και το Δ.Ν.Τ. έχει εκπονήσει, παρουσιάσει και εφαρμόζει από τις αρχές Μαΐου ένα νέο πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής για την περίοδο 2010-2013. Στο ίδιο πρόγραμμα περιγράφονται και οι προοπτικές για την πορεία των δημοσίων οικονομικών ως αποτέλεσμα της εφαρμογής αυτού του προγράμματος πολιτικής. Σύμφωνα με το πρόγραμμα το δημοσιονομικό έλλειμμα για το 2010 προβλέπεται στο 8,1% του Α.Ε.Π., ενώ με την υλοποίηση του προγράμματος το έλλειμμα θα μειώνεται κάθε χρόνο, για να βρεθεί κάτω από το όριο του 3% του Α.Ε.Π. το 2014.
Στις προβλέψεις αυτές υπάρχει απόλυτη συμφωνία μεταξύ των τριών οργανισμών.
Το πρόγραμμα υλοποιείται με συνέπεια και τα στοιχεία από την εκτέλεση του Προϋπολογισμού μέχρι και τον Μάιο του 2010, με μείωση του ελλείμματος κατά 40% σε σχέση με το 2009, αποδεικνύει ότι η πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών εξελίσσεται εντός των στόχων του προγράμματος, δημιουργώντας σχεδόν βεβαιότητα για την επίτευξη του στόχου του ελλείμματος για το 2010.
Στην τελευταία θέση η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας
Στην τελευταία θέση κατατάσσει τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας η "δεξαμενή εγκεφάλων" των Βρυξελών European Policy Center (EPC), σε έκθεσή της που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η κατάταξη του EPC βασίζεται σε δείκτη στον οποίο συνυπολογίζονται έξι βασικές παράμετροι: το δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρέος, ο ρυθμός ανάπτυξης, η ανταγωνιστικότητα, ο τρόπος διακυβέρνησης / διαφθορά και οι κρατικές δαπάνες λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.
Στην κατηγορία των ισχυρότερων οικονομιών, σύμφωνα με την κατάταξη του EPC, βρίσκονται η Σουηδία, η Δανία, η Εσθονία και η Φινλανδία. Ακολουθεί ομάδα χωρών με πολύ καλές επιδόσεις, όπως η Ολλανδία, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο και η Αυστρία, ενώ μέτρια θεωρείται η οικονομική κατάσταση της Μ. Βρετανίας, της Βουλγαρίας, της Τσεχίας, της Σλοβακίας, της Πολωνίας, του Βελγίου και της Γαλλίας.
Σε κατάσταση που χαρακτηρίζεται «επικίνδυνη» βρίσκονται οι οικονομίες της Ιρλανδίας, της Σλοβενίας, της Κύπρου, της Λιθουανίας, της Μάλτας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας, της Λετονίας και της Ισπανίας, ενώ στην κατηγορία των «μη βιώσιμων» οικονομιών, βρίσκονται η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιταλία.
Ειδικότερα, η βαθμολογία της Ελλάδας με βάση τον εν λόγω δείκτη βιωσιμότητας είναι (-0,93) και ακολουθούν η Ιταλία (-0,38), η Πορτογαλία (-0,29) και η Ισπανία (-0,23). Η Σουηδία βρίσκεται στην πρώτη θέση με 0,55 και ακολουθούν η Δανία και η Εσθονία (0,45 και οι δύο).
«Η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση αλλά παράλληλα είναι η χώρα με τις χειρότερες επιδόσεις σε σχεδόν όλα τα πεδία που διαμορφώνουν το δείκτη», αναφέρει η σχετική ανακοίνωση του EPC.
Πιο αναλυτικά, με βάση τις επιδόσεις των ευρωπαϊκών χωρών στους έξι τομείς που διαμορφώνουν τον δείκτη βιωσιμότητας ισχύουν τα εξής:
Ως προς τους ρυθμούς ανάπτυξης την τελευταία διετία, η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση (-1,75%) και ακολουθούν η Λετονία και η Ισπανία. Υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης έχουν η Πολωνία και η Εσθονία.
Η Ιρλανδία έχει το υψηλότερο δημοσιονομικό έλλειμμα την τελευταία διετία (11,9%) και ακολουθεί η Μ. Βρετανία (11%) και η Ελλάδα με μέσο όρο διετίας 9,6% του ΑΕΠ.
Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο δημοσιονομικό χρέος (124,9% του ΑΕΠ) και ακολουθεί η Ιταλία (118,2%) και το Βέλγιο (99%).
Η Βουλγαρία παρουσιάζει τον χαμηλότερο δείκτη ανταγωνιστικότητας (4,02) και ακολουθούν η Ελλάδα (4,04) και η Λετονία (4,06)
Η Ελλάδα, μαζί με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία εμφανίζουν το υψηλότερο επίπεδο διαφθοράς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.