Καταιγιστική η κριτική των κομμάτων της αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση επειδή αποφάσισε να προσφύγει στο μηχανισμό στήριξης. Λογικό; Για τα δεδομένα του ελληνικού πολιτικού συστήματος ναι. Η καταγγελία, η δημαγωγία και η δαιμονοποίηση είναι οι συνήθεις και οι πιο προσφιλείς μέθοδοι όλων των σχημάτων. Οταν όμως η κριτική δεν συνοδεύεται από προτάσεις ξεπέφτει στο λαϊκισμό. Αν προσπαθήσει κάποιος να εντοπίσει τις εναλλακτικές ιδέες πίσω από τις φωνασκίες, θα βρεθεί προ δυσάρεστων εκπλήξεων.Oυδείς για παράδειγμα έχει καταλάβει ποιά είναι η στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας για την έξοδο από την κρίση. Το μόνο που μπορούμε να διαπιστώσουμε-άλλωστε δεν το κρύβουν οι ηγετικοί παράγοντες της-είναι ότι όλες οι προσπάθειες της κατατείνουν στην εκμετάλλευση των δυσκολιών της κυβέρνησης, προκειμένου να επιστρέψει στην εξουσία άρον-άρον και χωρίς να έχει προηγηθεί ένας οργανωμένος αναστοχασμός για την πορεία της από το 2004 μέχρι το 2009 και η λυτρωτική αυτοκριτική για τις πομπές και τις παραλείψεις της.
Έτσι δεν διστάζει να χαϊδεύει αυτιά , να κολακεύει κοινωνικές ομάδες και να εκστομίζει γενικολογίες. Πιστεύει ότι για ακόμη μία φορά θα λειτουργήσει ο νόμος της μεταπολίτευσης, σύμφωνα με τον οποίο η αποδόμηση της μιας πρότασης εξουσίας, ενισχύει την άλλη. Πράγματι αυτός ο νόμος ισχύει από το 1977. Έτσι πορεύτηκε ο δικομματισμός. Ωστόσο σήμερα τα πράγματα μοιάζουν διαφορετικά. Η ενδεχόμενη κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι δεν θα έχει συνέπειες συνολικά στο πολιτικό σκηνικό.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι η οικονομική κρίση θα μετεξελιχτεί σε κοινωνική κι αυτή με τη σειρά της θα επηρεάσει δραματικά τις κομματικές εκπροσωπήσεις, αναδιατάσσοντας τις ισορροπίες, οι οποίες εδώ και μερικά χρόνια φαντάζουν ασταθείς. Από την πλευρά της η Αριστερά δείχνει να έχει πάρει διαζύγιο από τη σοβαρότητα και το ρεαλισμό.
Το ΚΚΕ λέει «όχι σε όλα», ενοχοποιεί τον καπιταλισμό και για να μην κατηγορηθεί ότι δεν έχει προτάσεις προβάλλει μαξιμαλιστικούς στόχους. Ο ΣΥΡΙΖΑ, στην κυρίαρχη εκδοχή του, «κουκουεδοποιείται» με ταχύτατους ρυθμούς. Ο Α. Αλαβάνος χαρακτηρίζει την κυβέρνηση παράνομη, ο Π. Λαφαζάνης πιστεύει ότι πρέπει η χώρα να βγει από την ΟΝΕ, άλλοι ζητούν αναδιαπραγμάτευση του χρέους, στάση πληρωμών, δημοψήφισμα και γενικώς πλασάρουν οτιδήποτε ακούγεται ευχάριστα στους ζαλισμένους κατοίκους αυτής της χώρας.
Προφανώς και το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ πλειοδοτούν εκ του ασφαλούς γιατί γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να κληθούν να υλοποιήσουν αυτήν την πολιτική από θέσεις εξουσίας. Βαρώντας ντουφεκιές στον αέρα ελπίζουν ότι θα δελεάσουν τους αριστερούς ψηφοφόρους που επέλεξαν το ΠΑΣΟΚ στις τελευταίες εκλογές. Την ίδια στιγμή με αφορμή τις αδυναμίες του πολιτικού συστήματος, αλλά και τις ευθύνες των κομμάτων εξουσίας για τη σημερινή κατάσταση, κερδίζει έδαφος ένας μηδενιστικός λόγος ο οποίος περιγράφει συλλήβδην τα κόμματα ως διεφθαρμένους μηχανισμούς και χρεώνει στο πολιτικό προσωπικό όλα τα δεινά της χώρας, χαρακτηρίζοντας το ανίκανο, σπάταλο, δόλιο και αργυρώνητο.
Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η ισοπεδωτική ρητορική προέρχεται από διάφορους δημοσιολόγους [«σκαφάτους», «πισινάτους», με παχυλά εισοδήματα και θηριώδεις καταθέσεις σε τράπεζες του εξωτερικού], οι οποίοι τάχα κόπτονται για τις ανάγκες των πληβειακών στρωμάτων της χώρας, αλλά και από παράγοντες του επιχειρηματικού κόσμου που πετροβολούν με άνεση τα κόμματα και τους πολιτικούς, χωρίς όμως να εκτίθενται στη δοκιμασία της κρίσης του λαού. Είναι οι πιο επικίνδυνοι. Κήνσορες με σκοτεινό παρελθόν και λεοντή Ροβεσπιέρου.
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια προς τα που θα πάνε τα πράγματα. Το σίγουρο είναι ότι πολλά θ' αλλάξουν στη χώρα και στην οικονομία και στην κοινωνία και στο πολιτικό σύστημα. Αν θα είναι προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο θα εξαρτηθεί από τη δράση των δημιουργικών δυνάμεων του έθνους. Ισως είμαστε πρώτη φορά τόσο κοντά σ' αυτό που εδώ και καιρό προαναγγέλλεται, δηλαδή στο τέλος του κύκλου της μεταπολίτευσης. του Τάσσου Παππά για το newstime |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.