Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΥΡΙΑΚΟΥΛΙΑ*
Αυτή τη στιγμή πάνω από 1.500 εκλεγμένοι εκπρόσωποι των εργαζομένων στους χώρους εργασίας, στα πρωτοβάθμια σωματεία, στις κλαδικές ομοσπονδίες και τα εργατικά κέντρα, δίνουν μια μάχη, που τουλάχιστον οι νεότεροι δεν έχουν βιώσει. Καθημερινά μέσα και έξω από τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα και στις επιθεωρήσεις εργασίας παλεύουν να αποτρέψουν απολύσεις, να μην περάσουν οι διαθεσιμότητες, να μην εφαρμοστεί η εκ περιτροπής εργασία που μετατρέπεται σε πραγματική μάστιγα, να μην περάσουν οι εργοδοτικοί εκβιασμοί του άγριου πετσοκόμματος του μισθού, να καταβληθούν δεδουλευμένα μηνών, να μην κλείσουν επιχειρήσεις, να εφαρμοστούν οι συλλογικές συμβάσεις, να τηρηθούν τα μέτρα υγείας και ασφάλειας.
Αυτήν την καθημερινή μάχη κανείς δεν τη βλέπει, κανείς δεν αποτυπώνει, κανείς δεν την αναδεικνύει και πολύ περισσότερο βέβαια δεν το κάνει η συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ. Αυτή η συγκεκριμένη εικόνα του εργατικού συνδικαλισμού στη χώρα μας, απλά είναι αόρατη. Αντ' αυτού το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά μιας άνευ όρων διαπόμπευσης και ούτε λίγο, ούτε πολύ, του ζητούν να αυτοδιαλυθεί.
Αυτή τη στιγμή πάνω από 1.500 εκλεγμένοι εκπρόσωποι των εργαζομένων στους χώρους εργασίας, στα πρωτοβάθμια σωματεία, στις κλαδικές ομοσπονδίες και τα εργατικά κέντρα, δίνουν μια μάχη, που τουλάχιστον οι νεότεροι δεν έχουν βιώσει. Καθημερινά μέσα και έξω από τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα και στις επιθεωρήσεις εργασίας παλεύουν να αποτρέψουν απολύσεις, να μην περάσουν οι διαθεσιμότητες, να μην εφαρμοστεί η εκ περιτροπής εργασία που μετατρέπεται σε πραγματική μάστιγα, να μην περάσουν οι εργοδοτικοί εκβιασμοί του άγριου πετσοκόμματος του μισθού, να καταβληθούν δεδουλευμένα μηνών, να μην κλείσουν επιχειρήσεις, να εφαρμοστούν οι συλλογικές συμβάσεις, να τηρηθούν τα μέτρα υγείας και ασφάλειας.
Αυτήν την καθημερινή μάχη κανείς δεν τη βλέπει, κανείς δεν αποτυπώνει, κανείς δεν την αναδεικνύει και πολύ περισσότερο βέβαια δεν το κάνει η συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ. Αυτή η συγκεκριμένη εικόνα του εργατικού συνδικαλισμού στη χώρα μας, απλά είναι αόρατη. Αντ' αυτού το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά μιας άνευ όρων διαπόμπευσης και ούτε λίγο, ούτε πολύ, του ζητούν να αυτοδιαλυθεί.
Από τη μια πλευρά, είναι η κυβέρνηση των ζηλωτών του Μνημονίου, η οποία ταγμένη στην με κάθε μέσο και τρόπο άμεση εφαρμογή των εντολών της τρόικας και των δανειστών της χώρας για ξήλωμα κάθε εργατικής κατάκτησης, καθοδηγεί μια «έξυπνη» επιχείρηση απο-νομιμοποίησης και από-ηθικοποίησης των συνδικάτων, με την απόλυτη συμπαράσταση των κυρίαρχων ΜΜΕ. Η επίθεση ξεκινά από την επαναφορά στο προσκήνιο της «εργατικής αριστοκρατίας» στις ΔΕΚΟ που η ίδια δημιούργησε. Συνεχίζει με τις «αγκυλωμένες» και τις «κατεστημένες» ηγεσίες των συνδικάτων στα δευτεροβάθμια κλαδικά συνδικάτα, που δήθεν φοβούνται τις επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις από όπου και θα ξεπηδήσει ο «υγιής» «μη ελεγχόμενος» συνδικαλισμός της βάσης. Στη συνέχεια περνά στα «προνόμια» των συνδικαλιστών που απορρέουν από τη συμμετοχή τους σε Δ.Σ. και επιτροπές οργανισμών κοινωνικής πολιτικής, που οι κυβερνήσεις θεσμοθέτησαν και ως «κερασάκι στην τούρτα» προσφέρει τις προσωπικές διαπομπεύσεις συνδικαλιστικών στελεχών από γνωστούς και άγνωστους δημοσιογράφους, από γνωστές τηλεοπτικές εκπομπές και άγνωστα blogs.
Από την άλλη πλευρά, είναι και ένας ιδιότυπος λαϊκίστικος αριστερισμός μιας σημαντικής μερίδας της αριστεράς και ορισμένων «κινημάτων», «κινήσεων» και «συλλογικοτήτων», όπου για πολλούς από τους «εκπροσώπους» του είναι να αναρωτιέται κανείς εάν έχουν εργαστεί ποτέ ή έστω αν έχουν περάσει από εργασιακό χώρο. Η επίθεση εδώ αφορά τις «ξεπουλημένες» και «γραφειοκρατικές» συνδικαλιστικές ηγεσίες (γενικώς και αορίστως), την «ξεπουλημένη» ΓΣΕΕ, το «ξεπούλημα» των αγώνων και ό,τι άλλο «ξεπούλημα» μπορεί να φανταστεί κανείς. Η συμμετοχή στα όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος αποτελεί έγκλημα καθοσιώσεως και η μη αποχώρηση από αυτά ισοδυναμεί με εσχάτη προδοσία. Συχνά, η (απολύτως αναγκαία και δικαιολογημένη) πολιτική - συνδικαλιστική κριτική απέναντι στα συνδικάτα και στην κορυφαία οργανωτική τους έκφραση (ΓΣΕΕ) είναι ουσιαστικά απούσα, η μάχη μέσα από τις γραμμές των συνδικάτων για τη «γραμμή»
των συνδικάτων ανύπαρκτη, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που η «πολεμική αντιπαράθεση» με «ακτιβίστικες» ενέργειες ή άλλου είδους επιθέσεις δεν αφορά στους εργοδότες ή την κυβέρνηση, αλλά στα συνδικάτα.
Όμως το αποτέλεσμα της αμφίπλευρης αυτής επίθεσης που δέχονται τα συνδικάτα και η ΓΣΕΕ, είναι ουσιαστικά η απαξίωση, αποδυνάμωση και εν τέλει διάλυση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Και αυτό γιατί, με αυτές τις επιθέσεις υπάρχει ο κίνδυνος μαζί με τα «απόνερα» (τις χρόνιες δηλαδή παθογένειες του συνδικαλιστικού κινήματος), να «πεταχτεί και το παιδί» (ο ίδιος ο θεσμός του συνδικάτου).
Ας μιλήσουμε λοιπόν για τα αυτονόητα: τα συνδικάτα είναι εργατικός θεσμός που κατοχυρώθηκε με αιματηρούς αγώνες. Δεν είναι ούτε εργοδοτικός, ούτε κυβερνητικός, ούτε αστικός θεσμός. Ιστορικά συγκροτήθηκαν ως αντίδραση των εξαρτημένων από τη μισθωτή εργασία εργατών, απέναντι στην ατομική τους αδυναμία να αντιμετωπίσουν την ανισότητα που προκύπτει από τη θέση τους στον καταμερισμό της εργασίας. Για αυτό και τα βασικά χαρακτηριστικά τους υπήρξαν η αλληλεγγύη, η κοινή συλλογική δράση και η μαζικότητα και ο κυρίαρχος στόχος τους η βελτίωση της θέσης των εργαζομένων μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα.
Η ιστορική πορεία και οργανωτική συγκρότηση των ελληνικών συνδικάτων είναι γνωστή. Το οργανωτικό τους μοντέλο αποτελεί το ιστορικό προϊόν μιας βασανιστικής πορείας, με έντονα τα στοιχεία μιας ανώμαλης καθιέρωσης και ανάπτυξης, λόγω των συνεχών ποικίλων κρατικών, κομματικών και εργοδοτικών παρεμβάσεων στο εσωτερικό τους μέχρι και πολύ πρόσφατα. Το αποτέλεσμα της πορείας αυτής αποτυπώθηκε στο αποδεκτό από όλους «οραματικό» τρίπτυχο: ένα σωματείο, μια ομοσπονδία, μια Συνομοσπονδία. Η ΓΣΕΕ αποτυπώνει (εκτός άλλων) οργανωτικά αυτό το «όραμα» της ενότητας (άσχετα αν αυτή σήμερα είναι εντελώς επίπλαστη), εξ ου και ο αγώνας «των ταξικών συνδικάτων» ήταν πάντα ο «έλεγχος» και ο «εκδημοκρατισμός» της κορυφαίας οργάνωσης.
Από την άλλη πλευρά, είναι και ένας ιδιότυπος λαϊκίστικος αριστερισμός μιας σημαντικής μερίδας της αριστεράς και ορισμένων «κινημάτων», «κινήσεων» και «συλλογικοτήτων», όπου για πολλούς από τους «εκπροσώπους» του είναι να αναρωτιέται κανείς εάν έχουν εργαστεί ποτέ ή έστω αν έχουν περάσει από εργασιακό χώρο. Η επίθεση εδώ αφορά τις «ξεπουλημένες» και «γραφειοκρατικές» συνδικαλιστικές ηγεσίες (γενικώς και αορίστως), την «ξεπουλημένη» ΓΣΕΕ, το «ξεπούλημα» των αγώνων και ό,τι άλλο «ξεπούλημα» μπορεί να φανταστεί κανείς. Η συμμετοχή στα όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος αποτελεί έγκλημα καθοσιώσεως και η μη αποχώρηση από αυτά ισοδυναμεί με εσχάτη προδοσία. Συχνά, η (απολύτως αναγκαία και δικαιολογημένη) πολιτική - συνδικαλιστική κριτική απέναντι στα συνδικάτα και στην κορυφαία οργανωτική τους έκφραση (ΓΣΕΕ) είναι ουσιαστικά απούσα, η μάχη μέσα από τις γραμμές των συνδικάτων για τη «γραμμή»
των συνδικάτων ανύπαρκτη, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που η «πολεμική αντιπαράθεση» με «ακτιβίστικες» ενέργειες ή άλλου είδους επιθέσεις δεν αφορά στους εργοδότες ή την κυβέρνηση, αλλά στα συνδικάτα.
Όμως το αποτέλεσμα της αμφίπλευρης αυτής επίθεσης που δέχονται τα συνδικάτα και η ΓΣΕΕ, είναι ουσιαστικά η απαξίωση, αποδυνάμωση και εν τέλει διάλυση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Και αυτό γιατί, με αυτές τις επιθέσεις υπάρχει ο κίνδυνος μαζί με τα «απόνερα» (τις χρόνιες δηλαδή παθογένειες του συνδικαλιστικού κινήματος), να «πεταχτεί και το παιδί» (ο ίδιος ο θεσμός του συνδικάτου).
Ας μιλήσουμε λοιπόν για τα αυτονόητα: τα συνδικάτα είναι εργατικός θεσμός που κατοχυρώθηκε με αιματηρούς αγώνες. Δεν είναι ούτε εργοδοτικός, ούτε κυβερνητικός, ούτε αστικός θεσμός. Ιστορικά συγκροτήθηκαν ως αντίδραση των εξαρτημένων από τη μισθωτή εργασία εργατών, απέναντι στην ατομική τους αδυναμία να αντιμετωπίσουν την ανισότητα που προκύπτει από τη θέση τους στον καταμερισμό της εργασίας. Για αυτό και τα βασικά χαρακτηριστικά τους υπήρξαν η αλληλεγγύη, η κοινή συλλογική δράση και η μαζικότητα και ο κυρίαρχος στόχος τους η βελτίωση της θέσης των εργαζομένων μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα.
Η ιστορική πορεία και οργανωτική συγκρότηση των ελληνικών συνδικάτων είναι γνωστή. Το οργανωτικό τους μοντέλο αποτελεί το ιστορικό προϊόν μιας βασανιστικής πορείας, με έντονα τα στοιχεία μιας ανώμαλης καθιέρωσης και ανάπτυξης, λόγω των συνεχών ποικίλων κρατικών, κομματικών και εργοδοτικών παρεμβάσεων στο εσωτερικό τους μέχρι και πολύ πρόσφατα. Το αποτέλεσμα της πορείας αυτής αποτυπώθηκε στο αποδεκτό από όλους «οραματικό» τρίπτυχο: ένα σωματείο, μια ομοσπονδία, μια Συνομοσπονδία. Η ΓΣΕΕ αποτυπώνει (εκτός άλλων) οργανωτικά αυτό το «όραμα» της ενότητας (άσχετα αν αυτή σήμερα είναι εντελώς επίπλαστη), εξ ου και ο αγώνας «των ταξικών συνδικάτων» ήταν πάντα ο «έλεγχος» και ο «εκδημοκρατισμός» της κορυφαίας οργάνωσης.
Αναμφισβήτητα επίσης, το συνδικαλιστικό κίνημα διέρχεται μια πολύπλευρη - πολυεπίπεδη κρίση (την οποία η εφαρμογή του Μνημονίου ήλθε να φωτίσει και να μεγιστοποιήσει ακόμα περισσότερο). Είναι μια κρίση ιδεολογίας, αρχών και αξιών επειδή έχει απομακρυνθεί από τις διαχρονικές συλλογικές αξίες του εργατικού κινήματος (ταξικός προσανατολισμός, αλληλεγγύη, ενότητα στη δράση). Είναι κρίση μαζικότητας. Κρίση κοινωνικής, ηθικής και δημοκρατικής νομιμοποίησης. Κρίση κύρους και αξιοπιστίας. Κρίση αντιπροσώπευσης. Κρίση εσωτερικής δημοκρατικής λειτουργίας. Η κρίση αυτή σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην ενσωμάτωση του συνδικαλιστικού κινήματος στο σύστημα και στον ισχυρό του εναγκαλισμό με την εξουσία μέσω και της «συνδιαχείρισης» θεσμών ή οργανισμών, γεγονός που δημιουργεί το υπόβαθρο για υπαρκτά φαινόμενα εκφυλισμού.
Απέναντι σε όλα αυτά, δεν καταργείς τον εργατικό θεσμό. Παλεύεις να τον αλλάξεις. Γι' αυτό και οι δυνάμεις της αριστεράς μέσα συνδικάτα, όπως αυτές εκφράζονται τουλάχιστον από την Αυτόνομη Παρέμβαση, μιλούν για την αδήριτη πια αναγκαιότητα μιας ουσιαστικής οργανωτικής αναδιάρθρωσης του συνδικαλιστικού κινήματος. Με την επανάκτηση του ταξικού και αγωνιστικού τους προσανατολισμού, την ενίσχυση των αρχών της Αλληλεγγύης και της Ενωτικής Δράσης, την αύξηση της μαζικότητας τους και τη διεύρυνση της αντιπροσωπευτικότητάς τους με την χωρίς όρους ένταξη του κόσμου της επισφάλειας, την καθιέρωση πραγματικής αυτονομίας και της οικονομικής αυτοδυναμίας, την ανάδειξη νέων στελεχών, την ανάληψη ευρωπαϊκής δράσης και συντονισμού.
Γι' αυτό και η άμεση διενέργεια, με ευθύνη όλων των δυνάμεων και κυρίως της πλειοψηφούσας ΠΑΣΚΕ, ενός νέου πανεργατικού συνεδρίου με προγραμματικά, οργανωτικά, καταστατικά χαρακτηριστικά και βεβαίως καθαρά μητρώας είναι πλέον μονόδρομος.
Διαφορετικά, οι διαπομπεύοντες και μαζί τους ο ΣΕΒ θα δικαιωθούν, ενώ ο κόσμος της μισθωτής εργασίας θα μείνει χωρίς τον μοναδικό θεσμό που και μπορεί και νομιμοποιείται να εκφράσει και να υπερασπίσει τα συλλογικά του συμφέροντα: τα εργατικά συνδικάτα.
Απέναντι σε όλα αυτά, δεν καταργείς τον εργατικό θεσμό. Παλεύεις να τον αλλάξεις. Γι' αυτό και οι δυνάμεις της αριστεράς μέσα συνδικάτα, όπως αυτές εκφράζονται τουλάχιστον από την Αυτόνομη Παρέμβαση, μιλούν για την αδήριτη πια αναγκαιότητα μιας ουσιαστικής οργανωτικής αναδιάρθρωσης του συνδικαλιστικού κινήματος. Με την επανάκτηση του ταξικού και αγωνιστικού τους προσανατολισμού, την ενίσχυση των αρχών της Αλληλεγγύης και της Ενωτικής Δράσης, την αύξηση της μαζικότητας τους και τη διεύρυνση της αντιπροσωπευτικότητάς τους με την χωρίς όρους ένταξη του κόσμου της επισφάλειας, την καθιέρωση πραγματικής αυτονομίας και της οικονομικής αυτοδυναμίας, την ανάδειξη νέων στελεχών, την ανάληψη ευρωπαϊκής δράσης και συντονισμού.
Γι' αυτό και η άμεση διενέργεια, με ευθύνη όλων των δυνάμεων και κυρίως της πλειοψηφούσας ΠΑΣΚΕ, ενός νέου πανεργατικού συνεδρίου με προγραμματικά, οργανωτικά, καταστατικά χαρακτηριστικά και βεβαίως καθαρά μητρώας είναι πλέον μονόδρομος.
Διαφορετικά, οι διαπομπεύοντες και μαζί τους ο ΣΕΒ θα δικαιωθούν, ενώ ο κόσμος της μισθωτής εργασίας θα μείνει χωρίς τον μοναδικό θεσμό που και μπορεί και νομιμοποιείται να εκφράσει και να υπερασπίσει τα συλλογικά του συμφέροντα: τα εργατικά συνδικάτα.
* Ο Παναγιώτης Κυριακούλιας είναι Οργανωτικός Γραμματέας της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδος (ΟΙΥΕ) και μέλος της συντονιστικής επιτροπής της Αυτόνομης Παρέμβασης. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ΑΥΓΗ, 09.01.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.