Δυο χρόνια μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», μου τηλεφώνησε Τσέχος συνάδελφος και με προσκάλεσε να επισκεφθώ το Ινστιτούτο του στην Πράγα. Μου εξήγησε ότι δεν υπήρχε φράγκο για οδοιπορικά, αλλά με διαβεβαίωσε ότι θα περνούσα βασιλικά τις λίγες μέρες -και ιδίως τις νύχτες- που θα έμενα εκεί. Επειδή η κατάσταση στην Τσεχοσλοβακία ήταν όντως δραματική και τα τότε οικονομικά μου το επέτρεπαν, πήρα ένα αεροπλάνο και πήγα.
Με οδήγησε καταρχήν στο σπίτι του, ένα μικροσκοπικό διαμέρισμα στην περιφέρεια της πόλης. Αφού φάγαμε κι ήπιαμε με τη γυναίκα και τα παιδιά του, μπήκαμε πάλι στο αυτοκίνητο και φτάσαμε στο κέντρο. Σταμάτησε έξω από ένα μεγαλοπρεπές κτήριο και ξεκλείδωσε την πόρτα. Εσωτερικό ασανσέρ μάς ανέβασε σε έναν χώρο περίπου εκατό τετραγωνικών, με πανύψηλο ταβάνι, περίτεχνα γύψινα, παχιά χαλιά, γκρενά κουρτίνες και βάζα γεμάτα κόκκινα τριαντάφυλλα. Στη μιαν άκρη του δωματίου υπήρχε ένα αυτοκρατορικό κρεβάτι και στην άλλη ένα μασίφ γραφείο. Προλαβαίνοντας την ερώτησή μου, ο συνάδελφος έσπευσε να με πληροφορήσει ότι σ” αυτό το δωμάτιο φιλοξενούνταν κάποτε οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι απ” τη Σοβιετική Ένωση. Χαμογέλασε πικρά και με καληνύχτισε.
Οι φίλοι κι οι γνωστοί απορούν πώς μετά από τόσα χρόνια σοσιαλιστικής διαπαιδαγώγησης οι «πρώην» δείχνουν τέτοια απονιά για τους πρόσφυγες απ” τη Συρία. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Στις χώρες του «υπαρκτού» θριαμβεύουν τώρα οι ακραίοι κι οι ακροδεξιοί. Οι δε Τσέχοι γραφειοκράτες είναι ό,τι χειρότερο όταν βρεθεί κανείς στο ίδιο τραπέζι.
Για να μη γλυστρήσουμε σε αντίστροφο ρατσισμό, ας θυμηθούμε ωστόσο ότι την ίδια ανάλγητη συμπεριφορά δείχνει η Δανία. Κι εκεί όμως -υποτίθεται- η κοινωνία είχε διαπαιδαγωγηθεί στο «εμείς» και στις αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης. Τι τρέχει λοιπόν, μήπως ο βαθμός της αδιαφορίας για τον Άλλον είναι ευθέως ανάλογος της «σοσιαλιστικής» εμπειρίας που είχαν οι λαοί της Ευρώπης από τον πόλεμο και μετά;
Για τους Δανούς δεν ξέρω. Γνωρίζω όμως καλά το μείγμα αυτο-σαρκασμού και δηλητηριώδους ειρωνείας με το οποίο αντιμετώπιζαν τους συνομιλητές τους οι Ρώσοι, οι Τσέχοι κι οι Ούγγροι που συναντούσα επί «σοσιαλισμού». Όταν άνοιγε η συζήτηση, αυτό που έβγαινε ήταν ένας απέραντος κυνισμός. Ένα «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε» κι ένα «όλοι ίδιοι είναι».
Οι αλλεπάλληλες ματαιώσεις και το άπιαστο όνειρο μιας πραγματικά ελεύθερης κοινωνίας ήταν, φαίνεται, εκρηκτικό μείγμα. Και όταν το μείγμα αυτό εξερράγη, η απογοήτευση και ο αυτο-οικτιρμός των «πρώην» μετατράπηκε σε μισαλλοδοξία. Μισαλλοδοξία απέναντι σε οποιονδήποτε Άλλον, εντός ή εκτός επικράτειας. Οι Δανοί μπορεί να βγήκαν στο ίδιο σημείο ακολουθώντας μιαν άλλη διαδρομή: Ο σκανδιναβικός τρόπος κι η θριαμβεύουσα σοσιαλδημοκρατία μπορεί να έφεραν χίλια δυο καλά, αλλά όχι την Ευτυχία.
Ψυχολογίζουσες ερμηνείες, θα πείτε, που δεν λαμβάνουν υπ” όψην την «πάλη των τάξεων» και τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς. Μια στιγμή όμως. Δεν είπαμε ότι φταίει ο καιρός, είπαμε ότι φταίει η υστέρηση του υποκειμενικού παράγοντα απέναντι στις αντικειμενικές συνθήκες. Η «σοσιαλιστική ψυχολογία» -που δεν κατακτήθηκε ποτέ- όπως το έθεσε ο Καρούζος.
Οι Σύροι πρόσφυγες κι οι μετανάστες, με το αίτημα μιας ανθρώπινης ζωής που μεταφέρουν, με την ορμή της ελπίδας και το κουράγιο τους, θα μπορούσαν να είναι η αναζωογωνητική δύναμη που χρειάζεται μια γερασμένη και βαθειά απογοητευμένη Ευρώπη. Έχοντας δει με τα μάτια τους τη φρίκη του πολέμου και έχοντας βιώσει το αδιέξοδο των εσωτερικών συγκρούσεων και των ανταγωνισμών, οι «ξένοι» αυτοί που θαλασσοπνίγονται στο Αιγαίο είναι οι πιο φερέγγυοι πρεσβευτές της ειρήνης και της κοινωνικής προκοπής. Όπως ήταν οι Μικρασιάτες το 1922 και οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι στο τέλος του πολέμου.
Λέει ο Ρίτσος: «αυτός ο Ξένος ήταν ο πιο δικός μας». Αλήθεια, πόσος πόνος και πόσος θάνατος χρειάζονται άραγε για να καταλάβουμε ότι ο Άλλος που μας χτυπάει την πόρτα δεν είναι παρά ο συγχωρημένος, ο ελευθερωμένος, ο καινούργιος μας Εαυτός;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.