Γράφει ο Δημήτρης Καραγεωργόπουλος
Μέλος Διοίκησης ΓΣΕΕ
Μπροστά σε μια τέτοια δυσμενή διεθνή και εθνική συγκυρία, όπου ο διεθνής καπιταλισμός βρίσκεται σε σαφώς πιο ενισχυμένη, σχεδόν κυρίαρχη, σχέση απέναντι στον κόσμο της εργασίας (μισθωτοί, άνεργοι, συνταξιούχοι, κ.ά.) και όπου και οι πιο αισιόδοξοι σύγχρονοι αναλυτές μας διαβεβαιώνουν ότι «οριστικά και αμετάκλητα» δεν υπάρχει διέξοδος για την Εργασία, η δυνατότητα κατάρτισης και προώθησης εναλλακτικής πολιτικής πρότασης, υπερβατικής (ή ανατρεπτικής) του κυρίαρχου (καπιταλιστικού) συστήματος μειώνεται αφάνταστα, σχεδόν μηδενίζεται, από την κατάσταση που επικρατεί στα ίδια τα πολιτικά κόμματα. Γιατί τα πολιτικά κόμματα έχουν πάψει, από καιρό τώρα, να εκφράζουν και να υπηρετούν τα συμφέροντα των εργαζομένων. Συνειδητά ή ασυνείδητα εκφράζουν το...
κυρίαρχο σύστημα, υπηρετούν το κυρίαρχο σύστημα, έχουν μετατραπεί σ’ ένα θεσμό τμήμα του συστήματος. Γι' αυτό ίσως πρέπει κάποτε να πάψουμε να μιλάμε για κρίση των κομμάτων και να μιλάμε για οριστικό εκφυλισμό των κομμάτων, για αμετάκλητη και αθεράπευτη παραμόρφωση τους.
Πραγματικά, είναι καιρός που στην Ευρώπη έχει αρχίσει να γίνεται και ανοικτά πια λόγος για βαθιά κρίση των πολιτικών κομμάτων και των ηγεσιών τους, ακόμα και αυτών της Αριστεράς (πολιτικών κομμάτων, συνδικάτων, συνεταιρισμών, κ.ά.). Η συζήτηση αυτή, και μάλιστα έντονη, έχει περάσει και μέσα στα κόμματα της Αριστεράς. Είναι καιρός δε που πρόσφατες αναλύσεις εντοπίζουν τα αίτια της κρίσης των πολιτικών οργανώσεων στα ανώτερα, ηγετικά, κλιμάκια των οργανώσεων αυτών. Στη συμπεριφορά των ηγεσιών τους, στο ήθος τους, τις συνήθειες τους, κλπ. Πολλά από τα λεγόμενα πολιτικά κόμματα έχουν εισάγει στο εσωτερικό τους μεθόδους, λειτουργίες και ήθος που δεν έχουν καμιά σχέση με τα οράματα και τις επιθυμίες του εργατικού κινήματος. Ο αυταρχισμός, η αναξιοκρατία, ο νεποτισμός είναι πάγιες, «κατακτημένες» πια μέθοδες σ’ όλες σχεδόν τις οργανώσεις. Επίσης ο παραγκωνισμός κάθε αντίθετης άποψης και φωνής είναι η πιο προσφιλής συμπεριφορά και τακτική των ηγεσιών τους.
Εκτιμώντας λοιπόν την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις λεγόμενες πολιτικές οργανώσεις στην Ευρώπη, διαπιστώνουμε ότι κάθε άλλο παρά αυτές αποτελούν την εναλλακτική πολιτική δύναμη που θα υπερβεί το κυρίαρχο καπιταλιστικό σύστημα και θα ελευθερώσει την κοινωνία από την εκμετάλλευση και την αλλοτρίωση.
Υπάρχει, λοιπόν, κατά τη γνώμη μου, ζήτημα εναλλακτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης και δράσης. Όπως υπάρχει ζήτημα εναλλακτικής πολιτικής («ηγεμονικής») καθοδήγησης του εργατικού κινήματος, του κόσμου της εργασίας στην σύγχρονη, πιο πλατειά του διάσταση. Ένα κόμμα κι ένα συνδικάτο που δεν θα στηρίζεται, στην πολιτική συμβολογία, την προπαγάνδα, τη δημαγωγία, τον πολιτικό μακιαβελισμό, τη ρουσφετολογία, την αρπαγή και την εξαγορά ψήφων. Γι αυτό χρειάζεται μια νέα συζήτηση, μια νέα θεωρία για το πολιτικό κόμμα και το συνδικάτο.
Σήμερα μας χρειάζονται νέα κοινωνικά υποκείμενα, που θα κάνουν αμέσως ορατή την ταξική τους συγκρότηση και τους πολιτικούς τους στόχους. Το συνδικάτο δεν μπορεί να είναι «ιμάντας μεταφοράς» εντολών από ένα καπιταλιστικό ή γραφειοκρατικό κράτος ή από ένα «ολιγαρχικό» κόμμα. Η αυτονομία του από το κράτος, όποιο κράτος, ή το κόμμα, σαν λειτουργική κατηγορία που διαμορφώνει μαζί με τα άλλα τμήματα του λαϊκού κινήματος ισότιμα την πολιτική του, απαιτεί αναβάθμιση στους ταξικούς στόχους, συμμαχίες ενωτικές και αποτελεσματικές μορφές και μεθόδους δράσης. Απαιτεί νέα διαλεκτική σχέση ανάμεσα στα διάφορα κινήματα της εργατικής τάξης. Οι παραδοσιακές δομές της εργατικής τάξης αδυνατούν να σηκώσουν όλα τα βάρη του Έθνους στις πλάτες τους. Για τον απλούστατο λόγο ότι τα συνδικάτα δεν αποτελούν πολιτικούς σχηματισμούς. Όσο και αν η κοινωνία έχει τέτοιου είδους απαιτήσεις από τα συνδικάτα. Από την άλλη βλέπουμε κόμματα να συμπεριφέρονται ως συνδικάτα και ν’ αποποιούνται των ευθυνών τους ως πολιτικά κόμματα. Χρειάζονται ανανέωση στις δομές τους; Ιδού το ζητούμενο.
Ειδικότερα το συνδικαλιστικό κίνημα, μπροστά στην κατάσταση που περιγράψαμε παραπάνω, έχει σήμερα δύο εναλλακτικές επιλογές: Ή να δεχθεί μοιρολατρικά τη νέα αυτή κατάσταση και να υποταγεί ολοκληρωτικά στο κεφάλαιο και το νεοφιλελευθερισμό ή να περάσει σε νέα οργάνωση και τρόπους καθημερινής πάλης. Η δεύτερη αυτή επιλογή απαιτεί την ανάπτυξη μιας νέας θεωρίας και σύγχρονης στρατηγικής, που δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική και διεθνιστική. Μια νέα πολιτική θεωρία και ταυτόχρονη ανάπτυξη στρατηγικής επαναστατικής, γιατί η σύγκρουση του κεφαλαίου και της εργασίας, που κρύβει μέσα της η νέα εποχή, θα είναι οξύτατη και ολοκληρωτική. Γι αυτό επιβάλλεται πανεθνική, διεθνική παγκόσμια αφύπνιση της εργατικής τάξης, όλων των εργαζομένων. Αν δεν συμβεί αυτό το δεύτερο, τότε η Αντίθεση (Αντίφαση) ανάμεσα στο εργατικό κίνημα και το κεφάλαιο έχει χαθεί οριστικά κι αμετάκλητα υπέρ του κεφαλαίου, το οποίο ήδη και με την εισαγωγή και χρήση της νέας τεχνολογίας έχει κερδίσει στα σημεία: έχει δημιουργήσει στρατιές εκατομμυρίων ανέργων μεταφέροντας την ευθύνη στις κυβερνήσεις και στην «αδιαλλαξία» και μη κατανόηση του συνδικαλιστικού κινήματος. Ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός έχει περικόψει σημαντικά και περικόπτει καθημερινά τις κοινωνικές παροχές, προτείνει και σταδιακά επιβάλλει τις λεγόμενες «εναλλακτικές μορφές εργασίας», τις οποίες μέχρι πρόσφατα το συνδικαλιστικό κίνημα ούτε μπορούσε να διανοηθεί, έχει φέρει σ’ αντιπαράθεση μεταξύ τους διάφορα τμήματα της εργατικής τάξης (υψηλόμισθοι - χαμηλόμισθοι, ρετιρέ – ισόγεια, δημόσιοι – ιδιωτικοί, υπάλληλοι - χειρώνακτες). Και θ’ ακολουθήσουν σίγουρα κι άλλες δυσμενείς καταστάσεις για τους εργαζόμενους, παρόλες τις διαβεβαιώσεις πολιτικών· (δημαγωγών) και τεχνοκρατών ότι δήθεν «θα έρθουν καλύτερες μέρες», ότι θα έρθει η ανάπτυξη μέσα από «σφίξιμο του ζωναριού», ότι θα αυξηθεί η απασχόληση, θα μειωθεί η ανεργία, κάτι που αποτελεί μεγάλο ψέμα. Από την ικανότητα και τη φαντασία του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ευρώπη και τη δυνατότητα του ν’ αντιμετωπίσει τις ολομέτωπες αντεργατικές επιθέσεις του νεοφιλελευθερισμού θα εξαρτηθεί αν αυτό μπορεί σε κάποιο βαθμό ν’ ανταποκριθεί στις ανάγκες των καιρών. Αν μπορεί ν’ αποκτήσει παρουσία και λόγο ή θα αναμένει μοιρολατρικά την ολοκληρωτική υποταγή του κινήματος στον εθνικό και παγκόσμιο νεοφιλελευθερισμό, υπογράφοντας την πράξη υποταγής (θανάτου του). Αν θα προτιμήσει την αυτοδιάλυση του (ήδη πολλοί τελευταία μιλούν στην Ευρώπη για την περίοδο του «αποσυνδικαλισμού», για την έναρξη δηλαδή μιας περιόδου «χωρίς τα συνδικάτα») ή θα δώσει τη θέση του σε ένα νέο Ευρωπαϊκό Συνδικαλιστικό Κίνημα, κίνημα σύγχρονο, αυτόνομο, μαζικό, ταξικό, διεθνιστικό, για να υπερασπισθεί τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων σήμερα που τόσο σοβαρά κινδυνεύουν. Το νέο αυτό ευρωπαϊκό συνδικαλιστικό κίνημα προϋποθέτει, πρώτα και κύρια, σαφή γνώση της ταξικής φύσης και του ρόλου της σημερινής τεχνολογίας .
Μέλος Διοίκησης ΓΣΕΕ
Μπροστά σε μια τέτοια δυσμενή διεθνή και εθνική συγκυρία, όπου ο διεθνής καπιταλισμός βρίσκεται σε σαφώς πιο ενισχυμένη, σχεδόν κυρίαρχη, σχέση απέναντι στον κόσμο της εργασίας (μισθωτοί, άνεργοι, συνταξιούχοι, κ.ά.) και όπου και οι πιο αισιόδοξοι σύγχρονοι αναλυτές μας διαβεβαιώνουν ότι «οριστικά και αμετάκλητα» δεν υπάρχει διέξοδος για την Εργασία, η δυνατότητα κατάρτισης και προώθησης εναλλακτικής πολιτικής πρότασης, υπερβατικής (ή ανατρεπτικής) του κυρίαρχου (καπιταλιστικού) συστήματος μειώνεται αφάνταστα, σχεδόν μηδενίζεται, από την κατάσταση που επικρατεί στα ίδια τα πολιτικά κόμματα. Γιατί τα πολιτικά κόμματα έχουν πάψει, από καιρό τώρα, να εκφράζουν και να υπηρετούν τα συμφέροντα των εργαζομένων. Συνειδητά ή ασυνείδητα εκφράζουν το...
κυρίαρχο σύστημα, υπηρετούν το κυρίαρχο σύστημα, έχουν μετατραπεί σ’ ένα θεσμό τμήμα του συστήματος. Γι' αυτό ίσως πρέπει κάποτε να πάψουμε να μιλάμε για κρίση των κομμάτων και να μιλάμε για οριστικό εκφυλισμό των κομμάτων, για αμετάκλητη και αθεράπευτη παραμόρφωση τους.
Πραγματικά, είναι καιρός που στην Ευρώπη έχει αρχίσει να γίνεται και ανοικτά πια λόγος για βαθιά κρίση των πολιτικών κομμάτων και των ηγεσιών τους, ακόμα και αυτών της Αριστεράς (πολιτικών κομμάτων, συνδικάτων, συνεταιρισμών, κ.ά.). Η συζήτηση αυτή, και μάλιστα έντονη, έχει περάσει και μέσα στα κόμματα της Αριστεράς. Είναι καιρός δε που πρόσφατες αναλύσεις εντοπίζουν τα αίτια της κρίσης των πολιτικών οργανώσεων στα ανώτερα, ηγετικά, κλιμάκια των οργανώσεων αυτών. Στη συμπεριφορά των ηγεσιών τους, στο ήθος τους, τις συνήθειες τους, κλπ. Πολλά από τα λεγόμενα πολιτικά κόμματα έχουν εισάγει στο εσωτερικό τους μεθόδους, λειτουργίες και ήθος που δεν έχουν καμιά σχέση με τα οράματα και τις επιθυμίες του εργατικού κινήματος. Ο αυταρχισμός, η αναξιοκρατία, ο νεποτισμός είναι πάγιες, «κατακτημένες» πια μέθοδες σ’ όλες σχεδόν τις οργανώσεις. Επίσης ο παραγκωνισμός κάθε αντίθετης άποψης και φωνής είναι η πιο προσφιλής συμπεριφορά και τακτική των ηγεσιών τους.
Εκτιμώντας λοιπόν την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις λεγόμενες πολιτικές οργανώσεις στην Ευρώπη, διαπιστώνουμε ότι κάθε άλλο παρά αυτές αποτελούν την εναλλακτική πολιτική δύναμη που θα υπερβεί το κυρίαρχο καπιταλιστικό σύστημα και θα ελευθερώσει την κοινωνία από την εκμετάλλευση και την αλλοτρίωση.
Υπάρχει, λοιπόν, κατά τη γνώμη μου, ζήτημα εναλλακτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης και δράσης. Όπως υπάρχει ζήτημα εναλλακτικής πολιτικής («ηγεμονικής») καθοδήγησης του εργατικού κινήματος, του κόσμου της εργασίας στην σύγχρονη, πιο πλατειά του διάσταση. Ένα κόμμα κι ένα συνδικάτο που δεν θα στηρίζεται, στην πολιτική συμβολογία, την προπαγάνδα, τη δημαγωγία, τον πολιτικό μακιαβελισμό, τη ρουσφετολογία, την αρπαγή και την εξαγορά ψήφων. Γι αυτό χρειάζεται μια νέα συζήτηση, μια νέα θεωρία για το πολιτικό κόμμα και το συνδικάτο.
Σήμερα μας χρειάζονται νέα κοινωνικά υποκείμενα, που θα κάνουν αμέσως ορατή την ταξική τους συγκρότηση και τους πολιτικούς τους στόχους. Το συνδικάτο δεν μπορεί να είναι «ιμάντας μεταφοράς» εντολών από ένα καπιταλιστικό ή γραφειοκρατικό κράτος ή από ένα «ολιγαρχικό» κόμμα. Η αυτονομία του από το κράτος, όποιο κράτος, ή το κόμμα, σαν λειτουργική κατηγορία που διαμορφώνει μαζί με τα άλλα τμήματα του λαϊκού κινήματος ισότιμα την πολιτική του, απαιτεί αναβάθμιση στους ταξικούς στόχους, συμμαχίες ενωτικές και αποτελεσματικές μορφές και μεθόδους δράσης. Απαιτεί νέα διαλεκτική σχέση ανάμεσα στα διάφορα κινήματα της εργατικής τάξης. Οι παραδοσιακές δομές της εργατικής τάξης αδυνατούν να σηκώσουν όλα τα βάρη του Έθνους στις πλάτες τους. Για τον απλούστατο λόγο ότι τα συνδικάτα δεν αποτελούν πολιτικούς σχηματισμούς. Όσο και αν η κοινωνία έχει τέτοιου είδους απαιτήσεις από τα συνδικάτα. Από την άλλη βλέπουμε κόμματα να συμπεριφέρονται ως συνδικάτα και ν’ αποποιούνται των ευθυνών τους ως πολιτικά κόμματα. Χρειάζονται ανανέωση στις δομές τους; Ιδού το ζητούμενο.
Ειδικότερα το συνδικαλιστικό κίνημα, μπροστά στην κατάσταση που περιγράψαμε παραπάνω, έχει σήμερα δύο εναλλακτικές επιλογές: Ή να δεχθεί μοιρολατρικά τη νέα αυτή κατάσταση και να υποταγεί ολοκληρωτικά στο κεφάλαιο και το νεοφιλελευθερισμό ή να περάσει σε νέα οργάνωση και τρόπους καθημερινής πάλης. Η δεύτερη αυτή επιλογή απαιτεί την ανάπτυξη μιας νέας θεωρίας και σύγχρονης στρατηγικής, που δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική και διεθνιστική. Μια νέα πολιτική θεωρία και ταυτόχρονη ανάπτυξη στρατηγικής επαναστατικής, γιατί η σύγκρουση του κεφαλαίου και της εργασίας, που κρύβει μέσα της η νέα εποχή, θα είναι οξύτατη και ολοκληρωτική. Γι αυτό επιβάλλεται πανεθνική, διεθνική παγκόσμια αφύπνιση της εργατικής τάξης, όλων των εργαζομένων. Αν δεν συμβεί αυτό το δεύτερο, τότε η Αντίθεση (Αντίφαση) ανάμεσα στο εργατικό κίνημα και το κεφάλαιο έχει χαθεί οριστικά κι αμετάκλητα υπέρ του κεφαλαίου, το οποίο ήδη και με την εισαγωγή και χρήση της νέας τεχνολογίας έχει κερδίσει στα σημεία: έχει δημιουργήσει στρατιές εκατομμυρίων ανέργων μεταφέροντας την ευθύνη στις κυβερνήσεις και στην «αδιαλλαξία» και μη κατανόηση του συνδικαλιστικού κινήματος. Ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός έχει περικόψει σημαντικά και περικόπτει καθημερινά τις κοινωνικές παροχές, προτείνει και σταδιακά επιβάλλει τις λεγόμενες «εναλλακτικές μορφές εργασίας», τις οποίες μέχρι πρόσφατα το συνδικαλιστικό κίνημα ούτε μπορούσε να διανοηθεί, έχει φέρει σ’ αντιπαράθεση μεταξύ τους διάφορα τμήματα της εργατικής τάξης (υψηλόμισθοι - χαμηλόμισθοι, ρετιρέ – ισόγεια, δημόσιοι – ιδιωτικοί, υπάλληλοι - χειρώνακτες). Και θ’ ακολουθήσουν σίγουρα κι άλλες δυσμενείς καταστάσεις για τους εργαζόμενους, παρόλες τις διαβεβαιώσεις πολιτικών· (δημαγωγών) και τεχνοκρατών ότι δήθεν «θα έρθουν καλύτερες μέρες», ότι θα έρθει η ανάπτυξη μέσα από «σφίξιμο του ζωναριού», ότι θα αυξηθεί η απασχόληση, θα μειωθεί η ανεργία, κάτι που αποτελεί μεγάλο ψέμα. Από την ικανότητα και τη φαντασία του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ευρώπη και τη δυνατότητα του ν’ αντιμετωπίσει τις ολομέτωπες αντεργατικές επιθέσεις του νεοφιλελευθερισμού θα εξαρτηθεί αν αυτό μπορεί σε κάποιο βαθμό ν’ ανταποκριθεί στις ανάγκες των καιρών. Αν μπορεί ν’ αποκτήσει παρουσία και λόγο ή θα αναμένει μοιρολατρικά την ολοκληρωτική υποταγή του κινήματος στον εθνικό και παγκόσμιο νεοφιλελευθερισμό, υπογράφοντας την πράξη υποταγής (θανάτου του). Αν θα προτιμήσει την αυτοδιάλυση του (ήδη πολλοί τελευταία μιλούν στην Ευρώπη για την περίοδο του «αποσυνδικαλισμού», για την έναρξη δηλαδή μιας περιόδου «χωρίς τα συνδικάτα») ή θα δώσει τη θέση του σε ένα νέο Ευρωπαϊκό Συνδικαλιστικό Κίνημα, κίνημα σύγχρονο, αυτόνομο, μαζικό, ταξικό, διεθνιστικό, για να υπερασπισθεί τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων σήμερα που τόσο σοβαρά κινδυνεύουν. Το νέο αυτό ευρωπαϊκό συνδικαλιστικό κίνημα προϋποθέτει, πρώτα και κύρια, σαφή γνώση της ταξικής φύσης και του ρόλου της σημερινής τεχνολογίας .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.