Ο Μπάρμπα Βασίλης Σαλής, χρόνια τώρα, χτίστης και πελεκητής, εραστής της πέτρας και της ζωής, ζούσε και μεγάλωνε με ένα όνειρο. Ήθελε να ξαναφτιάξει και να λειτουργήσει τον παλιό νερόμυλο κάτω από το πατρικό του σπίτι στην Οκτωνιά Ευβοίας.
Γνωρίστηκα μαζί του το 1983 στο Μαρούσι όπου κατοικούσε μόνιμα με την οικογένειά του. Νιόπαντρος τότε, το έφερε η τύχη να γίνω και εγώ κάτοικος της περιοχής και τον γνώρισα μέσω της γυναίκας μου που είχε συγγενική σχέση μαζί του. Για μένα ήταν μια γνωριμία σημαντική. Γνώρισα έναν άνθρωπο ιδιαίτερο, γεμάτο ενέργεια, ιδέες και φαντασία, έναν άνθρωπο φιλοσοφημένο και ευαίσθητο με πολλή αγάπη για τη ζωή και τη φύση, μα πάνω από όλα αφιερωμένο δουλευτή της πέτρας.
Χτίστης είναι ο Μπάρμπα-Βασίλης, (περισσότερο από 30 χρόνια στα υδραγωγεία της ΕΥΔΑΠ) και με αυτήν τη δουλειά έζησε την οικογένειά του. Ο τρόπος που λαξεύει τις πέτρες, ο τρόπος που τις κτίζει, ο τρόπος που τις πιάνει στα χέρια του, λες και τις χαϊδεύει, δείχνει μια σχέση ζωής και έρωτα με ένα επάγγελμα που το έκανε τέχνη και μέσο έκφρασης. Θησαυρός ακατέργαστος οι πέτρες που όταν τις πιάνει στα χέρια του είναι λες και ζωντανεύουν και θέλουν να σου μιλήσουν.
Από τότε μου είχε μιλήσει για το μεγάλο του όνειρο, να ξαναφτιάξει και να λειτουργήσει τον παλιό νερόμυλο κάτω από το σπίτι του στην Οκτωνιά. Πέρασαν τα χρόνια, πήρε τη σύνταξή του, και γύρισε για να ζήσει στο χωριό του.
Βάλθηκε πρώτα από όλα να φτιάξει το πατρικό του που ήταν εγκαταλελειμμένο και να αναδείξει τους παλιούς πέτρινους τοίχους που ήταν χτισμένο. Έβλεπε τα περισσότερα πέτρινα σπίτια του χωριού μπλαστρωμένα με τους σοβάδες και η ψυχή του πονούσε. Όλο εκείνο το μεράκι των παλιών μαστόρων, όλη αυτή η ομορφιά της πέτρας, χρόνια τώρα ήταν θαμμένη. Πήγαινε στα κτήματά, στις ελιές και τις λεμονιές και γύριζε φορτωμένος με πέτρες! Τις μάζευε μια-μια σαν να ήταν θησαυρός πολύτιμος. Για όλες είχε μια θέση στα σχέδιά του. Σε λίγο καιρό το παλιό σπίτι είχε αναστηθεί. Οι πέτρινοι τοίχοι στα χέρια του Μπάρμπα-Βασίλη ξανάγιναν έργο τέχνης, όπως τότε που οι παππούδες του έκτιζαν με υπομονή και μεράκι.
Όταν τον έβλεπε κανείς να δουλεύει τις πέτρες εύκολα μπορούσε να καταλάβει πώς, κάποιοι πρόγονοί μας, χιλιάδες χρόνια πριν από εμάς, έφτιαξαν και μας παρέδωσαν τόσο σημαντικά και μεγάλα πέτρινα μνημεία. Τεράστιους πέτρινους όγκους τους μετακινούσε με ευκολία, ενώ ασήμαντα λιθάρια στα χέρια του έπαιρναν σάρκα και οστά.
Στο μυαλό του όμως βούιζε πάντα ο νερόμυλος και τώρα που σχεδόν είχε τελειώσει το σπίτι ήρθε η ώρα να τον ξαναδεί να γυρίζει. Είχε βγάλει την παλιά σκουριασμένη φτερωτή στην αυλή να την επισκευάσει. Έλυσε και τις μυλόπετρες για να τις συντηρήσει. Κομμάτια από οψιδιανό μέσα σε μεταλλικές στεφάνες. "Αυτές είναι οι μυλόπετρες του φτωχού" μου έλεγε! “Οι πλούσιοι μυλωνάδες είχαν πέτρες από όγκους ολάκερους χωρίς μεταλλική στεφάνη που χρειάζεται για να συγκρατεί τα μικρά κομμάτια. Όπως είναι οι μυλόπετρες στα λιοτρίβια!”. Μου εξήγησε πως οι μυλόπετρες είναι σκληρές για να μην τρίβονται και έχουν εσοχές για να αναπνέει το αλεύρι και να μην καίγεται! Μαζί του έμαθα πως λειτουργεί ο νερόμυλος.
Η κάτω μυλόπετρα ήταν σταθερή. Η επάνω γύριζε μαζί με ένα κατακόρυφο ξύλινο άξονα που είχε επάνω του και τη φτερωτή. Άξονας ξύλινος που στο κάτω μέρος περιστρεφόταν επάνω σε ξύλινο έδρανο από αγιόξυλο, υλικό κατάλληλο να αντέχει μέσα στο νερό και στη φθορά. Κάτω από αυτό το έδρανο υπήρχε μηχανισμός που τον ανασήκωνε μαζί με τη φτερωτή και τη μυλόπετρα για να ρυθμίζεται το διάκενο. Αλεύρι, χοντρό-ψιλό, ανάλογα τι ήθελε ο "πελάτης"!
Τον Μπάρμπα-Βασίλη τον απασχολούσε και το νερό. Παλιά στην ρεματιά κυλούσε άφθονο και ο μύλος μπορούσε να δουλεύει συνέχεια. Τώρα το νερό είχε λιγοστέψει πολύ και έτσι αποφάσισε να φτιάξει πάνω από το μύλο μεγάλες δεξαμενές για να το αποθηκεύει. Έτσι δούλευε, γεμάτος χαρά και λαχτάρα να δει το νερόμυλο να γυρίζει, όταν μια νύχτα, κάποιος ασυνείδητος του έκλεψε την φτερωτή!
Ο Μπάρμπα-Βασίλης έπαθε σοκ! Δεν μπορούσε να το πιστέψει. Χωρίς την φτερωτή ό,τι είχε κάνει μέχρι σήμερα ήταν χωρίς νόημα! Ένιωθε το όνειρό του να ξεθωριάζει, έπεσε σε μελαγχολία και η συμπεριφορά του άλλαξε.
"Μην στεναχωριέσαι", του έλεγα! "Θα αντιγράψουμε την παλιά φτερωτή και θα φτιάξουμε καινούρια"! Έτσι και έγινε! Μετά από λίγο καιρό με τη βοήθεια της κόρης του Γιωργίας που εντόπισε μια παλιά φτερωτή και το μεράκι ενός φίλου μου μηχανουργού, του Χρήστου του Παρθενίου η καινούρια φτερωτή ήταν έτοιμη! Ίδια και απαράλλαχτη με την παλιά φτερωτή του νερόμυλου.
Ο Μπάρμπα-Βασίλης αναστήθηκε! Δεν πίστευε στα μάτια του. Αγκάλιαζε τον Χρήστο γεμάτος χαρά και ευγνωμοσύνη. Άρχισε και πάλι να δουλεύει μέρα-νύχτα. Τον βοηθούσα και εγώ όσο μπορούσα να ξεπεράσουμε κάποια τεχνικά προβλήματα. Τον άξονα τον φτιάξαμε μεταλλικό και μαζί με την φτερωτή τα γαλβανίσαμε να μην σκουριάζουν. Στην βάση του αντικαταστήσαμε το ξύλινο έδρανο με συνθετικό υλικό που επίσης αντέχει στην φθορά και λιπαίνεται από το νερό.
Όταν μετά από λίγο καιρό ο νερόμυλος γύρισε, στο σπίτι του Μπάρμπα-Βασίλη είχαμε γιορτή. Όλα πήγαν καταπληκτικά. Οι στροφές, ο θόρυβος, η ροή του νερού, όπως τον παλιό καλό καιρό. Έμεναν μόνο μερικές μικρές λεπτομέρειες. Με πολύ μεράκι και γεμάτος από ικανοποίηση έβαλε τις τελευταίες πινελιές. Επάνω στον σιλό που φόρτωσε το σιτάρι έφτιαξε έναν αυτοσχέδιο δονητή που δουλεύει με την περιστροφή του μύλου για να ελέγχει την ροή του καρπού για να μην μπουκώνει το στόμιο. Κάλυψε και τις μυλόπετρες με μια ξύλινη κατασκευή για να μην σκονίζεται το άλεσμα, περιποιήθηκε την τσιμεντένια λεκάνη που έπεφτε το αλεύρι, έφτιαξε το δάπεδο και αρμολόγησε τους πλαϊνούς τοίχους. Τέλος, έβαλε στον χώρο και μια ξυλόσομπα για να είναι ζεστός για τους "πελάτες", αλλά και τον ίδιο. Είχε άλλωστε σκοπό να ξοδέψει εκεί μέσα αρκετές ώρες από την υπόλοιπη ζωή του.
Εδώ και 8 χρόνια περίπου, ο νερόμυλος λειτουργεί! Μια γωνιά ιστορίας και παράδοσης μοναδική σε όλη την περιοχή, ένα στολίδι για το χωριό της Οκτωνιάς, μικρό μουσείο της λαϊκής μας παράδοσης και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Εκεί, ο Μπάρμπα-Βασίλης, 86 ετών σήμερα, έχει το δικό του καταφύγιο, μακριά από τις πίκρες και τις μιζέριες της καθημερινής ζωής που τον πληγώνουν και τον στεναχωρούν.
Τον χειμώνα του 2008 πήγα χαράματα στον μύλο δύο φορές με την γυναίκα μου να αλέσω. Τη μια φορά σιτάρι και την άλλη καλαμπόκι. Και τις δυο φορές μας περίμενε με ζεστό φαγητό επάνω στην ξυλόσομπα. Την πρώτη φορά είχε τραχανά με τυρί λιωμένο και την άλλη ρύζι με κρεμμύδια! Γεύσεις για πολλούς ξεχασμένες, αλλά πάντα μοναδικές. Φαγητό της ζωής του, μιας ζωής λιτής και δύσκολης από κείνα τα χρόνια μέχρι σήμερα.
Στη συνέχεια μας διάβασε ποιήματα δικά του, και μας διηγήθηκε ιστορίες με ιδιαίτερο νόημα από την ζωή του. Μετά από όλα αυτά, με έστειλε να ανοίξω το νερό και ξεκινήσαμε το άλεσμα.
Με έκδηλη ικανοποίηση και ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό του ανακάτευε κάθε λίγο το αλεύρι και μας μιλούσε. Αλέθει χωρίς αμοιβή, γεμάτος από ευχαρίστηση που το όνειρό του έγινε πραγματικότητα. Λίγο σιτάρι ή λίγο καλαμπόκι μπορεί να κρατήσει για τις ανάγκες του. Η Κυρά-Κατερίνα η γυναίκα του, μαγείρισσα μοναδική, φτιάχνει λιχουδιές και με αυτές κερνάει τους επισκέπτες και τους "πελάτες" του.
"Όποιος αλέθει για να πλουτίσει, ποτέ δεν θα χορτάσει, και όποιος αλέθει για να χαρίσει, ποτέ δεν θα πεινάσει", λέει σε όποιον θέλει να του πληρώσει το άλεσμα!
Πέντε κουβέντες, μια φιλοσοφία ζωής, μια κοσμοθεωρία αγάπης, προσφοράς και αλληλεγγύης σε μια εποχή ιδιοτέλειας και άκρατου ανταγωνισμού.
Μπάρμπα-Βασίλη να είσαι καλά, να ζήσεις χίλια χρόνια!
Υ.Γ.
Ο νερόμυλος αλέθει αλεύρι ολικής αλέσεως 100%. Απ' ό,τι μαθαίνουμε όμως κινδυνεύει να σταματήσει να λειτουργεί καθώς ο Μπάρμπα Βασίλης είναι μεγάλος πια και δεν μπορεί να τον λειτουργήσει. Ίσως αν κάποιος από τους οικείους του μεριμνήσει μπορεί να διασωθεί ο παραδοσιακός αυτός νερόμυλος και να συνεχιστεί η τέχνη του Μπάρμπα Βασίλη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.