Το Ποντίκι
Το σκηνικό των ιδιωτικοποιήσεων δυσκολεύουν δύο πολύ σοβαροί παράγοντες. Η έλλειψη ενδιαφέροντος των ξένων για τα ελληνικά «προικιά» και η προγενέστερη διαπλοκή που δυσχεραίνει τις εξελίξεις.Αυτό που αποφεύγουν να πουν στο ΤΑΙΠΕΔ είναι ότι πρακτικά δεν υπάρχει ενδιαφέρον για πολλά από τα «φιλέτα» (όπως με κλισέ τρόπο τα αποκαλούν τα «παπαγαλάκια») της ελληνικής προίκας. Για παράδειγμα: Το ενδιαφέρον των Γάλλων της Suez για την ΕΥΑΘ είναι υπαρκτό, αλλά ως τίμημα απέχει πολύ από τις ελληνικές προβλέψεις. Για την ΕΥΔΑΠ οι υποψήφιοι βρίσκονται τουλάχιστον μακριά. Για τα ΕΛΤΑ η απελευθέρωση των ταχυδρομικών υπηρεσιών μείωσε κατά πολύ το ενδιαφέρον που υπήρχε έως το 2012, ενώ η κρίση, που
αποστέρησε πολλούς πελάτες (ιδιαίτερα τη μονοπωλιακή αλληλογραφία του Δημοσίου), κάνει τον οργανισμό πολύ λιγότερο ελκυστικό απ’ ό,τι δυο χρόνια πριν. Η ΛΑΡΚΟ μπορεί να αποτελεί μια μοναδική στο αντικείμενό της βιομηχανία, αλλά η υπόθεση των κρατικών ενισχύσεων (και η διαγραφή τους ώστε να μπορέσει να πωληθεί) αποδεικνύεται πολύ σοβαρότερο εμπόδιο απ’ ό,τι είχε αποτιμηθεί αρχικά. Και η διευθέτησή του θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο, ενώ θα έχει πολύ μεγαλύτερη επίπτωση στο τίμημα. Ο ίδιος λόγος εξαϋλώνει την όποια πρόβλεψη κέρδους θα μπορούσε να υπάρξει από την πώληση των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων ή και της ΕΛΒΟ, εταιρείες που χωρίς τις παραγγελίες των ενόπλων δυνάμεων είναι πρακτικώς ανύπαρκτες και δεν μπορούν να προσελκύσουν κανένα ενδιαφέρον.
Έναν συνδυασμό όλων των πιο πάνω προβλημάτων αντιμετωπίζει η αποκρατικοποίηση του πάλαι ποτέ ΟΣΕ (ROSCO και ΤΡΕΝΟΣΕ), όπου παρά το ενδιαφέρον των Κινέζων, η επίλυση των προβλημάτων με τις ενισχύσεις θα οδηγήσει σε μια αποκρατικοποίηση που ο αγοραστής θα πρέπει σχεδόν να… πληρωθεί για να αγοράσει.
Δυσκολίες αναμένονται και στην περίπτωση αποκρατικοποίησης της ΔΕΗ, η οποία πηγαίνει ολοένα και πιο πίσω. Είναι βέβαιο ότι η ισχυρή συνδικαλιστική οργάνωση της ΓΕΝΟΠ δεν θα δεχτεί το μοντέλο της Enel στο οποίο προσανατολίζεται η κυβέρνηση. Το σχέδιο βασίζεται στην αναδιάρθρωση της ιταλικής εταιρείας, η οποία πούλησε σε τρίτους ορισμένες μονάδες. Για τη ΔΕΗ μελετάται η πώληση λιγνιτικών μονάδων και υδροηλεκτρικών εγκαταστάσεων και η πώληση του 30% της επιχείρησης μέσω της δημιουργίας μιας νέας επιχείρησης ηλεκτρισμού που θα «προικοδοτηθεί» με μονάδες και ορυχεία. Στόχος είναι η δημιουργία μιας «μικρής ΔΕΗ» με περίπου το 1/3 της περιουσίας (ποσοστό αντίστοιχο με το μετοχικό κεφάλαιο που ελέγχει το Δημόσιο), η οποία θα αυτονομηθεί και θα πουληθεί σε ιδιώτες επενδυτές.
Οι εν δυνάμει αντιδράσεις είναι γνωστές και στους πιθανούς επενδυτές, που φυσικά δεν εκδηλώνουν το παραμικρό ενδιαφέρον και προτιμούν να αφήνουν την επιχείρηση να απαξιώνεται στα χέρια του κράτους μέχρι την οριστική της κατάρρευση, που θα πυροδοτήσει νομοτελειακά και τις εξελίξεις.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην περίπτωση των ΕΛΠΕ. Οι επαφές της οικογένειας Λάτση για την ανεύρεση συνέταιρου επενδυτή που θα αναλάβει το μειοψηφικό πακέτο της επιχείρησης δεν φαίνεται να έχουν αποτέλεσμα. Δύσκολα ένας ξένος θα έβαζε ένα ποσό της τάξης των 700 εκατ. ευρώ σε μια χώρα που πλήττεται από αστάθεια. Και από την πλευρά της η επιχειρηματική οικογένεια που κατέχει το πλειοψηφικό πλέον πακέτο (μέσω της Pan European Oil) δεν δείχνει διατεθειμένη να καταβάλει το τίμημα για την απόκτηση του συνόλου του μετοχικού κεφαλαίου. Όμως ούτε και κάποιος ξένος ενεργειακός παίκτης θα τοποθετούσε ένα τέτοιο κεφάλαιο για να βρεθεί τελικά να έχει απέναντί του έναν πλειοψηφούντα μέτοχο με ισχυρές διασυνδέσεις. Το αδιέξοδο αυτό, τονίζει την εσφαλμένη τακτική που ακολουθήθηκε στην περίπτωση των ΕΛΠΕ (όπως και στο Καζίνο Πάρνηθας), όπου η διαχείριση των ενδιάμεσων σταδίων έδιωξε τους επενδυτές.
αποστέρησε πολλούς πελάτες (ιδιαίτερα τη μονοπωλιακή αλληλογραφία του Δημοσίου), κάνει τον οργανισμό πολύ λιγότερο ελκυστικό απ’ ό,τι δυο χρόνια πριν. Η ΛΑΡΚΟ μπορεί να αποτελεί μια μοναδική στο αντικείμενό της βιομηχανία, αλλά η υπόθεση των κρατικών ενισχύσεων (και η διαγραφή τους ώστε να μπορέσει να πωληθεί) αποδεικνύεται πολύ σοβαρότερο εμπόδιο απ’ ό,τι είχε αποτιμηθεί αρχικά. Και η διευθέτησή του θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο, ενώ θα έχει πολύ μεγαλύτερη επίπτωση στο τίμημα. Ο ίδιος λόγος εξαϋλώνει την όποια πρόβλεψη κέρδους θα μπορούσε να υπάρξει από την πώληση των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων ή και της ΕΛΒΟ, εταιρείες που χωρίς τις παραγγελίες των ενόπλων δυνάμεων είναι πρακτικώς ανύπαρκτες και δεν μπορούν να προσελκύσουν κανένα ενδιαφέρον.
Έναν συνδυασμό όλων των πιο πάνω προβλημάτων αντιμετωπίζει η αποκρατικοποίηση του πάλαι ποτέ ΟΣΕ (ROSCO και ΤΡΕΝΟΣΕ), όπου παρά το ενδιαφέρον των Κινέζων, η επίλυση των προβλημάτων με τις ενισχύσεις θα οδηγήσει σε μια αποκρατικοποίηση που ο αγοραστής θα πρέπει σχεδόν να… πληρωθεί για να αγοράσει.
Δυσκολίες αναμένονται και στην περίπτωση αποκρατικοποίησης της ΔΕΗ, η οποία πηγαίνει ολοένα και πιο πίσω. Είναι βέβαιο ότι η ισχυρή συνδικαλιστική οργάνωση της ΓΕΝΟΠ δεν θα δεχτεί το μοντέλο της Enel στο οποίο προσανατολίζεται η κυβέρνηση. Το σχέδιο βασίζεται στην αναδιάρθρωση της ιταλικής εταιρείας, η οποία πούλησε σε τρίτους ορισμένες μονάδες. Για τη ΔΕΗ μελετάται η πώληση λιγνιτικών μονάδων και υδροηλεκτρικών εγκαταστάσεων και η πώληση του 30% της επιχείρησης μέσω της δημιουργίας μιας νέας επιχείρησης ηλεκτρισμού που θα «προικοδοτηθεί» με μονάδες και ορυχεία. Στόχος είναι η δημιουργία μιας «μικρής ΔΕΗ» με περίπου το 1/3 της περιουσίας (ποσοστό αντίστοιχο με το μετοχικό κεφάλαιο που ελέγχει το Δημόσιο), η οποία θα αυτονομηθεί και θα πουληθεί σε ιδιώτες επενδυτές.
Οι εν δυνάμει αντιδράσεις είναι γνωστές και στους πιθανούς επενδυτές, που φυσικά δεν εκδηλώνουν το παραμικρό ενδιαφέρον και προτιμούν να αφήνουν την επιχείρηση να απαξιώνεται στα χέρια του κράτους μέχρι την οριστική της κατάρρευση, που θα πυροδοτήσει νομοτελειακά και τις εξελίξεις.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην περίπτωση των ΕΛΠΕ. Οι επαφές της οικογένειας Λάτση για την ανεύρεση συνέταιρου επενδυτή που θα αναλάβει το μειοψηφικό πακέτο της επιχείρησης δεν φαίνεται να έχουν αποτέλεσμα. Δύσκολα ένας ξένος θα έβαζε ένα ποσό της τάξης των 700 εκατ. ευρώ σε μια χώρα που πλήττεται από αστάθεια. Και από την πλευρά της η επιχειρηματική οικογένεια που κατέχει το πλειοψηφικό πλέον πακέτο (μέσω της Pan European Oil) δεν δείχνει διατεθειμένη να καταβάλει το τίμημα για την απόκτηση του συνόλου του μετοχικού κεφαλαίου. Όμως ούτε και κάποιος ξένος ενεργειακός παίκτης θα τοποθετούσε ένα τέτοιο κεφάλαιο για να βρεθεί τελικά να έχει απέναντί του έναν πλειοψηφούντα μέτοχο με ισχυρές διασυνδέσεις. Το αδιέξοδο αυτό, τονίζει την εσφαλμένη τακτική που ακολουθήθηκε στην περίπτωση των ΕΛΠΕ (όπως και στο Καζίνο Πάρνηθας), όπου η διαχείριση των ενδιάμεσων σταδίων έδιωξε τους επενδυτές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.