Την ώρα που η αυστριακή κυβέρνηση κρατάει ασφυκτικά κλειστά τα σύνορα της, εξαπολύοντας προκλητικά πυρά κατά της Ελλάδας, γεγονός που οδήγησε και στην ανάκληση της πρέσβειρας μαςστη χώρα, οι Αυστριακοί που ζουν στη χώρα μας «ντρέπονται». «Η Αυστρία αποφασίζει και υποβάλλει στα βαλκανικά κράτημια σύμπραξη υπό ασύστατες διατάξεις, που εμάς, που ζούμε από κοντά την άθλια κατάσταση ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού πληθυσμού, μας ντροπιάζει βαθύτατα», λένε σε επιστολή που απευθύνουν στην αυστριακή κυβέρνηση, εξαπολύοντας ένα δριμύ «κατηγορώ» για τη στάση που κρατά στο προσφυγικό. «Απευθυνόμαστε στη λογική – να γίνει το κάθετί, ώστε η Ευρώπη να προστατευτεί από έναν κοντόθωρο νεοεθνικισμό. Η Αυστρία θαέπρεπε, λόγω του ιστορικού της παρελθόντος, ιδίως στα Βαλκάνια, να κάνει το παν, για να εφαρμοστεί σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς μια πολιτική σώφρων, εφικτή, διορατική και, προπαντός, εδραιωμένη επί των ιδεών του Διαφωτισμού, καθώς και της ανθρωπιάς μας», αναφέρουν στην επιστολή τους
Την επιστολή των Αυστριακών που δημοσιεύτηκε σε πολλά μεγάλα διεθνή ΜΜΕ σχολίασε και ο Νόαμ Τσόμσκι.
Η επιστολή προς την αυστριακή κυβέρνηση
Οι Αυστριακοί που ζουν, εργάζονται στην Ελλάδα, άνθρωποι στενά συνδεδεμένοι με τούτη τη χώρα, που γνωρίζουν την καθημερινή πραγματικότητά της, απευθύνονται στη λογική και το αίσθημα συνυπευθυνότητας της Αυστρίας για τη διαχείριση των προσφυγικών ροών, αντί της, απλώς παρωπιδοφόρας, πολιτικής της. Η Αυστριακή Κυβέρνηση οφείλει ν’ αντιληφθεί και να εγγυηθεί πως τα μονομερή, κρατικά μέτρα δεν έχουν κανένα νόημα και δε συνάδουν με μιαν ευρωπαϊκή συνείδηση που έχτισε η γενιά μας και αναγνωρίζει ως πολυτιμότατη.
Ενώ ο πόλεμος στη Συρία μαίνεται παρά τη μερική κατάπαυση πυρός κι ο πληθυσμός της βρίσκεται ακόμα σε κατάσταση κινδύνου και εξαθλίωσης, ενώ αυτός συντρίβεται στις συμπληγάδες των συγκρούσεων, τα συνορεύοντα με τη Συρία κράτη επιδεικνύουν παραδειγματική αλληλεγγύη. Ενώπιον της συγκέντρωσης τόσων εκατομμυρίων προσφύγων, μες στην ανάγκη τους, σ’ αυτές τις χώρες —τις πολύ φτωχότερες απ’ την Αυστρία—, αποτελεί ντροπή ο αυστριακός, κυβερνητικός ισχυρισμός ότι η χώρα μας δέχεται περισσότερους ανθρώπους από πολλές άλλες.
Μια ματιά στον ευρωπαϊκό Νότο, για την κατάσταση των προσφύγων, πιστοποιεί, δυστυχώς, την όλως εσφαλμένη εκτίμηση, απ’ την Αυστριακή Κυβέρνηση, των γεγονότων. Μια τακτική επίλυσης στα ζητήματα των προσφύγων, που στοχεύει στην αύξηση πίεσης στην Ελλάδα, είναι πολύ μακριά απ’ την πραγματικότητα και, εξίσου, ανεύθυνση. Κατ’ αρχήν, επείγει η σωτηρία των προσφύγων και, ύστερα, τίθεται η επαναπροώθησή τους. Λέτε: «Τότε θα σταματήσουν αμέσως οι επικίνδυνες διελεύσεις.»1 Όχι, κυρία υπουργέ Εσωτερικών της Αυστριακής Κυβέρνησης, δε θα γίνει και ούτε θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο!
Επιπλέον, φτάνουν, μέσω θαλάσσης, καθημερινά, ντουζίνες πλοιαρίων με χιλιάδες απελπισμένων – πάνω από τρεις χιλιάδες την ημέρα. Η αμείωτη φρίκη του πολέμου κ’ η στέρηση κάθε ελπίδας για τους πρόσφυγες στις συνορεύουσες χώρες, καθώς κ’ η επιθυμία να ξαναβρούν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς τους, θα στρέφουν, αναπότρεπτα κι αδιάλειπτα, πολλές χιλιάδες θυμάτων πολέμου προς την Ευρώπη. Ποιά μέτρα προσφέρονται για να σταματήσουν τούτους τους ανθρώπους; Η επιτήρηση των ακτών; Πολεμικά πλοία; Τείχη; Συρμάτινοι φράχτες; Όχι, μονάχα η περιστολή των πολεμικών πράξεων και των εχθροπραξιών θα έχει αποτέλεσμα. Ενόσω αυτές δεν παύουν, ο βασανισμένος πληθυσμός θα εξακολουθεί να επιχειρεί το πάν, ώστε να γλιτώσει απ’ την ελεεινή κατάντια του.
Όσο οι Ευρωπαίοι —που διαφωνούν μεταξύ τους και δε συμμερίζονται τις ίδιες ηθικές αξίες— ορθώνουνε το φρούριό τους, τόσο θα τους είναι αδύνατη η ανάσχεση των προσφύγων της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, που αποζητάνε τη σωτηρία τους. Πολλοί θα ́ρθούν ακόμα, γιατί η ελπίδα κάπου μέσα να γλιστρήσουν, πεθαίνει πάντα τελευταία… Δεδομένων των καταστροφικών συνθηκών στις πατρίδες τους, η Ευρώπη μπορεί μονάχα ένα να πράξει: να δράσει ενώπιον των θυμάτων με αίσθημα συνυπευθυνότητας και αλληλεγγύης. Κατά τούτο, χρειάζεται διορατικότητα στην προσφυγική πολιτική και δύναμη πειθούς. Απ’ τα βιαίως εκπατρισθέντα παιδιά θα πρέπει να μεγαλώσει, μια γενιά που δε θα τοποθετείται εχθρικά —πλήρης μίσους— απέναντι στο αγαθό της ευρωπαϊκής σκέψης, αλλά θα το αντιλαμβάνεται θετικά – ως στοιχείο πλούτου πνευματικού κι ως πρότυπο.
Δεν παύουμε να υποψιαζόμαστε πως η Ελλάδα πρόκειται να γίνει, επί πληρωμή, διεκπαιρεωτής μιας πολιτικής των συρματοπλεγμάτων, που, εντέλει, θα οδηγήσει στην αδυναμία θαλάσσιας σωτηρίας των ανθρώπων και στην παράδοση τους στον πνιγμό. Αυτός είναι η ενδόμυχη επιθυμία της αυστριακής πρακτικής; Τότε, τα αποτελέσματα θα μασκαρεύονταν γι’ άλλη μια φορά ως οφειλή της Ελλάδας και, έτσι, θα έρχονταν, πάνω στο αισχρό βουνό του χρέους, σα μια οικονομική επιχορήγηση, για τους μαζικούς θανάτους αβοήθητων.
Απ’ όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση το 2010, δημοσίως αποδίδεται στην Ελλάδα μια ανικανότητα διοίκησης της γραφειοκρατίας της. Όμως βλέπουμε πώς οι ελληνικές αρχές τιθασεύουν όσα θα παραφόρτωναν κι αποδιοργάνωναν τους αυστριακούς υπαλλήλους, ελληνικές μη κυβερνητικές οργανώσεις και τους διεθνείς οργανισμούς, σώζουν άοκνα ανθρώπους, τους περιθάλπουν ιατρικά και τους παρηγορούν. Αλλά, πώς δύναται η χώρα που βρίσκεται η ίδια σε μια τόσο βαθεία οικονομική κι ανθρωπιστική, συνεχώς ακραίως επιδεινούμενη, κρίση, μ ό ν η «να ρυθμίσει το πρόβλημα»; Το 2015 έφτασαν 856.000 άτομα στις ελληνικές ακτές, ενώ τους πρώτους μήνες αυτού του χρόνου έχουν ξεπεράσει τα 122.000, απ’ τα οποία 410 πνίγηκαν ή αγνοούνται· περίπου 20.000 εισέρχονται καθημερινώς στο ελληνικό έδαφος αναζητώντας την προστασία που στερούνται στην πατρίδα τους. Τί ακριβώς πρέπει να κάνει η Ελλάδα όπου, ήδη, πολλοί απ’ τους κατοίκους της πληρώνουν βαρύ αντίτιμο ανέχειας;
Το ήμισυ του ελληνικού ναυτιλιακού επιβατηγού στόλου για τα νησιά της Λέσβου, της Κω, της Χίου και της Λέρου, διατίθεται για τη μεταφορά των ήδη καταγεγραμμένων προσφύγων. Συνεπώς, μειώνεται ο χώρος για τους τουρίστες. Σε νησιά, όπου η οικονομία τους επιβιώνει σχεδόν αποκλειστικά από τον τουρισμό, αναμένεται, για την καλοκαιρινή περίοδο του 2016, μία μείωση του εισοδήματος κατά 80%.
Περαιτέρω, τίθεται πολλαπλώς η έντονα συζητούμενη ερώτηση: Πώς η συνάντηση της Βιέννης συνεκλήθη δίχως την παρουσία της πλέον εμπλεκομένης χώρας; Μήπως ήταν η μη πρόσκλησή της τιμωρία για την υποτιθέμενη ανικανότητα της Ελλάδας να φυλάξει σύνορα της; Για την «πολιτική του περιορισμένου ελέγχου» και για την έλλειψη πνεύματος συνεργασίας; Όποιο χαρακτήρα και να είχε αυτή η συνάντηση, θα έπρεπε η Ελλάδα να παρευρίσκεται, έστω ως προσκεκλημένη, και να θέσει στα μέλη της συνάντησης επί τάπητος την απογυμνωμένη πραγματικότητα! Η κυρία υπουργός Μικλ-Λάιτνερ, εξέφρασε την άποψη της Αυστριακής Κυβέρνησης πως πρέπει να ασκηθεί πίεση, μ’ εθνικά και τοπικά μέτρα, πέραν μιας κοινής ευρωπαϊκής λύσης.3 Ποιός θ’ ασκήσει αυτή την πίεση; Χώρες, που ανεύθυνα προσπαθούν την ανασύσταση νεοεθνικιστικών μεθόδων και δε λαμβάνουν υπόψιν τη νομικά θεμελιωμένη ευθύνη ενώπιον του καταστατικού Ευρωπαϊκού Χάρτη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων;4 Αυτό δεν πρέπει να επιτραπεί!
Αν η μικρή Αυστρία θέλει να πορευθεί ένα μοναχικὸ εθνικό δρόμο του «πλήρους αποκλεισμού των συνόρων για τους πρόσφυγες»,5 θ’ αποδειχτεί, ιστορικά, ως η αφορμή για μιαν ανθρωπιστική καταστροφή. Η Κυβέρνηση της Αυστρίας δικαιολογεί τη στάση της λέγοντας πως είναι ανίκανη να χειριστεί μια μεγαλύτερη ροή προσφύγων.6 Αλλά, οι είσοδοι στα αυστριακά σύνορα δε συγκρίνονται με την πολυπλοκότητα των θαλασσίων ελληνικών συνόρων. Πώς πρέπει να φυλάξει τα σύνορά της η Ελλάδα, αν η Αυστρία θεωρεί πως πρέπει να επιστρέψει σε συρματοπλέγματα και τείχη; Η Αυστρία, ως μια μικρή, βατή γεωμορφολογικά χώρα, μπορεί εύκολα να κλείσει τα σύνορά της. Όμως, ένα κράτος με παραπάνω από 2.000 νησιά και περίπου 14.000 χμ ακτογραμμής (διεθνώς στη 13η θέση) —χώρα πληττόμενη, επιπλέον, από χρόνιες δομικές αδυναμίες— δ ε ν το μπορεί. Οι προσπάθειες της Ελλάδας, να καταστεί κυρία της κατάστασης με τα ίδια, ανεπαρκή της, μέσα, πρέπει να υποστηριχτεί κατά το μέγιστο. Αντ’ αυτού, η Αυστρία αποφασίζει και υποβάλλει στα βαλκανικά κράτη μια σύμπραξη υπό ασύστατες διατάξεις, που εμάς, που ζούμε από κοντά την άθλια κατάσταση ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού πληθυσμού, μας ντροπιάζει βαθύτατα.
Απευθυνόμαστε στη λογική – να γίνει το κάθετί, ώστε η Ευρώπη να προστατευτεί από έναν κοντόθωρο νεοεθνικισμό. Η Αυστρία θα έπρεπε, λόγω του ιστορικού της παρελθόντος, ιδίως στα Βαλκάνια, να κάνει το παν, για να εφαρμοστεί σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς μια πολιτική σώφρων, εφικτή, διορατική και, προπαντός, εδραιωμένη επί των ιδεών του Διαφωτισμού, καθώς και της ανθρωπιάς μας.
Mag. Ρεγκίνα Βίζινγκερ (καθηγήτρια, Γερμανική Σχολή Αθηνών),
Μάριον Χόφφμανν (συνταξιοδοτημένο πρώην στέλεχος της UNHCR),
Βίνφριντ Λέχνερ (Καθηγητής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών).
Προσυπογράφουν:
Μάρτιν Σάρνχορστ (σκηνοθέτης)
Δρ. Ουλρίκε Μέρλιν
Μαργαρίτα Βάμια
Βερένα Βογιατζόγλου
Ελίζαμπετ Παπαδοπούλου
Χίλντε Γκρούμπερ
Δρ. Μαριάννε Ντάννερ (καθηγήτρια, Γερμανική Σχολή Αθηνών)
Δρ. Χρήστος Βασδάρης (απόφοιτος του Πανεπιστημίου της Βιέννης, Αρχαιολόγος και
καθηγητής της Γερμανικής Σχολής Αθηνών)
Mag. Χριστίνε Πεδιαδίτη (καθηγήτρια στη Γερμανική Σχολή Αθηνών)
Δρ. της Νομικής Ελφρίντε Δαμάλα, Αθήνα
Mag. Ελένα Ζαμπάκα, Ερευνητικό Κέντρο «Δημόκριτος», Αθήνα
Χριστίνε Ζαμπάκα, συνταξιούχος
Mag. Κλαούντια Στάμου, αρχαιολόγος
Μαργαρίτα Μανωλά, συνταξιοδοτημένη καθηγήτρια
Ίρις Γαλετάκη
Μανουέλα Γαλετάκη
Χέλγκα Ρογαλά
Ελεάννα Ρογαλά
Κωνσταντίνος Ρογαλάς
Συγχαρητήρια από τον Νόαμ Τσόμσκι
Η επιστολή των Αυστριακών της Ελλάδας δημοσιεύτηκε σε μεγάλα διεθνή ΜΜΕ με τον μεγάλο Αμερικανό φιλόσοφο Νόαμ Τσόμσκι να την σχολιάζει.
«Εξαιρετική επιστολή! Η όλη ιστορία είναι εντελώς εξωφρενική. Η Αυστρία, μία πλούσια χώρα, «στενάζει» κάτω από το βάρος ενός προσφυγικού πληθυσμού που αποτελεί μόλις το 1% του πληθυσμού της – η Σουηδία για το 0,5%, και οι πολλές άλλες για μικρότερο ποσοστό. Στο Λίβανο, μια φτωχή χώρα με πολλά προβλήματα, το 25% του πληθυσμού της χώρας είναι Σύροι πρόσφυγες, που προστέθηκαν σε προηγούμενα κύματα προσφύγων από το Ιράκ και την Παλαιστίνη. Το ίδιο και στην Ιορδανία. Στη Συρία συνέβαινε το ίδιο πριν αυτή καταστραφεί. Τα στατιστικά για τις ΗΠΑ είναι ακόμη πιο ντροπιαστικά», ήταν η απάντηση που έστειλε ο διεθνούς φήμης φιλόσοφος, όταν του κοινοποιήθηκε η επιστολή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.