Από τη δεκαετία του ’80 παρατηρούνται θεαματικές
αλλαγές σε διεθνές, αλλά και οικονομικό επίπεδο, τόσο αναφορικά με τις
νέες διακρατικές de facto ισορροπίες δυνάμεων, όσο και με τις επιδόσεις
των λεγόμενων αναδυόμενων οικονομιών.
Ως «αναδυόμενες οικονομίες»
προσδιορίζονται οι χώρες μεσαίου εισοδήματος, οι οποίες πέτυχαν, από το
εν λόγω διάστημα, ραγδαία ανάπτυξη, και συμμετέχουν στις παγκόσμιες
αγορές, καταδεικνύοντας, έτσι, τις ίδιες ως «ατμομηχανή της παγκόσμιας
ανάπτυξης». Ποιες είναι αυτές οι αναδυόμενες οικονομίες και ποιοι γεωπολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες οδήγησαν στη μεταξύ τους συνεργασία;
Η γέννηση αυτού του συνασπισμού εμφανίζεται ως απόρροια των γενικότερων διεθνών μεταβολών, που έλαβαν χώρα στα μέσα του 21ου αιώνα. Αν και ο 20ος αιώνας φάνηκε να είναι η περίοδος της πλήρους επικράτησης του δυτικού πολιτισμού σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, ο 21ος αιώνας ανέδειξε νέες οικονομικές δυνάμεις και νέους πολιτικούς συσχετισμούς. Σημαντικό παράγοντα στην εν λόγω ανάδειξη αποτέλεσε μία σειρά οικονομικών κρίσεων. Οι δεκαετίες του 1980 και του 1990, συγκεκριμένα, ήταν μία προβληματική περίοδος για τις αναδυόμενες οικονομίες – παραδείγματα της οποίας αποτελούν η κρίση χρέους της Λατινικής Αμερικής το 1980 και η κρίση στα τέλη του ‘90. Η δεκαετία, όμως, του 2000 εγκαινίασε μία νέα περίοδο ταχείας ανάπτυξης για τις οικονομίες αυτές, δίνοντάς τους αναπτυξιακή ώθηση. Η κρίση του 2007/8 επηρέασε σημαντικά τα ανεπτυγμένα κράτη, και είχε ως αποτέλεσμα την εδραίωση των BRICS στο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον, στο οποίο, μέχρι πρότινος, κυριαρχούσαν οι αναπτυγμένες οικονομίες. Οι νέες δυνάμεις μεταβάλλουν τους όρους οικονομικής και πολιτικής ισχύος, και έτσι, σταδιακά, θα επανακαθορίσουν το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Το γεγονός αυτό και η συνεχής ανάπτυξή τους απασχολούν ιδιαίτερα τον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο, αφού σήμερα οι BRICS επιχειρούν να εδραιωθούν αντ’ αυτού.
Αναλυτικότερα, όμως, πώς εδραιώθηκε αυτή η ανατροπή ισορροπίας δυνάμεων και ποιοι είναι οι βασικοί παράγοντες που οδήγησαν σε αυτή; Το πλέον σημαντικό γεγονός ήταν η κατάρρευση του αποικιοκρατικού κόσμου, και η παρεπόμενη γέννηση νέων ανεξάρτητων κρατών, ιδίως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οδηγώντας στην αποδυνάμωση των αποικιοκρατικών ευρωπαϊκών κρατών. Αυτές οι νέες χώρες θέτουν ως βασικό στόχο τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου τους, καθώς μαστίζονται από υψηλά επίπεδα φτώχειας. Η ανάπτυξη εξελίχθηκε ως πάγιο και οικουμενικό αίτημα, προκειμένου τα κράτη αυτά να καταφέρουν να φτάσουν το επίπεδο διαβίωσης των αναπτυγμένων κρατών, ώστε να μπορέσουν να διατηρήσουν την αυτονομία και την ανεξαρτησία που κατέκτησαν.
Ο τρόπος, όμως, με τον οποίο θα ήταν εφικτή αυτή η ανάπτυξη αποτελούσε βασικό ζήτημα, ειδικότερα στο πλαίσιο γεωπολιτικής ισχύος της εποχής, αφού το ψυχροπολεμικό πλαίσιο ήταν χωρισμένο σε δύο στρατόπεδα, αφενός της Δύσης, με ισχυρότερη δύναμη τις ΗΠΑ, και αφετέρου της Ανατολής, με ισχυρούς τη Σοβιετική Ένωση και την Κίνα. Τα διαφορετικά καθεστώτα των δύο αυτών στρατοπέδων, το φιλελεύθερο μοντέλο της ελεύθερης αγοράς και του σοσιαλισμού αντίστοιχα, δημιουργούσαν προβληματισμούς σχετικά με την τροχιά ανάπτυξης που θα επιθυμούσαν αυτά τα νεοσύστατα κράτη να ακολουθήσουν.
Πλην, όμως, των ιστορικών συνθηκών, από τις οποίες ορίζονται οι αναπτυσσόμενες χώρες, οι οικονομικοί δείκτες καθιστούν ακόμα σαφέστερη αυτή τη διαφοροποίηση. Παραδείγματος χάριν, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ο δείκτης προσδόκιμου ζωής και ο δείκτης αναλφαβητισμού χρησιμοποιούνται από διεθνείς θεσμούς για την κατηγοριοποίηση των χωρών σε ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες. Ως εκ τούτου, και σε σύγκλιση με το ιστορικό πλαίσιο, «ανεπτυγμένες» χαρακτηρίζονται οι μεταβιομηχανικές χώρες, στις οποίες υπάρχει υψηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ανταγωνιστική βιομηχανία και ανεπτυγμένο εμπόριο, ενώ «αναπτυσσόμενες» οι χώρες που έχουν χαμηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ και υψηλούς ρυθμούς γεννήσεων. Το τελευταίο στοιχείο, δηλαδή του υπερπληθυσμού, είναι ιδιαίτερα κρίσιμο, καθώς οδηγεί σε αναπαραγωγή και διαιώνιση των συνθηκών φτώχειας, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κύριος μοχλός ανάπτυξης.
Πλέον, ο όρος του «αναπτυσσόμενου κράτους», σε συνάρτηση με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αφορά στις χώρες που, σταδιακά, λαμβάνουν ρόλο στη διεθνή κοινωνία με πολιτικοοικονομικά μέσα, βελτιώνουν τη θέση τους και ενσωματώνονται στο παγκοσμιοποιημένο σύστημα, με προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης (Ρουμελιώτης: 2009, 197).
Εξετάζοντας τα χαρακτηριστικά αυτά στα κράτη BRICS, παρατηρούμε πως οι οικονομίες τους είναι ταχέα αναπτυσσόμενες, με αύξηση της βιομηχανίας και εκσυγχρονισμό των υποδομών τους. Απότοκο της οικονομικής τους ανάπτυξης είναι η επιρροή σε περιφερειακό επίπεδο.
Η γενικότερη αυξανόμενη τάση του παγκόσμιου εμπορίου και η φιλελευθεροποίηση του εμπορικού και του χρηματοπιστωτικού τομέα είχαν ως αποτέλεσμα ένα κύμα εισροών κεφαλαίου και επενδύσεων, οδηγώντας στην αύξηση της παραγωγικότητας των χωρών αυτών.
Η μεγάλη αύξηση στις τιμές των εμπορευμάτων, ακόμη, προώθησε τις επενδύσεις και την ανάπτυξη του ΑΕΠ περισσότερο στις αναδυόμενες οικονομίες, εξασφαλίζοντάς τους σημαντικά έσοδα. Η επικέντρωση, μάλιστα, των δραστηριοτήτων τους αφορούσε κυρίως στις εξαγωγές προϊόντων. Πλέον, σχεδόν το μισό μερίδιο της παγκόσμιας παραγωγής σε όρους ίσης αγοραστικής δύναμης βρίσκεται στα κράτη του συνασπισμού.
Συγκεκριμένα, η οικονομία της Ινδίας έχει εστιάσει στην ανάπτυξη των υπηρεσιών και παρουσιάζει ραγδαία ανάπτυξη στον τομέα της πληροφορικής, η Βραζιλία και η Νότια Αφρική σημειώνουν βιομηχανική ανάπτυξη – με την πρώτη να στηρίζεται στην εξαγωγή πρώτων υλών, όπως καφέ, σόγιας και ζαχαροκάλαμου, ενώ, όμως, αμφότερες εξακολουθούν να εξαρτώνται από την εμπορευματική παραγωγή. Η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη δύναμη σε παραγωγή και εξαγωγές, γεγονός που την κατατάσσει στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου και στο ισχυρότερο από τα μέλη της BRICS. Η οικονομία της Ρωσίας στηρίζεται στα πλούσια ενεργειακά αποθέματα. Οι ταχύτατα αναπτυσσόμενες οικονομίες τους οδηγούν στη βελτίωση της πιστοληπτικής τους ικανότητας και επωφελούνται σημαντικά από την εκρηκτική ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου, αφού αποτελούν προορισμό άμεσων ξένων επενδύσεων από μεγάλες διεθνείς και πολυεθνικές εταιρίες.
Επιπλέον, οι κοινές συνισταμένες των κρατών BRICS τα διαφοροποιούν από τον δυτικό τρόπο ανάπτυξης, αφού οι υποδομές, η ιστορία και η οργάνωση τους διαφέρουν σημαντικά. Η διαφοροποίησή τους από τον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο συνέτεινε στην ανεύρεση κοινών στοιχείων μεταξύ των ανερχόμενων δυνάμεων της εποχής σε χαρακτηριστικά που όρισαν τις κοινές αναπτυξιακές τους πολιτικές, όπως εμπορικές συμφωνίες και οικονομικές συναλλαγές. Για παράδειγμα, συμφωνήθηκαν οι εξαγωγές και εισαγωγές προϊόντων ανάμεσα στις χώρες τις συμμαχίας με πιο ευνοϊκούς εμπορικούς όρους.
Το 2009, στην επίσημη σύνοδο κορυφής στο Ekaterinburg της Ρωσίας, διεξήχθη το 1η Σύνοδος των χωρών BRIC, όπου και γεννήθηκε επίσημα αυτός ο συνασπισμός κρατών. Στόχος της συνόδου ήταν η βελτίωση της τρέχουσας παγκόσμιας οικονομικής κατάστασης, αλλά και η αρμονική συνεργασία των τεσσάρων χωρών στο μέλλον. Η Νότιος Αφρική εντάχθηκε στο συνασπισμό, κατόπιν επίσημης πρόσκλησης από την Κίνα, το 2012, προσθέτοντας το “S” στο αρχικό αρκτικόλεξο. (Kateb:, 2011,7-13)
Η οικονομική και εμπορική συνεργασία ήταν ο αρχικός στόχος των χωρών BRICS, όμως τα πολλά κοινά στοιχεία στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο οδήγησαν σε εδραίωση ενός νέου υποσυστήματος. Σε αντιδιαστολή με το νεοφιλελεύθερο σύστημα που έχει υιοθετηθεί από το δυτικό κόσμο, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των ισχυρών χωρών που ανήκουν σε αυτόν -συχνά εις βάρος των λιγότερο ισχυρών-, επιχειρήθηκε η ανάπτυξη μίας ενιαίας περιφερειακής δύναμης και η μεταβολή του κέντρου βάρους της οικονομίας. Ο στόχος αυτός φαίνεται σταδιακά να επιτυγχάνεται, αφού, σύμφωνα με – πρώιμη ακόμη – έκθεση της Goldman Sachs του 2003, προβλέπεται πως, αν συνεχιστούν οι τότε ρυθμοί ανάπτυξης, τα BRICS θα εξελιχθούν σε υπερδυνάμεις μέχρι το 2050 (Wilson: 2003).
Η βούληση για διαφοροποίηση και ανεξαρτητοποίηση από τα δυτικά κέντρα αποφάσεων οδήγησε στη δημιουργία μίας αυτόνομης Νέας Αναπτυξιακής Τράπεζας (NDB) από τα BRICS ως αντίβαρο στην Παγκόσμια Τράπεζα και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το αρχικό κεφάλαιο της τράπεζας κυμαίνεται μεταξύ των 40 με 80 δισεκατομμυρίων ευρώ, με κεντρική θέση να κατέχει η Κίνα ως ο μεγαλύτερος κάτοχος συναλλαγματικών αποθεμάτων. Η έδρα της εν λόγω τράπεζας βρίσκεται στη Σανγκάη λόγω και του μεγαλύτερου μεριδίου συνεισφοράς της Κίνας, ενώ τα υπόλοιπα κράτη της συμμαχίας ορίζουν τον πρόεδρο της. Μέσω των BRICS Summits, επιπλέον, ενορχηστρώνονται σε συλλογικό επίπεδο οι οικονομικές στρατηγικές της συμμαχίας και οι μελλοντικές δράσης της.
Η σημαντικότερη συνέπεια της αύξησης της ισχύος των κρατών BRICS -δηλαδή η μετατροπή του συστήματος από διπολικό σε πολυπολικό-, είναι ιδιαίτερα σημαντική σε διεθνές επίπεδο,κυρίως για την παγκόσμια διακυβέρνηση (Lo, Vai lo Hiscock: 2014, 288-296). Η συμμαχία των BRICS είναι σημαντικός μέτοχος σε βασικούς τομείς της σύγχρονης διεθνούς κοινωνίας, όπως το χρηματοπιστωτικό σύστημα, το εμπόριο, η ασφάλεια και η κλιματική αλλαγή.
Εν κατακλείδι, Η επιθετική και ρεβανσιστική δυναμική των εν λόγω κρατών μεταβάλλει τους όρους της ισχύος, οικονομικής και πολιτικής. Η διαφοροποίησή τους από τη Δύση, και η μεταμόρφωση τους από πρώην «τριτοκοσμικά» και «υπανάπτυκτα» κράτη σε υπερδυνάμεις, πλέον, αποτελεί μία απειλή των υφιστάμενων ισορροπιών, υποδεικνύοντας πως υπάρχει μετατόπιση προς την Ανατολή. Εξετάζοντας το ιστορικό υπόβαθρο δημιουργίας της συμμαχίας, καταδεικνύονται οι αιτίες χάραξης αυτών των πολιτικών, όμως η μελλοντική τους έκβαση σε μακρο-ιστορικό επίπεδο είναι αβέβαιη.
Πριν από το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής οικονομικής κρίσης, είχε ήδη ξεκινήσει η μετατόπιση της οικονομικής ισχύος από τον αναπτυγμένο στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η κρίση, όμως, εξαπλώθηκε και στις BRICS και, πλέον, ελλοχεύουν κίνδυνοι και προκλήσεις. Αυτό συμβαίνει, αφού οι εισοδηματικές ανισότητες, η φτώχεια, οι ανεπαρκείς υποδομές, το χαμηλό επίπεδο κοινωνικών υπηρεσιών, καθώς και η πολιτική και κοινωνική αστάθεια αποτελούν μία μάστιγα για τις οικονομίες των κρατών BRICS, ενώ η ύφεση που χαρακτηρίζει την παγκόσμια οικονομία, σε συνδυασμό με τη μεταδοτικότητα των οικονομικών κραδασμών, λόγω της παγκοσμιοποίησης και της αλληλεξάρτησης των αγορών, εμφανίζονται ως τροχοπέδη για τη σταθερότητα και ανάπτυξη, τόσο για τις BRICS, όσο και για την παγκόσμια οικονομία εν συνόλω. Επιπροσθέτως, το μέλλον των BRICS διακυβεύεται από την απουσία συνεκτικής ταυτότητας και την έλλειψη ισχυρής θεσμοθέτησης. Το αν, εν τέλει, θα κατασταθούν μία περιφερειακή δύναμη μακροπρόθεσμα, ανατρέποντας τη Δύση από το βάθρο της ισχύος, αποτελεί ένα σημαντικό ερώτημα και αντικείμενο μελέτης.
Μαρία Τσιμάρα powerpolitics.eu
Πηγές:
- Βαρουφάκης, Γ. (2012). Παγκόσμιος Μινώταυρος – Οι Πραγματικές Αιτίες της Οικονομικής Κρίσης. Εκδόσεις Λιβάνη.
- Ρουμελιώτης, Π. (2009). Προς Έναν Πολυπολικό Κόσμο. Εκδόσεις Λιβάνη.
- Beausang, F. (2012). Globalization and the BRICs- Why the BRICs Will Not Rule the World for Long. Palgrave Macmillan.
- Rodrik, D. (2013). What the World Needs from the BRICS. Project Syndicate. https://www.project-syndicate.org/commentary/the-brics-and-global-economic-leadership-by-dani-rodrik
- John, L. (2014). The BRICS Development Bank: Why the world’s newest global bank must adopt a pro-poor agenda. https://www.oxfam.org/sites/www.oxfam.org/files/bp-brics-development-bank-110714-en_0.pdf
- Κateb, Α. (2011). Les nouvelles puissances mondiales: pourquoi les BRICS changent le monde?. Ellipses.
- Kobayashi-Hillary, M. (2008). Building a Future with BRICs- The Next Decade for Offshoring. Εκδόσεις Springer.
- Lo Vai lo Hiscock, M. (2014). The rise of BRICS in the global political economy, Εκδόσεις Edward Elgar.
- O’Neill, J. (2007). Brics and Βeyond. Goldman Sachs Global Economics Group.
- Wilson, D. and Purushothaman, R. (2003). Global Economic Paper 99. Dreaming With BRICs: The Path to 2050. Goldman Sachs.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.