Βίντεο
O Lou Reed, συνθέτης και κιθαρίστας με που συνετέλεσε όσο λίγοι στη διαμόρφωση της ροκ μουσικής τα...
τελευταία 50 χρόνια, πέθανε σήμερα σε ηλικία 71 ετών. Ακολουθούν δυο λόγια γι' αυτόν, μερικά τραγούδια του, ένα βιογραφικό κι ένα παλιότερο δημοσίευμα.
«Οι μόνοι άνθρωποι που υπάρχουν για μένα είναι οι τρελοί, αυτοί που τρελαίνονται να ζήσουν, τρελαίνονται να μιλήσουν, τρελαίνονται να σωθούν, που ποθούν τα πάντα ταυτόχρονα, αυτοί που ποτέ δε χασμουριούνται ή λένε έστω και μία κοινοτοπία, αλλά που καίγονται σαν τα μυθικά κίτρινα ρωμαϊκά κεριά, που σκάνε σαν πυροτεχνήματα ανάμεσα στα αστέρια κι από μέσα τους ξεπηδά το μπλε φως της καρδιάς τους,
κι όσοι τους βλέπουν κάνουν: Αααα!!!! με θαυμασμό».
Τζακ Κέρουακ, Στο δρόμο
Τι είναι το ροκ; Η απάντηση θα ήταν πολύ δύσκολη ακόμα και αν επρόκειτο μόνο για ένα είδος μουσικής. Δεν μπορείς να ορίσεις μια μουσική ως ένα ήχο «που σού προκαλεί ανατριχίλα στην σπονδυλική στήλη, σε καλεί να βγεις από το σπίτι σου το Σάββατο το βράδυ και να μη ζήσεις ποτές σαν τους γονείς σου». Έτσι κι αλλιώς, το ροκ είναι κάτι παραπάνω, μια στάση απέναντι στα πράγματα, μια επιθυμία χειραφέτησης που ο χρονικός ορίζοντας εκπλήρωσής της είναι το τώρα. Μια μουσική, μια στάση ζωής για αυτούς που είναι ή αισθάνονται νέοι και νιώθουν την επείγουσα ανάγκη να δουν τη ζωή αλλιώς, να βαδίσουν στην άγρια πλευρά της, την πλευρά που τους κρύβουν επιμελώς στο σπίτι και το σχολείο… Το πιο σωστό βέβαια είναι όταν αναφερόμαστε στο ροκ να χρησιμοποιούμε παρατατικό ή αόριστο γιατί το ροκ ήταν κάποτε όλα αυτά. Τώρα είναι προϊόν από τη γραμμή παραγωγής της μουσικής βιομηχανίας.
Από τη στιγμή που είναι δύσκολο να δώσεις τον ορισμό, μάλλον πρέπει να καταφύγεις στο παράδειγμα. Ο Lou Reed, που πέθανε χτες σε ηλικία 71 ετών, ήταν ένα από τα 4-5 ονόματα που σου ‘ρχονταν στο νου όταν θα ήθελες να δώσεις ένα παράδειγμα του τι είναι ροκ. Όχι ένας ροκ καλλιτέχνης, αλλά ένας ροκ τύπος.
Ο Lou Reed αποτέλεσε έξοχο παράδειγμα του τι είναι ροκ, όχι μόνο γιατί έγραψε σπουδαία ροκ τραγούδια, τραγούδια που προκάλεσαν δονήσεις στα πάρτι κι ηλεκτροπληξία σε όσους τα άκουγαν ανυποψίαστοι σε γουόκμαν από κασέτες TDK. Πιο σημαντικό ίσως από την καλλιτεχνική εμβέλειά του ήταν ότι τραγούδησε για τους αόρατους των μητροπόλεων, τους νέους που ψάχνονται σε υπόγειες διαδρομές, τα αγόρια που πουλάνε το κορμί τους, τους εθισμένους στην ηρωίνη, τους μποέμ καλλιτέχνες. Ο Lou Reed ήταν ο βάρδος αυτής της κρυφής άγριας πλευράς του δυτικού καπιταλισμού. Η τεράστια καλλιτεχνική κι εμπορική επιτυχία με την οποία ανταμείφθηκε στην πορεία, απέδειξε ότι το «περιθώριο» δεν είναι τελικά τόσο μειοψηφική ιστορία, ότι εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονται ή αισθάνονται ότι βρίσκονται στην μπάντα ενός συστήματος που λειτουργεί ως μηχανή που παράγει συνεχώς χρήμα, χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τους ανθρώπους.
Take a walk on the wild side
Είπαμε ότι η επιτυχία ήρθε στην πορεία. Γιατί ο πρώτος δίσκος των Velvet Underground, στους οποίους ο Reed ήταν κεντρικό πρόσωπο, δεν πούλησε τίποτα, όντας με τον τραχύ ήχο και την απλότητα του σαν την άγρια μύγα μες στο ψυχεδελικό γάλα του 1967. Αυτός όμως ο δίσκος, με την μπανάνα του Andy Warhol στο εξώφυλλο, προδιέγραψε την πορεία που ακολούθησε το ροκ τις επόμενες δεκαετίες. Ο Προυστ έχει γράψει ότι ένα αριστούργημα δημιουργεί την ευαισθησία που είναι απαραίτητη για να γίνει κατανοητό. Καλλιτέχνες σαν τον Lou Reed και τον John Cale των Velvet Underground άνοιξαν τον δρόμο για μια ευαισθησία που ανήγαγε το ροκ σε έκφραση της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, χωρίς να πάψει να είναι ποτέ ο ήχος των μητροπόλεων και των νεανικών μαζών τους.
Ροκ πρωτοπόρος λοιπόν ο Lou Reed, που μας άφησε στα 71 του, σήμερα Κυριακή 27 του Οκτώβρη, χωρίς να προλάβει να γεράσει. Πρόλαβε όμως να βαδίσει στην άγρια πλευρά.
Το βιογραφικό του από την ελληνική Wikipedia:
Γεννήθηκε από οικογένεια Εβραίων στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης και μεγάλωσε στο Φρίπορτ του Λονγκ Άιλαντ. Ο ίδιος έλεγε ότι το όνομά του είναι Λιούις Άλεν Φέρμπανκ αλλά το πραγματικό του όνομα είναι Λιούις Άλεν Ραμπίνοβιτς.
Όντας ακόμη νεαρός, έκανε πραγματικότητα το όνειρό του, μαθαίνοντας να παίζει κιθάρα, ενώ άρχισε να συμμετέχει σε σχολικές ροκ μπάντες. Σύντομα έκανε και την πρώτη του ηχογράφηση σε στιλ ριδμ εντ μπλουζ με το συγκρότημα The Shades.
Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο των Συρακουσών (Syracuse University) όπου ο ποιητής και καθηγητής του Ντέλμορ Σβαρτς τον ενθάρρυνε στην πορεία του και τον βοήθησε όσον αφορά τη χρήση της αγγλικής γλώσσας. Αργότερα ο Ριντ απότισε φόρο τιμής σε αυτόν τον μέντορά του με το τραγούδι "My House", με αναφορές στον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις. Εκεί, επίσης, αναπτύχθηκε το ενδιαφέρον του για την φρι τζαζ (free jazz) και την πειραματική μουσική (experimental). Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποίηση της γενιάς μπιτ και για την πρόζα του Μπάροουζ.
Μετά την αποφοίτησή του το 1964, έπιασε δουλειά ως συνθέτης στη δισκογραφική εταιρία Pickwick Records. Την επόμενη χρονιά δημιούργησε μαζί με τον Ουαλό αβανγκάρντ βιολιστή συνάδελφό του, Τζον Κέιλ, το συγκρότημα The Primitives, το οποίο μετεξελίχθηκε τελικά στους The Velvet Underground. Ενώ η σύνθεση του συγκροτήματος δεν υπήρξε σταθερή (ο Κέιλ το εγκατέλειψε το 1968, ο Ριντ το 1970) και δεν ήταν εμπορικά βιώσιμο, αποτέλεσε ένα από τα underground συγκροτήματα με την μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία της ροκ. Αποτελούνταν από τον Λου Ριντ, τον Τζον Κέιλ, τον Στέρλινγκ Μόρισον και την Μορίν Τάκερ. Εκείνη την περίοδο γράφτηκαν τα τραγούδια "Heroin" και "I'm Waiting for my Man", τραγούδια που μοιάζουν να σκιαγραφούν τα έργα του Μπάροουζ.
Η συνάντησή τους με τον Άντι Γουόρχολ ήταν καθοριστική καθώς απογείωσε τη φήμη τους. Ο Πάπας της Ποπ υπήρξε ο μάνατζέρ τους, ο οποίος διοργάνωσε τις περιοδείες του γκρουπ σε όλη την Αμερική και τον Καναδά, αποσπώντας εντυπωσιακές κριτικές. Ο Γουόρχολ επέμεινε στην προσθήκη ενός ακόμη μέλους, της Γερμανίδας πρώην μοντέλου Νίκο[1]. Η αντίρρηση του Ριντ και των υπολοίπων καταγράφηκε στο ντεμπούτο άλμπουμ τους The Velvet Underground and Nico το 1967. Αναφέρεται επίσης ότι συχνά στις συναυλίες ο Ριντ και ο Κέιλ έπαιζαν σκόπιμα πάνω από τη φωνή της Νίκο, ή χαμήλωναν την ένταση του καναλιού της την ώρα που τραγουδούσε.
Σόλο Καριέρα
Το 1970 ο Ριντ αποχώρησε από το συγκρότημα και ακολούθησε σόλο καριέρα, ενώ ταυτόχρονα μετακόμισε στο Λονδίνο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Ντέιβιντ Μπάουι, ο οποίος μαζί με τον Μικ Ρόνσον ανέλαβε την παραγωγή στο πρώτο προσωπικό του άλμπουμ, με τίτλο Transformer το 1972. Αυτός ο γκλαμ ροκ (glam rock) δίσκος περιλαμβάνει το γνωστότερο ίσως τραγούδι του Ριντ, το "Walk on the Wild Side"[3], το οποίο περιγράφει τους κοινωνικά απροσάρμοστους (misfits), τους εκπορνευόμενους άντρες (male hustlers) και τους τραβεστί στο Factory του Αντι Γιούρχολ. Αυτός ο δίσκος περιλαμβάνει επίσης τα τραγούδια "Perfect Day", "Vicious" και "Satellite of Love".
Το τραγούδι "Perfect Day" εμφανίστηκε σε μια εκτέλεση με έγχορδα του Μικ Ρόνσον η οποία εγκωμιάστηκε από τον Ριντ στο επεισόδιο Transformer της σειράς του BBC "Classic Albums" (Κλασικά Άλμπουμ). Το τραγούδι αυτό περιλήφθηκε αργότερα στο σάουντρακ της ταινίας Trainspotting και ακούγεται στην σκηνή της ταινίας όπου ο πρωταγωνιστής Μαρκ Ρέντον έχει κάνει υπερβολική χρήση ηρωϊνης. Το τραγούδι αυτό έχει επίσης μεταγραφεί στα ελληνικά και έχει γίνει η μουσική του εκτέλεση από τον Διονύση Σαββόπουλο, στο δίσκο του Το Ξενοδοχείο το 1997
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Λου Ριντ διατήρησε το καταθλιπτικό στιλ του, γεγονός που απογοήτευσε μέρος του κοινού του. Το αποκορύφωμα τη αποτυχίας του θεωρίται το άλμπουμ Metal Machine Music. Στα μέσα της δεκαετίας του '80 αποφάσισε να κάνει μία στροφή, αρχίζοντας να γράφει πιο ρυθμικά και αισιόδοξα τραγούδια. Το άλμπουμ The Bells συγκρίθηκε από τους κριτικούς με τα κλασικά Astral Weeks του Βαν Μόρισον και Exile on Main Street των Rolling Stones, καθώς συνεργάστηκε σε αυτό και ο τζαζίστας Ντον Τσέρι. Το 1993 ξαναβρέθηκε για τελευταία φορά με τα υπόλοιπα μέλη των Velvet Underground για μία ευρωπαϊκή περιοδεία.
Το 1980 παντρεύτηκε τη Σίλβια Μοράλες με την οποία χώρισε μια δεκαετία αργότερα. Ο Ριντ έδειξε ενδιαφέρον για τα πολιτικά ζητήματα το 1986 όταν συμμετείχε στην περιοδεία της Διεθνούς Αμνηστίας A Conspiracy of Hope Tour. Στο άλμπουμ του New York το 1989, αποδοκίμασε το έγκλημα, τα υψηλά ενοίκια, τον πολιτευόμενο ιεροκήρυκα Τζέσε Τζάκσον, τον Γενικό Γραμματέα του Ο.Η.Ε. Κουρτ Βάλντχαϊμ ακόμη και τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β'. Επίσης, συνδεόταν φιλικά με τον Τσέχο αντιφρονούντα συγγραφέα και πολιτικό Βάτσλαβ Χάβελ.
Μετά το θάνατο του Γουόρχολ στη διάρκεια μιας εγχείρισης το 1987, ο Ριντ συνεργάστηκε με τον Τζον Κέιλ το 1990 στο μινιμαλιστικό άλμπουμ Songs for Drella (Τραγούδια για την Ντρέλα, "Drella" από τον συνδυασμό των λέξεων "Dracula" [Δράκουλας] και "Cinderella" [Σταχτοπούτα], ένα παρατσούκλι του Γουόρχολ).
Η δεκαετία του 1990 χαρακτηρίστηκε από τρία άλμπουμ —με θεωρoύμενο ως καλύτερο το Magic and Loss—, κάποιες ζωντανές εμφανίσεις, την ερωτική του φιλία με την Λόρι Άντερσον, την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία και μια επίμονη μελέτη των έργων του Άλαν Πόε. Το 1996 το συγκρότημα Velvet Underground καταχωρήθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame.
Η δεκαετία του 2000 ξεκίνησε για τον Ριντ με το επιτυχημένο άλμπουμ Ecstasy και τρία χρόνια αργότερα επανήλθε στο προσκήνιο με το The Raven, στο οποίο συμμετείχαν θρύλοι όπως ο Ορνέτ Κόλμαν, οι Blind Boys of Alabama, οι ηθοποιοί Στιβ Μπουσέμι, Ντάνιελ Νταφόε, Λόρι Άντερσον και ο ταχύτατα ανερχόμενος Άντονι. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε μια ανθολογία από το σύνολο το έργου του με τον τίτλο Lou Reed: New York Man, ενώ το 2004 κυκλοφόρησε το διπλό live άλμπουμ με τίτλο Animal Serenade δίνοντας έτσι ένα ισχυρό «παρών!» στην ροκ εντ ρολ σκηνή.
Απεβίωσε στις 27 Οκτωβρίου 2013, με την αιτία θανάτου να μην έχει ανακοινωθεί. Ωστόσο ο Ριντ είχε υποστεί μεταμόσχευση ήπατος τον Μάιο του 2013.[5]
Δισκογραφία
1972 Lou Reed
1972 Transformer
1973 Berlin
1974 Rock'n'Roll Animal
1974 Sally Can't Dance
1975 Lou Reed Live
1975 Metal Machine Music
1975 Coney Island Baby
1976 Rock And Roll Heart
1977 Walk On The Wild Side
1978 Street Hassle
1978 Take No Prisoners
1979 The Bells
1980 Growing Up In Public
1980 Rock'n'Roll Diary
1982 The Blue Mask
1982 Legendary Hearts
1984 New Sensations
1984 Live In Italy
1986 Mistrial
1989 New York
1990 Songs For Drella
1993 Magic And Loss
1996 Set The Twilight Reeling
1998 Perfect Night Live In London
2000 Ecstasy
2003 The Raven
2003 NYC Man
2004 Animal Serenade
O Lou Reed, συνθέτης και κιθαρίστας με που συνετέλεσε όσο λίγοι στη διαμόρφωση της ροκ μουσικής τα...
τελευταία 50 χρόνια, πέθανε σήμερα σε ηλικία 71 ετών. Ακολουθούν δυο λόγια γι' αυτόν, μερικά τραγούδια του, ένα βιογραφικό κι ένα παλιότερο δημοσίευμα.
«Οι μόνοι άνθρωποι που υπάρχουν για μένα είναι οι τρελοί, αυτοί που τρελαίνονται να ζήσουν, τρελαίνονται να μιλήσουν, τρελαίνονται να σωθούν, που ποθούν τα πάντα ταυτόχρονα, αυτοί που ποτέ δε χασμουριούνται ή λένε έστω και μία κοινοτοπία, αλλά που καίγονται σαν τα μυθικά κίτρινα ρωμαϊκά κεριά, που σκάνε σαν πυροτεχνήματα ανάμεσα στα αστέρια κι από μέσα τους ξεπηδά το μπλε φως της καρδιάς τους,
κι όσοι τους βλέπουν κάνουν: Αααα!!!! με θαυμασμό».
Τζακ Κέρουακ, Στο δρόμο
Τι είναι το ροκ; Η απάντηση θα ήταν πολύ δύσκολη ακόμα και αν επρόκειτο μόνο για ένα είδος μουσικής. Δεν μπορείς να ορίσεις μια μουσική ως ένα ήχο «που σού προκαλεί ανατριχίλα στην σπονδυλική στήλη, σε καλεί να βγεις από το σπίτι σου το Σάββατο το βράδυ και να μη ζήσεις ποτές σαν τους γονείς σου». Έτσι κι αλλιώς, το ροκ είναι κάτι παραπάνω, μια στάση απέναντι στα πράγματα, μια επιθυμία χειραφέτησης που ο χρονικός ορίζοντας εκπλήρωσής της είναι το τώρα. Μια μουσική, μια στάση ζωής για αυτούς που είναι ή αισθάνονται νέοι και νιώθουν την επείγουσα ανάγκη να δουν τη ζωή αλλιώς, να βαδίσουν στην άγρια πλευρά της, την πλευρά που τους κρύβουν επιμελώς στο σπίτι και το σχολείο… Το πιο σωστό βέβαια είναι όταν αναφερόμαστε στο ροκ να χρησιμοποιούμε παρατατικό ή αόριστο γιατί το ροκ ήταν κάποτε όλα αυτά. Τώρα είναι προϊόν από τη γραμμή παραγωγής της μουσικής βιομηχανίας.
Από τη στιγμή που είναι δύσκολο να δώσεις τον ορισμό, μάλλον πρέπει να καταφύγεις στο παράδειγμα. Ο Lou Reed, που πέθανε χτες σε ηλικία 71 ετών, ήταν ένα από τα 4-5 ονόματα που σου ‘ρχονταν στο νου όταν θα ήθελες να δώσεις ένα παράδειγμα του τι είναι ροκ. Όχι ένας ροκ καλλιτέχνης, αλλά ένας ροκ τύπος.
Ο Lou Reed αποτέλεσε έξοχο παράδειγμα του τι είναι ροκ, όχι μόνο γιατί έγραψε σπουδαία ροκ τραγούδια, τραγούδια που προκάλεσαν δονήσεις στα πάρτι κι ηλεκτροπληξία σε όσους τα άκουγαν ανυποψίαστοι σε γουόκμαν από κασέτες TDK. Πιο σημαντικό ίσως από την καλλιτεχνική εμβέλειά του ήταν ότι τραγούδησε για τους αόρατους των μητροπόλεων, τους νέους που ψάχνονται σε υπόγειες διαδρομές, τα αγόρια που πουλάνε το κορμί τους, τους εθισμένους στην ηρωίνη, τους μποέμ καλλιτέχνες. Ο Lou Reed ήταν ο βάρδος αυτής της κρυφής άγριας πλευράς του δυτικού καπιταλισμού. Η τεράστια καλλιτεχνική κι εμπορική επιτυχία με την οποία ανταμείφθηκε στην πορεία, απέδειξε ότι το «περιθώριο» δεν είναι τελικά τόσο μειοψηφική ιστορία, ότι εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονται ή αισθάνονται ότι βρίσκονται στην μπάντα ενός συστήματος που λειτουργεί ως μηχανή που παράγει συνεχώς χρήμα, χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τους ανθρώπους.
Take a walk on the wild side
Είπαμε ότι η επιτυχία ήρθε στην πορεία. Γιατί ο πρώτος δίσκος των Velvet Underground, στους οποίους ο Reed ήταν κεντρικό πρόσωπο, δεν πούλησε τίποτα, όντας με τον τραχύ ήχο και την απλότητα του σαν την άγρια μύγα μες στο ψυχεδελικό γάλα του 1967. Αυτός όμως ο δίσκος, με την μπανάνα του Andy Warhol στο εξώφυλλο, προδιέγραψε την πορεία που ακολούθησε το ροκ τις επόμενες δεκαετίες. Ο Προυστ έχει γράψει ότι ένα αριστούργημα δημιουργεί την ευαισθησία που είναι απαραίτητη για να γίνει κατανοητό. Καλλιτέχνες σαν τον Lou Reed και τον John Cale των Velvet Underground άνοιξαν τον δρόμο για μια ευαισθησία που ανήγαγε το ροκ σε έκφραση της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, χωρίς να πάψει να είναι ποτέ ο ήχος των μητροπόλεων και των νεανικών μαζών τους.
Ροκ πρωτοπόρος λοιπόν ο Lou Reed, που μας άφησε στα 71 του, σήμερα Κυριακή 27 του Οκτώβρη, χωρίς να προλάβει να γεράσει. Πρόλαβε όμως να βαδίσει στην άγρια πλευρά.
Το βιογραφικό του από την ελληνική Wikipedia:
Γεννήθηκε από οικογένεια Εβραίων στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης και μεγάλωσε στο Φρίπορτ του Λονγκ Άιλαντ. Ο ίδιος έλεγε ότι το όνομά του είναι Λιούις Άλεν Φέρμπανκ αλλά το πραγματικό του όνομα είναι Λιούις Άλεν Ραμπίνοβιτς.
Όντας ακόμη νεαρός, έκανε πραγματικότητα το όνειρό του, μαθαίνοντας να παίζει κιθάρα, ενώ άρχισε να συμμετέχει σε σχολικές ροκ μπάντες. Σύντομα έκανε και την πρώτη του ηχογράφηση σε στιλ ριδμ εντ μπλουζ με το συγκρότημα The Shades.
Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο των Συρακουσών (Syracuse University) όπου ο ποιητής και καθηγητής του Ντέλμορ Σβαρτς τον ενθάρρυνε στην πορεία του και τον βοήθησε όσον αφορά τη χρήση της αγγλικής γλώσσας. Αργότερα ο Ριντ απότισε φόρο τιμής σε αυτόν τον μέντορά του με το τραγούδι "My House", με αναφορές στον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις. Εκεί, επίσης, αναπτύχθηκε το ενδιαφέρον του για την φρι τζαζ (free jazz) και την πειραματική μουσική (experimental). Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποίηση της γενιάς μπιτ και για την πρόζα του Μπάροουζ.
Μετά την αποφοίτησή του το 1964, έπιασε δουλειά ως συνθέτης στη δισκογραφική εταιρία Pickwick Records. Την επόμενη χρονιά δημιούργησε μαζί με τον Ουαλό αβανγκάρντ βιολιστή συνάδελφό του, Τζον Κέιλ, το συγκρότημα The Primitives, το οποίο μετεξελίχθηκε τελικά στους The Velvet Underground. Ενώ η σύνθεση του συγκροτήματος δεν υπήρξε σταθερή (ο Κέιλ το εγκατέλειψε το 1968, ο Ριντ το 1970) και δεν ήταν εμπορικά βιώσιμο, αποτέλεσε ένα από τα underground συγκροτήματα με την μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία της ροκ. Αποτελούνταν από τον Λου Ριντ, τον Τζον Κέιλ, τον Στέρλινγκ Μόρισον και την Μορίν Τάκερ. Εκείνη την περίοδο γράφτηκαν τα τραγούδια "Heroin" και "I'm Waiting for my Man", τραγούδια που μοιάζουν να σκιαγραφούν τα έργα του Μπάροουζ.
Η συνάντησή τους με τον Άντι Γουόρχολ ήταν καθοριστική καθώς απογείωσε τη φήμη τους. Ο Πάπας της Ποπ υπήρξε ο μάνατζέρ τους, ο οποίος διοργάνωσε τις περιοδείες του γκρουπ σε όλη την Αμερική και τον Καναδά, αποσπώντας εντυπωσιακές κριτικές. Ο Γουόρχολ επέμεινε στην προσθήκη ενός ακόμη μέλους, της Γερμανίδας πρώην μοντέλου Νίκο[1]. Η αντίρρηση του Ριντ και των υπολοίπων καταγράφηκε στο ντεμπούτο άλμπουμ τους The Velvet Underground and Nico το 1967. Αναφέρεται επίσης ότι συχνά στις συναυλίες ο Ριντ και ο Κέιλ έπαιζαν σκόπιμα πάνω από τη φωνή της Νίκο, ή χαμήλωναν την ένταση του καναλιού της την ώρα που τραγουδούσε.
Σόλο Καριέρα
Το 1970 ο Ριντ αποχώρησε από το συγκρότημα και ακολούθησε σόλο καριέρα, ενώ ταυτόχρονα μετακόμισε στο Λονδίνο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Ντέιβιντ Μπάουι, ο οποίος μαζί με τον Μικ Ρόνσον ανέλαβε την παραγωγή στο πρώτο προσωπικό του άλμπουμ, με τίτλο Transformer το 1972. Αυτός ο γκλαμ ροκ (glam rock) δίσκος περιλαμβάνει το γνωστότερο ίσως τραγούδι του Ριντ, το "Walk on the Wild Side"[3], το οποίο περιγράφει τους κοινωνικά απροσάρμοστους (misfits), τους εκπορνευόμενους άντρες (male hustlers) και τους τραβεστί στο Factory του Αντι Γιούρχολ. Αυτός ο δίσκος περιλαμβάνει επίσης τα τραγούδια "Perfect Day", "Vicious" και "Satellite of Love".
Το τραγούδι "Perfect Day" εμφανίστηκε σε μια εκτέλεση με έγχορδα του Μικ Ρόνσον η οποία εγκωμιάστηκε από τον Ριντ στο επεισόδιο Transformer της σειράς του BBC "Classic Albums" (Κλασικά Άλμπουμ). Το τραγούδι αυτό περιλήφθηκε αργότερα στο σάουντρακ της ταινίας Trainspotting και ακούγεται στην σκηνή της ταινίας όπου ο πρωταγωνιστής Μαρκ Ρέντον έχει κάνει υπερβολική χρήση ηρωϊνης. Το τραγούδι αυτό έχει επίσης μεταγραφεί στα ελληνικά και έχει γίνει η μουσική του εκτέλεση από τον Διονύση Σαββόπουλο, στο δίσκο του Το Ξενοδοχείο το 1997
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Λου Ριντ διατήρησε το καταθλιπτικό στιλ του, γεγονός που απογοήτευσε μέρος του κοινού του. Το αποκορύφωμα τη αποτυχίας του θεωρίται το άλμπουμ Metal Machine Music. Στα μέσα της δεκαετίας του '80 αποφάσισε να κάνει μία στροφή, αρχίζοντας να γράφει πιο ρυθμικά και αισιόδοξα τραγούδια. Το άλμπουμ The Bells συγκρίθηκε από τους κριτικούς με τα κλασικά Astral Weeks του Βαν Μόρισον και Exile on Main Street των Rolling Stones, καθώς συνεργάστηκε σε αυτό και ο τζαζίστας Ντον Τσέρι. Το 1993 ξαναβρέθηκε για τελευταία φορά με τα υπόλοιπα μέλη των Velvet Underground για μία ευρωπαϊκή περιοδεία.
Το 1980 παντρεύτηκε τη Σίλβια Μοράλες με την οποία χώρισε μια δεκαετία αργότερα. Ο Ριντ έδειξε ενδιαφέρον για τα πολιτικά ζητήματα το 1986 όταν συμμετείχε στην περιοδεία της Διεθνούς Αμνηστίας A Conspiracy of Hope Tour. Στο άλμπουμ του New York το 1989, αποδοκίμασε το έγκλημα, τα υψηλά ενοίκια, τον πολιτευόμενο ιεροκήρυκα Τζέσε Τζάκσον, τον Γενικό Γραμματέα του Ο.Η.Ε. Κουρτ Βάλντχαϊμ ακόμη και τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β'. Επίσης, συνδεόταν φιλικά με τον Τσέχο αντιφρονούντα συγγραφέα και πολιτικό Βάτσλαβ Χάβελ.
Μετά το θάνατο του Γουόρχολ στη διάρκεια μιας εγχείρισης το 1987, ο Ριντ συνεργάστηκε με τον Τζον Κέιλ το 1990 στο μινιμαλιστικό άλμπουμ Songs for Drella (Τραγούδια για την Ντρέλα, "Drella" από τον συνδυασμό των λέξεων "Dracula" [Δράκουλας] και "Cinderella" [Σταχτοπούτα], ένα παρατσούκλι του Γουόρχολ).
Η δεκαετία του 1990 χαρακτηρίστηκε από τρία άλμπουμ —με θεωρoύμενο ως καλύτερο το Magic and Loss—, κάποιες ζωντανές εμφανίσεις, την ερωτική του φιλία με την Λόρι Άντερσον, την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία και μια επίμονη μελέτη των έργων του Άλαν Πόε. Το 1996 το συγκρότημα Velvet Underground καταχωρήθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame.
Η δεκαετία του 2000 ξεκίνησε για τον Ριντ με το επιτυχημένο άλμπουμ Ecstasy και τρία χρόνια αργότερα επανήλθε στο προσκήνιο με το The Raven, στο οποίο συμμετείχαν θρύλοι όπως ο Ορνέτ Κόλμαν, οι Blind Boys of Alabama, οι ηθοποιοί Στιβ Μπουσέμι, Ντάνιελ Νταφόε, Λόρι Άντερσον και ο ταχύτατα ανερχόμενος Άντονι. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε μια ανθολογία από το σύνολο το έργου του με τον τίτλο Lou Reed: New York Man, ενώ το 2004 κυκλοφόρησε το διπλό live άλμπουμ με τίτλο Animal Serenade δίνοντας έτσι ένα ισχυρό «παρών!» στην ροκ εντ ρολ σκηνή.
Απεβίωσε στις 27 Οκτωβρίου 2013, με την αιτία θανάτου να μην έχει ανακοινωθεί. Ωστόσο ο Ριντ είχε υποστεί μεταμόσχευση ήπατος τον Μάιο του 2013.[5]
Δισκογραφία
1972 Lou Reed
1972 Transformer
1973 Berlin
1974 Rock'n'Roll Animal
1974 Sally Can't Dance
1975 Lou Reed Live
1975 Metal Machine Music
1975 Coney Island Baby
1976 Rock And Roll Heart
1977 Walk On The Wild Side
1978 Street Hassle
1978 Take No Prisoners
1979 The Bells
1980 Growing Up In Public
1980 Rock'n'Roll Diary
1982 The Blue Mask
1982 Legendary Hearts
1984 New Sensations
1984 Live In Italy
1986 Mistrial
1989 New York
1990 Songs For Drella
1993 Magic And Loss
1996 Set The Twilight Reeling
1998 Perfect Night Live In London
2000 Ecstasy
2003 The Raven
2003 NYC Man
2004 Animal Serenade
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.