Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν είχε καμία ενημέρωση όσον αφορά τα αίτια απόσυρσης της ρωσικής Gazprom από τον διαγωνισμό για την ΔΕΠΑ, όπως δηλώνει στην Καθημερινή ο επίτροπος για θέματα Ανταγωνισμού, Χοακίν Αλμούνια, επιβεβαιώνοντας μάλιστα πως τέσσερις κρατικές επιχειρήσεις προς ιδιωτικοποίηση βρίσκονται υπό διερεύνηση για την παροχή παράτυπων κρατικών ενισχύσεων.
Η κυβέρνηση Καραμανλή, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του τότε πρωθυπουργού, είχε προειδοποιηθεί ρητά και επανειλημμένως το 2009 από την Κομισιόν ότι η χώρα οδηγείται σε πλήρη δημοσιονομικό εκτροχιασμό, ενώ απολύτως ενήμερο ήταν και το Eurogroup, υποστηρίζει σε αποκλειστική συνέντευξη στην «Κ», ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Χοακίν Αλμούνια.Η απάντηση σε αυτές τις προειδοποιήσεις ήταν η «πλήρης αδράνεια». Ο κ. Αλμούνια, πρώην επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων και σήμερα αρμόδιος για το πανίσχυρο χαρτοφυλάκιο του Ανταγωνισμού, διαψεύδει επίσης ότι η Κομισιόν είχε οποιαδήποτε εμπλοκή στην αποτυχία της πώλησης της ΔΕΠΑ στην Gazprom, ενώ επιβεβαιώνει ότι τέσσερις κρατικές επιχειρήσεις προς ιδιωτικοποίηση (ΟΣΕ-ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ΛΑΡΚΟ, ΕΑΣ, ΔΕΠΑ-ΔΕΣΦΑ) βρίσκονται υπό διερεύνηση για την παροχή παράτυπων κρατικών ενισχύσεων.
– Κύριε αντιπρόεδρε, ένα από τα βασικά προβλήματα στη διαδικασία ιδιωτικοποιήσεων στην Ελλάδα, οι οποίες είναι απαραίτητες για την επιτυχία του Μνημονίου, είναι εκκρεμείς υποθέσεις παράνομων κρατικών ενισχύσεων. Υπάρχουν ειδικές περιπτώσεις που εξετάζετε;
– Υπάρχουν ορισμένες σημαντικές υποθέσεις, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων που είναι προς ιδιωτικοποίηση στην Ελλάδα δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα από τη δική μας πλευρά. Προβλήματα έχουν οι σιδηρόδρομοι (ΟΣΕ και ΤΡΑΙΝΟΣΕ), τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, η γνωστή υπόθεση της ΔΕΠΑ, η ΛΑΡΚΟ και ένας τερματικός σταθμός κοντέινερ στο λιμάνι του Πειραιά.
Είμαστε σε συζητήσεις με τις ελληνικές αρχές και προσπαθούμε να λύσουμε τα προβλήματα, ζητώντας τους, όπως για παράδειγμα με την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, να μας παρουσιάσουν ένα σαφές σχέδιο ιδιωτικοποίησης, το οποίο θα εξετάσουμε. Υπό αυτήν την έννοια, τα προβλήματα ανταγωνισμού είναι και μοχλός πίεσης για να συνταχθούν προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων.
– Τι συνέβη στην περίπτωση της ΔΕΠΑ; Σας ρωτώ επειδή από την ελληνική κυβέρνηση διέρρευσε πως η Gazprom δεν κατέθεσε προσφορά λόγω προβλημάτων με την Κομισιόν.
– Δεν είχαμε καμία ενημέρωση για τους λόγους για τους οποίους η Gazprom απέσυρε την προσφορά της. Δεν υπάρχουν σοβαρά ζητήματα κρατικών ενισχύσεων με τη ΔΕΠΑ. Τον Φεβρουάριο εγκρίναμε απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να παράσχει έκτακτη ρευστότητα στη ΔΕΠΑ και τώρα εξετάζουμε την παράταση αυτής της έκτακτης ενίσχυσης. Επίσης, εξετάζουμε ορισμένα προγράμματα επενδύσεων από τη ΔΕΣΦΑ. Αλλά εμείς δεν είχαμε επαφές με την Gazprom για τα θέματα αυτά.
– Πολλοί στην Ελλάδα σας κατηγορούν ότι σιωπήσατε, αν όχι και ότι καλύψατε, τη δημοσιονομική εκτροπή που συντελέστηκε όσο ήσασταν επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων. Πώς απαντάτε στην κριτική ότι δεν σημάνατε εγκαίρως συναγερμό;
– Να σας πω τι θυμάμαι εγώ. Ανέλαβα επίτροπος τον Απρίλιο του 2004. Ένας από τους πρώτους φακέλους που βρήκα στο γραφείο μου ήταν το αίτημα της Ελλάδας για αναθεώρηση των στατιστικών στοιχείων για το έλλειμμα και το χρέος. Έγινε τότε μία μεγάλη συζήτηση γιατί η κυβέρνηση Καραμανλή υποστήριζε ότι η προηγούμενη κυβέρνηση δεν κατέγραφε σωστά τα δημοσιονομικά στοιχεία.
Ζήτησα τότε από το ECOFIN να μου δώσει την εξουσία να ελέγξω τα στατιστικά στοιχεία της Ελλάδας. Ομως τα κράτη-μέλη δεν μου το επέτρεψαν. Και να ξέρετε ότι δεν ήταν η ελληνική κυβέρνηση που αντιτάχθηκε σε αυτό, αλλά οι Γάλλοι, οι Γερμανοί, οι Βρετανοί.
Από τότε λοιπόν, μέχρι το 2010 που δόθηκαν οι απαραίτητες εξουσίες στη Eurostat να ελέγχει τους εθνικούς λογαριασμούς, η Κομισιόν δεν είχε τη δυνατότητα να εξετάσει την ακρίβεια των παρεχόμενων στοιχείων. Κάθε χρόνο λοιπόν, αναγκαζόμασταν να αναθεωρούμε τα στοιχεία εκ των υστέρων. Το αποτέλεσμα είναι ότι κάθε φορά που καλούμασταν να πάρουμε αποφάσεις για την Ελλάδα, δεν είχαμε στη διάθεσή μας τα αληθινά στοιχεία, γιατί αυτά έρχονταν αργότερα. Μόνο μετά την κρίση χρέους λύθηκε το ζήτημα. Και τώρα είναι ευτυχώς λυμένο.
Το 2009 η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά, αλλά όχι μόνο λόγω της ανακρίβειας των στατιστικών, διότι η κυβέρνηση εκείνη τη χρονιά, που ήταν και χρονιά εκλογών, ας μην ξεχνάμε, ήταν απολύτως παθητική. Μας έδωσαν το φθινόπωρο του 2008 έναν προϋπολογισμό που προέβλεπε έλλειμμα για το 2009, 1,8%. Τον πρώτο κιόλας μήνα είχε ξεπεράσει το 3% του ΑΕΠ και τον Απρίλιο το έλλειμμα ήταν πάνω από 5%, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας. Παρουσίασα λοιπόν μία αυστηρότατη εισήγηση στο Eurogroup με προτάσεις για την άμεση δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας. Το Eurogroup υιοθέτησε τις προτάσεις μου, αλλά η ελληνική κυβέρνηση τους επόμενους μήνες δεν έκανε τίποτα. Μας έλεγαν ότι η κατάσταση δεν είναι και τόσο σοβαρή και σκέφτονταν τις εκλογές που είχαν μπροστά τους.
Στις αρχές Ιουλίου, παρουσίασα μία έκθεση στο Eurogroup, η οποία αργότερα μου ζητήθηκε το 2010 και την έστειλα στην ελληνική Βουλή. Είπα στον τότε υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας «αν δεν υιοθετήσετε άμεσα τις προτάσεις μας, το έλλειμμά σας θα ξεπεράσει το 10%». Αλλά πάλι δεν έγινε τίποτα. Μόνο μετά τις εκλογές, ο νέος υπουργός Οικονομικών, στην πρώτη μας συνάντηση, μου είπε «Χοακίν, το έλλειμμα είναι πάνω από 12%».
Αυτή είναι η ιστορία. Δεν ήταν στατιστικό το πρόβλημα. Το πρόβλημα ήταν η καταστροφική διαχείριση των δημοσίων οικονομικών από την ελληνική κυβέρνηση το 2009, λόγω της ανικανότητας αυτής της κυβέρνησης και της ενασχόλησής της με τις εκλογές.
Το Eurogroup τα ήξερε όλα αυτά, γιατί εγώ τους τα είπα. Είχα επανειλημμένες συναντήσεις με τον Ελληνα υπουργό Οικονομικών και τον πρωθυπουργό και ήταν απολύτως ενήμεροι για τις ανησυχίες μας, αλλά δεν αντέδρασαν. Το Eurogroup τότε δεν ήταν εξοπλισμένο με τα σημερινά εργαλεία οικονομικής διακυβέρνησης, ώστε να κάνει κάτι και δεν ήταν έτοιμο να πιέσει την ελληνική κυβέρνηση. Μέχρι και την κρίση χρέους, όταν μία κυβέρνηση της Ευρωζώνης είχε οικονομικές δυσκολίες, αλλά έρχονταν εκλογές, οι υπουργοί Οικονομικών της έδιναν χρόνο. Τώρα, οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν αλλάξει.
«Με τις τράπεζες, δεν είχαμε επιλογή»
– Η εντύπωση που επικρατεί στην Ευρώπη είναι ότι οι ζημίες των τραπεζών κοινωνικοποιήθηκαν, με τις κρατικές ενισχύσεις που εγκρίνατε, και ότι οι φορολογούμενοι τις έβγαλαν από τη δύσκολη θέση, αλλά χωρίς να δουν αντίκρισμα στην αποκατάσταση της ρευστότητας στην αγορά. Πώς απαντάτε σε αυτήν την κριτική;
– Όταν χρεοκοπεί μια οποιαδήποτε άλλη εταιρεία, δημιουργείται φυσικά πρόβλημα, με τους ανθρώπους που μένουν άνεργοι, αλλά η αγορά συνεχίζει να λειτουργεί, κάποιος ανταγωνιστής παίρνει τη θέση της. Στην περίπτωση των τραπεζών, όταν χρεοκοπεί μία, οι ανταγωνιστές της δεν επωφελούνται, αλλά πλήττονται. Δημιουργείται αυτό που λέμε «συστημικός κίνδυνος» για την οικονομία. Οπότε δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να χρησιμοποιήσουμε χρήματα των φορολογουμένων.
Από την υπόθεση της Κύπρου κι έπειτα, αν και σχετικές συζητήσεις είχαν γίνει και για την Ισπανία, η κατεύθυνση της συζήτησης άλλαξε. Πλέον, θεωρείται ότι οι φορολογούμενοι έκαναν πολύ μεγάλες προσπάθειες. Έδωσαν πάρα πολλά. Ας δούμε, λοιπόν, πώς θα επιμερίσουμε διαφορετικά τα βάρη.
Πρώτον, πώς θα συμβάλουν οι μέτοχοι, όπως έγινε στην Ελλάδα, οι ομολογιούχοι και ακόμη και οι ανασφάλιστοι καταθέτες. Είναι μια συζήτηση που τώρα γίνεται. Δεν θέλουμε να επαναληφθεί αυτό που έγινε στην Κύπρο, όπου η ίδια συμμετοχή των τραπεζών (bail in) έγινε ανοργάνωτα. Κανείς δεν θέλει να επαναληφθεί. Πρόκειται για παράδειγμα προς αποφυγή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Τώρα κάνουμε μία οργανωμένη συζήτηση για το πώς θα επιμερίσουμε το βάρος των χρεοκοπιών. Τα χρήματα των φορολογουμένων θα χρησιμοποιούνται αφού έχουν εξαντληθεί τα ίδια μέσα. Οι ανασφάλιστοι καταθέτες είναι το έσχατο όριο. Ποτέ δεν θα πειράξουμε ασφαλισμένες καταθέσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.