Τιμη Νι

Παρέχεται από το Investing.com

ΕΤΣΙ ΝΑ ΛΕΜΕ ΠΙΑ ΤΑ ΣΥΚΑ-ΣΥΚΑ ΚΑΙ ΤΗ ΣΚΑΦΗ-ΣΚΑΦΗ

Της ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΣΟΥΛΤΑΝΙΔΟΥ*
Πέρασαν ήδη πεντέμισι χρόνια μνημονίων, χρόνια που τα αφήσαμε πίσω μας μέσα από μια μεγάλη ανατροπή, αλλά ακόμη μας τυραννούν οι επιπτώσεις τους, οι νόμοι τους, η ανεργία, η πείνα, η κατεστραμμένη δημόσια υγεία και παιδεία, η φτώχεια, η μιζέρια. Χρόνια αγώνων, χρόνια των πλατειών, των αυθόρμητων ακτιβισμών, αλλά και της άγριας καταστολής, των χημικών, των συλλήψεων.
Πολλοί συμπολίτες μας δεν άντεξαν, έδωσαν τέλος στη ζωή τους, γιατί επιζητούσαν έναν βίο με αξιοπρέπεια κι όχι έναν βίο αβίωτο για τους ίδιους και τους δικούς τους.
Όλο αυτό το διάστημα της πολυτάραχης κοινωνικής και πολιτικής περιόδου, πολλές φορές αναρωτηθήκαμε γιατί η αντίσταση του κόσμου δεν ήταν ανάλογη της βάρβαρης επίθεσης που δέχονταν σε όλα τα επίπεδα της ζωής του. Γιατί οι αγώνες έφθαναν σε κάποια κορύφωση και μετά έκαμναν μια απίστευτη κοιλιά, σαν να άδειαζαν ξαφνικά οι μπαταρίες του πλήθους και χρειάζονταν «γέμισμα» μέχρι να επανέλθουν;

 Σήμερα, ακούγοντας μια εκπομπή στο ραδιόφωνο, ένοιωσα αίφνης ένα μεγάλο κενό που ζούσαμε όλα αυτά τα χρόνια. Στη διάρκεια μιας ώρας «πέρασε από μπροστά μου» η μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας, μέσα από τη μουσική του Μ. Θεοδωράκη, τα ποιήματα του Ρίτσου, του Λειβαδίτη, τουΒάρναλη και άλλων επιφανών, σαν μια κόκκινη κορδέλα που προσπαθούσε να ενώσει το νήμα του παρελθόντος με το παρόν. Κι εκεί, στο παρόν δηλαδή, η κορδέλα μένει μετέωρη, χωρίς μουσικούς ήχους, χωρίς φωνή, χωρίς στίχους. Εκεί, στο παρόν δηλαδή, υπάρχει το μεγάλο κενό, μια Ελλάδα, μια αριστερά, ένας λαός, χωρίς μαζική έκφραση μέσα από τα τραγούδια του, τραγούδια που να μιλούν για τις αγωνίες, τους αγώνες του, τις θυσίες του, το αύριο που οραματίζεται.

Είναι γεγονός, πως τα μνημονιακά χρόνια συνοδεύτηκαν δυστυχώς και από πολιτιστική παρακμή, που εν πολλοίς οφείλεται στο κλειστό κύκλωμα που επέβαλε το σύστημα στην τέχνη, και στην αντικειμενική αδυναμία των διαφορετικών φωνών να ακουστούν μέσα από τα ελεγχόμενα ΜΜΕ και τις εταιρείες.
Ήταν φανερή σε όλους η έλλειψη της αριστερής ή έστω της κοινωνικής διανόησης, έλειψαν οι ισχυρές προσωπικότητες της διανόησης που θα έμπαιναν μπροστά, αναβαθμίζοντας ιδεολογικά και πολιτικά και το περιεχόμενο των διεκδικήσεων και την προς τα «έξω» προβολή και διεκδίκησή του, με ελάχιστες φυσικά εξαιρέσεις.
Το κίνημα ήταν μόνο του, φτωχό από αναλύσεις, φτωχό από φωτεινά παραδείγματα, φτωχό από συλλογική, κοινή έκφραση. Όσοι συμπολίτες μας θυσίασαν τη ζωή τους μη αντέχοντας το σκοτεινό μέλλον της, δεν μπόρεσαν, ούτε και επιδίωξαν φυσικά, να αποτελέσουν τις ηρωικές μορφές των αγωνιστών της αριστεράς που θυσίασαν τις ζωές τους υπερασπιζόμενοι τα ιδανικά τους, όπως ο Μπελογιάννης, οΠέτρουλας, ο Πλουμπίδης κτλ., και έτσι, οι αγώνες αυτής της περιόδου, δεν είχαν τους δικούς τους ήρωες.
Κι αυτό γιατί έλειπαν οι υψιπετείς στόχοι, έλειπε το όραμα. Η αντίσταση και οι αγώνες του λαού μας, σ αυτήν την περίοδο, περιορίστηκαν, με ευθύνη κυρίως της αριστεράς, σε έναν αγώνα αντιμνημονιακό, αγώνα για την ανατροπή της κυβέρνησης και της μνημονιακής πολιτικής της, για τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, όχι όμως αγώνα για να σπάσουν οι αλυσίδες των υποτελών τάξεων, όχι αγώνα που να έχει εμφανή απώτερο στόχο το στρατηγικό ορίζοντα της ταξικής απελευθέρωσης. Όταν λείπουν τα υψηλά ιδανικά, λείπει και η υψηλή έμπνευση. Έτσι, οι κινητοποιήσεις μας των τελευταίων χρόνων, δεν συνοδεύτηκαν από ποίηση που να τους εκφράζει και να τους απογειώνει, δε συνοδεύτηκαν από ταινίες που να μετουσιώνουν τα κοινωνικά δρώμενα σε εμπνευσμένη αφήγηση το λευκό πανί, δεν συνοδεύτηκαν πολύ περισσότερο από μουσικές και τραγούδια ανάλογα του πνευματικού όγκου των συνθέσεων του Μίκη, που θα διαπερνούσαν το μυαλό και την καρδιά του καθένα μας, και θα αποτελούσαν την «κοινή μας έκφραση» στις πορείες, στις παρέες μας, στις εκδηλώσεις μας, στην καθημερινότητά μας, έκφραση μαζικής εκτόνωσης αλλά και έμπνευσης για παραπέρα αγώνες, έκφραση συλλογικής ανάτασης. Και πέρα από αυτό, μέσα από το μαγικό ραβδί της τέχνης, να μπολιαστούν οι μάζες με τα ιδανικά της αριστεράς, έτσι απλά και μοναδικά, που να το καταλαβαίνει ο καθένας, χωρίς ιδιαίτερες εξηγήσεις καιπερισπούδαστες αναλύσεις, τόσο εύκολα, που να αναρωτιέται γιατί δεν το ήξερε πριν.
Μας έλειψαν όλα αυτά, όσα συνόδεψαν τους αγώνες του λαού μας τουλάχιστον τις τελευταίες δεκαετίες, και συναποτελούν τις ζωντανές μνήμες και τη ζωντανή ιστορία μας. Καθηλωθήκαμε σε ένα κίνημα, που παρόλα τα θετικά στοιχεία του και το θετικό του αποτέλεσμα στις εκλογές της 25ης Γενάρη, αυτοπεριορίστηκε στο να λύσει το πρόβλημα του σήμερα, χωρίς να τολμάει να μιλάει για το δικό του όραμα και σχέδιο για το μέλλον.
Γι αυτό, ειδικά τώρα που η εξέλιξη σε επίπεδο διακυβέρνησης είναι εξαιρετικά δύσκολη εξαιτίας των ισχυρών πιέσεων που δεχόμαστε από Ε.Ε. και ΔΝΤ, ο ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από όσα κάνει, πρέπει να μιλήσει στον κόσμο στην γλώσσα της αριστεράς, να του δώσει να καταλάβει τι ακριβώς διακυβεύεται και γιατί πρέπει να αντισταθεί ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ. Δηλαδή, να μη λέει ότι δεν προτίθεται να μειώσει κι άλλο τους μισθούς και τις συντάξεις γιατί αυτά είναι υφεσιακά μέτρα, αλλά γιατί είναι βαθειά ταξικά μέτρα σε βάρος των εργαζομένων. Να μην αναφέρεται στη Μέρκελ, στο Σόιμπλε, στη Λαγκάρντ κτλ. σαν πρόσωπα που επιδιώκουν το τάδε ή το δείνα, αλλά σαν εκφραστές συγκεκριμένων πολιτικών και κυρίως οικονομικών συμφερόντων, σαν εκφραστές του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού δηλαδή. Να μη συναγελάζεται με ΓΑΠκαι καραμανλικούς ή ότι άλλο, γιατί αυτό, πέρα από το γεγονός ότι είναι αντικειμενικάαναποτελεσματικό, θολώνει τα υπαρκτά σύνορα ανάμεσα σε αριστερά και δεξιά, σε αντιμνημονιακούς και μνημονιακούς.
Να απαντά στη Λαγκάρντ, όταν λέει στο Βαρουφάκη: «θα πρέπει να ματώσετε για να πάρετε την επόμενη δόση», ότι, όπως δεν θα πάρουμε εμείς την επόμενη δόση έτσι δε θα δει κι αυτή τη δόση που της οφείλουμε. Και πέρα από αυτό, ακριβώς πέρα από αυτό, να πει στο λαό ότι εμείς ξέρουμε να ματώνουμε, όπως έγραψε ο μεγάλος Ρίτσος:
«Αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους μπορεί νάναι κι από αίμα.
Μπορεί νάναι κι απ΄το λιόγερμα που χτυπάει στον απέναντι τοίχο...»
Έτσι, ώστε να ατσαλώσει το λαό για τη μεγάλη σύγκρουση που πρέπει να δώσει απέναντι στο νεοφιλελεύθερο μόρφωμα της Ε.Ε., να τον εμπνεύσει για κάτι πολύ περισσότερο από μια ζωή χωρίς μνημόνια, να τον «μπολιάσει» με τις αξίες, τα πιστεύω της αριστεράς, να αποκτήσει την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία, ώστε μια μέρα να μπορούμε να πούμε:
«Και να αδελφέ μου, που μάθαμε να κουβεντιάζουμε
ήσυχα-ήσυχα κι απλά.
Καταλαβαινόμαστε τώρα,
δε χρειάζονται περσότερα.
Κι αύριο λέω να γίνουμε ακόμα πιο απλοί
να βρούμε αυτά τα λόγια που παίρνουνε το ίδιο βάρος
σ όλες τις καρδιές, σ όλα τα χείλη.
Έτσι να λέμε πια τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη...»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.