Το προηγούμενο διάστημα,
με αφορμή το συλλαλητήριο που οργάνωσε το ΠΑΜΕ στις 15 Σεπτέμβρη στη Λάρυμνα, απέναντι από την πύλη του εργοστασίου, η Ομάδα ανέπτυξε σημαντική δράση, με στόχο να φτάσει στις γυναίκες της περιοχής, να συζητήσει μαζί τους και να τις καλέσει να πάρουν μέρος στην κινητοποίηση. Το άνοιγμα της Ομάδας δεν περιορίστηκε στις γυναίκες που εργάζονται, είτε οι ίδιες, είτε άλλα μέλη των οικογενειών τους στη ΛΑΡΚΟ, αλλά άγγιξε συνολικά τις λαϊκές οικογένειες της περιοχής. Ετσι, πραγματοποίησαν εξορμήσεις στα σχολεία, στους μαθητές και τους γονείς, ώστε ο προβληματισμός να αγγίξει «όλη την οικογένεια, ανεξάρτητα από το αν έχει εργαζόμενο στη ΛΑΡΚΟ», σημειώνει η Μ. Ρούσση. Οργάνωσαν συσκέψεις με γυναίκες σε αρκετά από τα χωριά της περιοχής που γνωρίζουν από πρώτο χέρι το μαρασμό, στον οποίο οδηγείται το εργοστάσιο και μαζί του ολόκληρη η περιοχή. Που ζουν με το φόβο των λειψών μέτρων ασφάλειας και των συχνών εργατικών «ατυχημάτων» για τους άντρες, τα αδέρφια και τα παιδιά τους. Μοίρασαν ανακοινώσεις σε εργαζόμενες και αυτοαπασχολούμενες. Στο επίκεντρο της συζήτησης έθεσαν, όπως εξηγεί η Α. Μπαφούτσου, την ανάγκη να παλέψουν όχι μόνο για να μην κλείσει η ΛΑΡΚΟ, για να αποτραπούν οι απολύσεις και η επίθεση στους μισθούς, για να παρθούν μέτρα ασφάλειας για τους εργαζόμενους, αλλά να αγωνιστούν με στόχο να λειτουργήσει το εργοστάσιο υπέρ του λαού. Να υπηρετήσει δηλαδή την ικανοποίηση των αναγκών της λαϊκής οικογένειας και όχι τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων, πράγμα που συμβαίνει μέχρι σήμερα, είτε η ΛΑΡΚΟ βρισκόταν στην ιδιοκτησία του Μποδοσάκη, είτε πέρασε στα χέρια των εκάστοτε κυβερνήσεων.
Με οδηγό την πείρα των εργατικών αγώνων
Οπως υπενθυμίζει, η ΛΑΡΚΟ έχει βρεθεί στο παρελθόν στο επίκεντρο σημαντικών εργατικών αγώνων και οι γυναίκες είχαν σημαντική συμμετοχή σε αυτούς. «Στην απεργία του '77 οι γυναίκες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Σε φάσεις που η κατάσταση δυσκόλευε, οι γυναίκες και τα παιδιά ενίσχυσαν με τη συμμετοχή και τη στήριξή τους τον αγώνα», υπογραμμίζει. Η συμμετοχή τους στον πολύμηνο αγώνα γινόταν με κάθε τρόπο: «Υπήρχαν πορείες που γυναίκες και παιδιά ξάπλωναν στο δρόμο για να γίνουν ασπίδα προστασίας για τους απεργούς απέναντι στην καταστολή που αντιμετώπιζαν. Συγκρούστηκαν με τα ΜΑΤ, υπήρξαν ακόμα και συλλήψεις». Με την ίδια μαχητικότητα μάζευαν υπογραφές για τη στήριξη των απεργών, παρατάσσονταν στην πύλη του εργοστασίου και χτύπαγαν κατσαρόλες και τενεκέδες αποδοκιμάζοντας τους απεργοσπάστες που περνούσαν μέσα για δουλειά. «Δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει συνέλευση του σωματείου και να μην πάρουν μαζικά μέρος. Το σωματείο τότε βρισκόταν σε ταξικά χέρια, οι εργαζόμενοι και οι γυναίκες ένιωθαν πως μπορούσαν να ακουμπήσουν σε αυτό με εμπιστοσύνη», σημειώνει. Οργάνωνε τον αγώνα, καλούσε τις γυναίκες να αναλάβουν ρόλο σε αυτόν, τους ανέθετε καθήκοντα, φρόντιζε να ενισχύεται και να δυναμώνει η αλληλεγγύη των εργαζομένων προς τους απεργούς.
Διαφορετική είναι όμως η κατάσταση που επικρατεί σήμερα. Οπως επισημαίνουν και οι δύο, η σημερινή πλειοψηφία του σωματείου δεν κινείται σε αγωνιστική κατεύθυνση, θέλει τους εργαζόμενους μακριά από κινητοποιήσεις, προσπαθεί να καλλιεργήσει εφησυχασμό και αυταπάτες στους ίδιους και τις οικογένειές τους. «Οι ημερίδες, οι διαβουλεύσεις, οι συσκέψεις και γενικά ο "κοινωνικός διάλογος" δίνουν και παίρνουν», λέει η Α. Μπαφούτσου. Καλλιεργούνται ψεύτικες ελπίδες, προβάλλεται η ιδιωτικοποίηση της επιχείρησης σαν τρόπος για τη διασφάλιση υποτίθεται των θέσεων εργασίας.
Η συγκέντρωση του ΠΑΜΕ «ξύπνησε» τις μνήμες της μεγάλης απεργίας, τόσο σε αυτούς που έζησαν τα γεγονότα όσο και σε όσους τα έχουν μάθει μέσα από τις οικογένειές τους, συγκίνησε και έδωσε δύναμη στις γυναίκες που πήραν μέρος. «Ανοιξε ένα δρόμο», τονίζει η Μ. Ρούσση, «έδειξε την κατεύθυνση στην οποία πρέπει να ψάξουν για τη διέξοδο». Οπως προσθέτει η Α. Μπαφούτσου, η Ομάδα πρέπει να συνεχίσει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα την προσπάθειά της να εντάξει περισσότερες γυναίκες στη δράση, να δώσει συνέχεια στη συζήτηση και στις πρωτοβουλίες για την οργάνωση της πάλης για όλα τα προβλήματα που απασχολούν τις γυναίκες των εργατικών - λαϊκών οικογενειών στην περιοχή.
Αγώνας για να περάσει στα χέρια του λαού
Από όλο το εργοστάσιο πέρασε, όπως λέει, η Μαρία Ρούσση μέχρι να φτάσει στη συνταξιοδότηση, αφού εργάστηκε τόσο στην παραγωγή όσο και στις διοικητικές υπηρεσίες της ΛΑΡΚΟ. Γνωρίζει, λοιπόν, από πρώτο χέρι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενες, που σήμερα πλέον βρίσκονται στις διοικητικές υπηρεσίες και στην καθαριότητα. Καταρχάς η συρρίκνωση του προσωπικού έχει δημιουργήσει συνθήκες εντατικοποίησης της δουλειάς: «Κάθε εργαζόμενη έχει δύο και τρία πόστα», αναφέρει συγκεκριμένα και προσθέτει πως η κατάσταση αυτή έχει επιπτώσεις στην υγεία τους. Η καθαριότητα του εργοστασίου έχει εδώ και περίπου τρία χρόνια περάσει σε εργολάβο και οι μόνιμες εργαζόμενες έχουν πλέον αντικατασταθεί με τετράωρες που εργάζονται με πολύ χαμηλούς μισθούς και αναγκάζονται να γυρίζουν όλο το εργοστάσιο στη βάρδιά τους. Εργαζόμενες και εργαζόμενοι «φεύγουν κυνηγημένοι, εξαναγκασμένοι από τις συνθήκες αυτές και την πίεση που τους δημιουργούν και βλέποντας μπροστά τους την προοπτική παραπέρα επιδείνωσης», σημειώνει.
Την ίδια στιγμή που η συρρίκνωση και η απαξίωσή της προχωρά με γρήγορο ρυθμό, η σημασία της ύπαρξης και της λειτουργίας της ΛΑΡΚΟ για το λαό είναι μεγάλη: «Πρόκειται για βαριά βιομηχανία, στρατηγικής σημασίας», σημειώνει η Μ. Ρούσση, «αφού με βάση τόσο το κύριο προϊόν της, που είναι το νικέλιο, όσο και τα υποπροϊόντα της μπορεί να στηριχθεί ένα μεγάλο κομμάτι της βαριάς βιομηχανίας της χώρας, από τις κατασκευές και την αυτοκινητοβιομηχανία μέχρι την παραγωγή οικιακών συσκευών. Ενώ, λοιπόν, η λειτουργία της ΛΑΡΚΟ θα μπορούσε να δίνει ώθηση στην ανάπτυξη μιας σειράς κλάδων, οδηγείται συνεχώς και σχεδιασμένα προς την υποβάθμιση και τη συρρίκνωση».
Η Μαρία Ρούσση, όπως και ο άντρας της, ανήκει στην τρίτη γενιά εργαζομένων στο εργοστάσιο της ΛΑΡΚΟ από την οικογένειά της. Εκτός, όμως, από το παρελθόν και το παρόν της επιχείρησης, τόσο η ίδια όσο και η Ανδριάνα Μπαφούτσου, μιλούν και το μέλλον της. Για την «άλλη» ΛΑΡΚΟ, αυτή που πρέπει να φτιάξει η σημερινή και η αυριανή βάρδια των εργαζομένων. Μια ΛΑΡΚΟ από την οποία θα λείπει η ανασφάλεια του εργαζόμενου και της εργαζόμενης μπροστά στην απόλυση και την ανεργία, τα εργατικά «ατυχήματα», ο καθημερινός κίνδυνος και η φθορά της υγείας, η αγωνία να τα βγάλουν πέρα με το μισθό που συνεχώς μειώνεται. Μια ΛΑΡΚΟ που θα αποτελεί λαϊκή περιουσία, θα βρεθεί στα χέρια των εργαζομένων και θα υπηρετήσει την ανάπτυξη προς όφελός τους.
Ευτυχία ΧΑΪΝΤΟΥΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.