Προ ημερών στο διοικητικό συμβούλιο της ΔΕΗ παρουσιάστηκαν στοιχεία για τις ανεξόφλητες οφειλές των πελατών της επιχείρησης. Στην κορυφή της λίστας φιγουράριζε το όνομα της πολύπαθης προβληματικής κρατικής βιομηχανίας νικελίου ΛΑΡΚΟ, η οποία οφείλει στη ΔΕΗ το ιλιγγιώδες ποσό των 285 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, οι συγκεκριμένες οφειλές αποτελούν το 75% των συνολικών ανεξόφλητων οφειλών πελατών της ΔΕΗ από την υψηλή τάση, δηλαδή τη βαριά βιομηχανία.
Το πρόβλημα των χρεών προς τη ΔΕΗ είναι ένα από τα πολλά που καλείται να διαχειριστεί η εταιρεία, η οποία βρίσκεται σε διαρκή κλοιό ζημιών και αδυνατεί να καταρτίσει ένα ρεαλιστικό και βιώσιμο πλάνο για να συνεχίσει τη δραστηριότητά της. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο τελευταίος ισολογισμός της εταιρείας αφορά τη χρήση του 2015, ενώ για τις χρήσεις του 2016 και του 2017 δεν έχουν ακόμη δημοσιοποιηθεί τα μεγέθη. Σύμφωνα με πληροφορίες το πρόβλημα στην κατάρτιση του νέου ισολογισμού έγκειται στην απαίτηση των ορκωτών λογιστών να γίνει επικαιροποίηση με βάση τις νεότερες εμπορικές αξίες των παγίων της εταιρείας. Για το θέμα υπάρχει αναφορά και στις παρατηρήσεις των ορκωτών, όπου εκφράζεται επιφύλαξη για την αύξηση το 2015 κατά 271 εκατ. ευρώ της αξίας των παγίων που αφορούν την αξία των ορυχείων, των κτιριακών εγκαταστάσεων και των τεχνικών έργων. Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι η ελεγκτική ζήτησε να υπάρξει νέα, ανεξάρτητη αποτίμηση, ενώ ενδεχόμενη αναπροσαρμογή προς τα κάτω της αξίας των παγίων θα έχει επίπτωση στην καθαρή θέση της εταιρείας.
Ως προς τα μεγέθη του 2015, η εικόνα του ισολογισμού αποτυπώνει ανάγλυφα τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΛΑΡΚΟ, η οποία εμφάνισε 79,3 εκατ. ευρώ ζημίες, με μειωμένο τζίρο και υψηλότατα, μη βιώσιμα, κόστη παραγωγής. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μέση τιμή πώλησης του νικελίου διαμορφώθηκε στα 11.886 δολάρια ο τόνος, όταν το εμπορικό κόστος της ΛΑΡΚΟ ήταν 16.627 δολάρια ο τόνος, δηλαδή για κάθε τόνο που παρήγε η βιομηχανία κατέγραφε ζημία 4.741 δολαρίων. Δηλαδή η υπό κρατικό έλεγχο βιομηχανία παρήγε ζημίες 222.000 δολ. την ημέρα (81,1 εκατ. δολ. συνολικά). Το μισθολογικό κόστος για τους 1.124 εργαζομένους διαμορφώθηκε στα 48,96 εκατ. ευρώ και αυξήθηκε κατά 1,11 εκατ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 19,1% του εμπορικού κόστους της επιχείρησης.
Σημειώνεται ότι, εκτός των άλλων δαπανών, η εταιρεία ήδη αντιμετωπίζει από φέτος και το σημαντικό πρόβλημα της αύξησης των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων. Συγκεκριμένα, η ΛΑΡΚΟ εκπέμπει 820.000 τόνους CΟ2, για τους οποίους λαμβάνει δωρεάν δικαιώματα για 710.000 τόνους. Το υπόλοιπο καλύφθηκε από τα αποθέματα των δικαιωμάτων και από νέες αγορές (με κόστος έως 250.000 ευρώ). Το 2018, με την τιμή στη spot αγορά να έχει εκτιναχθεί στα 20 ευρώ ο τόνος από τα 5 ευρώ πέρυσι, η εταιρεία έχει μικρότερη δωρεάν κατανομή και θα χρειαστεί να αγοράσει έως 150.000 δικαιώματα εκπομπής με κόστος έως 3 εκατ. ευρώ.
Ως προς το τρέχον περιβάλλον της αγοράς, φέτος τον Ιούνιο οι τιμές νικελίου κατέγραψαν υψηλό τριετίας, φτάνοντας μέχρι και τα 15.700 δολάρια ο τόνος, ωστόσο το τελευταίο τρίμηνο οι τιμές υποχώρησαν εκ νέου, φτάνοντας τον Σεπτέμβριο στα 12.200 δολάρια ο τόνος. Ακόμα και στις υψηλότερες τιμές (από τα 13.500 έως τα 15.700 δολάρια), που διάρκεσαν για ένα τρίμηνο, η εταιρεία το μόνο που πέτυχε ήταν να περιορίσει τις ζημίες της (με βάση τα λειτουργικά κόστη του 2015) στα 1.000 έως 3.000 δολάρια ο τόνος.
Προβληματισμός
Σύμφωνα με πληροφορίες, το θέμα της ΛΑΡΚΟ ήταν ένα από τα ζητήματα που τέθηκαν επί τάπητας κατά την πρόσφατη επίσκεψη της επιτρόπου Ανταγωνισμού, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, στην Ελλάδα. Υπενθυμίζεται ότι για τη ΛΑΡΚΟ υπάρχει ήδη καταδίκη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού για την υπόθεση των εγγυήσεων που παρέσχε το Δημόσιο κατά τα έτη 2008, 2010 και 2011, αλλά και για τη συμμετοχή του ελληνικού Δημοσίου στην αύξηση κεφαλαίου του 2009.
Σύμφωνα με την απόφαση της Επιτροπής, οι κινήσεις αυτές δεν δικαιολογούνταν με όρους αγοράς και χαρακτηρίστηκαν ως παράνομες κρατικές ενισχύσεις. Το 2014 εκδόθηκε απόφαση της Επιτροπής που ζητεί την άμεση ανάκτηση και επιστροφή των 136 εκατ. ευρώ, ωστόσο η υλοποίηση της απόφασης πάγωσε, καθώς υπήρξε συμφωνία για σχέδιο πώλησης της εταιρείας μέσω δύο παράλληλων διαδικασιών πώλησης για τα ιδιωτικά πάγια της εταιρείας και χωριστά για τα δημόσια μεταλλεία που έχουν παραχωρηθεί στη ΛΑΡΚΟ. Το τότε σχέδιο οδηγήθηκε σε τέλμα, καθώς η νέα κυβέρνηση το 2015 θεώρησε ότι μπορεί υπό κρατικό έλεγχο να πετύχει να γυρίσει την εταιρεία σε κερδοφορία. Ωστόσο το επιχειρησιακό σχέδιο για τον εξορθολογισμό της παραγωγής, τη μείωση του λειτουργικού κόστους και την εξυγίανση της εταιρείας ουδέποτε εφαρμόστηκε.
Ο κίνδυνος για πτώχευση και εκκαθάριση
Ειδικά για το θέμα των χρεών προς τη ΔΕΗ, υπάρχει σοβαρός προβληματισμός, αφού, εάν σταματήσει να ηλεκτροδοτείται η βιομηχανία, ουσιαστικά οδηγείται σε οριστικό λουκέτο, και η ΔΕΚΟ θα πρέπει να διαγράψει σημαντικό μέρος, αν όχι όλες τις απαιτήσει της έναντι της βιομηχανίας νικελίου. Την ίδια στιγμή, τα μηνύματα που έρχονται από τις τελευταίες βολιδοσκοπήσεις ενδεχόμενων ενδιαφερομένων επενδυτών είναι εξαιρετικά αρνητικά.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι το ΤΑΙΠΕΔ, στο οποίο έχει περιέλθει ο έλεγχος των μετοχών του Δημοσίου στη βιομηχανία, δεν έχει ακουμπήσει την υπόθεση της ΛΑΡΚΟ, για την οποία στο παρελθόν είχε ξεκινήσει διαγωνισμός και είχε εκδηλωθεί ενδιαφέρον από ελληνικούς αλλά και ξένους βιομηχανικούς ομίλους. Σε διαφορετική περίπτωση, εάν δεν υπάρξει άλλη εξέλιξη, είναι σαφές ότι ο δρόμος της επίσημης πτώχευσης και της εκκαθάρισης δύσκολα μπορεί να αποφευχθεί.
[ΠΗΓΗ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ-ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ, του Χάρη Φλουδόπουλου, 06/10/2018]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.