Του ΝΙΚΟΥ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΥ*
Στις 5 Μάη 1818, σαν σήμερα πριν από 198 χρόνια, στην πρωσική πόλη Τριρ, γεννιόταν ο θεμελιωτής του επιστημονικού σοσιαλισμού, ένας από τους μεγαλύτερους επαναστάτες και διανοητές της ανθρωπότητας, ο Καρλ Μαρξ.
Δείχνοντας το μέγεθος της συμβολής του Μαρξ στην θεμελίωση του επιστημονικού σοσιαλισμού, ο Ένγκελς - σε μια αξεπέραστη εκδήλωση του δικού του μεγαλείου - τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Μαρξ έδινε την οριστική απάντηση στο «γιατί αποκαλείται “μαρξισμός”» μια θεωρία που φέρει και τη δική του ανεξίτηλη σφραγίδα. Μιλώντας για αυτό το θέμα και δίνοντας με ακρίβεια το περίγραμμα της ιδιαίτερης συνεισφοράς του Μαρξ σε ό,τι αποκαλείται «μαρξισμός», ο Ένγκελς σημείωνε:
«Ας μου επιτραπεί εδώ μια προσωπική διασάφηση. Τελευταία μίλησαν πολλές φορές για τη συμβολή μου σ’ αυτήν τη θεωρία, κι έτσι δεν μπορώ να μην πω εδώ τα λίγα εκείνα λόγια που εξαντλούν το ζήτημα.
Δεν μπορώ ούτε ο ίδιος ν’ αρνηθώ ότι, πριν και στο διάστημα της σαραντάχρονης συνεργασίας μου με το Μαρξ, έχω κι εγώ κάποιο ανεξάρτητο μερτικό στο θεμέλιωμα της θεωρίας, και ιδιαίτερα στην επεξεργασία της.
Όμως το μεγαλύτερο μέρος από τις κατευθυντήριες βασικές ιδέες, ιδιαίτερα στον οικονομικό και ιστορικό τομέα και ειδικά η τελική αυστηρή τους διατύπωση ανήκουν στο Μαρξ. Εκείνο που πρόσφερα εγώ- αν εξαιρέσουμε βέβαια μερικούς ειδικούς κλάδους- μπορούσε βέβαια να τόχε κάνει ο Μαρξ χωρίς εμένα. Ό,τι έδωσε ο Μαρξ, δεν θα τα κατάφερνα εγώ μοναχός.
Ο Μαρξ στεκόταν πιο ψηλά, έβλεπε πιο μακριά, και το βλέμμα του αγκάλιαζε περισσότερα και ταχύτερα απ’ όλους εμάς τους άλλους. Ο Μαρξ ήταν μεγαλοφυΐα, εμείς οι άλλοι το πολύ- πολύ νάμαστε ταλέντα. Χωρίς αυτόν η θεωρία δεν θάταν σήμερα καθόλου αυτή που είναι. Γι’ αυτό δίκαια φέρνει το όνομά του».
(Πηγή: Ο Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της κλασικής γερμανικής φιλοσοφίας, «Μαρξ – Ένγκελς Διαλεχτά Έργα», τομ. Β)
Αν υποθέσουμε ότι θα ήταν ποτέ δυνατόν να συμπυκνωθεί η ζωή του Μαρξ σε μια φράση, ίσως η φράση που θα μπορούσε να επιλέξει κανείς για να διαπράξει αυτή την αυθαιρεσία, είναι η τοποθέτηση του ίδιου του Μαρξ, ότι πριν από αυτόν «οι φιλόσοφοι μονάχα εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζήτημα όμως είναι να τον αλλάξουμε».
Όπως λένε ορισμένοι, ακριβώς το σημείο αυτό είναι και το «ευάλωτο σημείο» του Μαρξ. Η «αχίλλειος πτέρνα» του. Διότι, όπως ισχυρίζονται, παρά τις «προβλέψεις» του Μαρξ για την «κατάρρευση του καπιταλισμού», ούτε ο καπιταλισμός κατέρρευσε, ούτε ο κόσμος άλλαξε…
Αυτό το είδος «κριτικής» στον Μαρξ έγινε πολύ της μόδας κατά την διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης μεταξύ των κύκλων εκείνης της «διανόησης» που συνηθίζει να κάνει επίδειξη «γνώσεων» στις ομηγύρεις της πολιτικού αναλφαβητισμού και της «πολύξερης» πνευματικής οκνηρίας. Αυτές οι παρέες πλαισιώνονται φυσικά και από το αντίστοιχο πολιτικό προσωπικό, το οποίο – με αφορµή την καπιταλιστική κρίση – επίσης αναφέρεται στον Μαρξ «διορθώνοντας» τις θέσεις του και χρεώνοντάς του ανεπιβεβαίωτες «προφητείες», τις οποίες – όμως – ο Μαρξ ποτέ δεν έκανε…
Ο ισχυρισμός περί «αυτόματης κατάρρευσης του καπιταλισμού» την οποία υποτίθεται ότι προαναγγέλλει ο Μαρξ, δεν είναι παρά για µια χυδαία καρικατούρα της µαρξιστικής προσέγγισης.
Είναι μια σοφιστεία εναντίον του Μαρξ που στηρίζεται, ως συνήθως, στην εξόχως... αντιµαρξιστική ανάγνωσή του. Στην πραγµατικότητα, ο Μαρξ, µε την ανάλυσή του εκείνο που µεταξύ άλλων περιγράφει και – µε απαράµιλλη επιστηµονική διαύγεια– καταδεικνύει είναι ο εγγενής χαρακτήρας των οικονοµικών κρίσεων του καπιταλισµού.
Όµως, από την κατάδειξη του εγγενούς χαρακτήρα των κρίσεων στον καπιταλισµό – κάτι που έχει επιβεβαιωθεί δεκάδες φορές πριν πεθάνει ο Μαρξ, κι άλλες τόσες αφότου πέθανε – µέχρι την «αυτόµατη κατάρρευση» του καπιταλισµού υπάρχει µια αβυσσαλέα πολιτική και τελικά νοητική απόσταση. Την οποία ο Μαρξ, εν αντιθέσει µε τους «προικισµένους» επικριτές του, ουδέποτε αγνόησε. Μάλιστα την προέβλεψε. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, ήδη από τον πρόλογο του «Κεφαλαίου», σηµείωνε ότι το έργο του απευθυνόταν«φυσικά (σε) αναγνώστες που θέλουν να µάθουν κάτι το καινούριο και εποµένως να σκεφτούν και οι ίδιοι».
Σε αντίθεση, λοιπόν, µε όσα ισχυρίζονται για τον Μαρξ όσοι του αποδίδουν µια «χιλιαστική» αντίληψη περί «αυτόµατης κατάρρευσης του καπιταλισµού», είναι ο Μαρξ που (στον Τρίτο τόµο του «Κεφαλαίου») δείχνει όλες τις µορφές για το πώς είναι δυνατό, µέσα από την καπιταλιστική κρίση, να ανατροφοδοτείται το ίδιο το σύστηµα.
Εκεί είναι που καταγράφει το πώς αυτή η δοµική για τον καπιταλισµό ροπή προς την κρίση γεννά – λόγω ακριβώς της κρίσης και µέσα από αυτήν – µια σειρά από αντίρροπες κοινωνικές διεργασίες και οικονοµικές εξελίξεις.
Εξελίξεις που αφενός καταδεικνύουν τη δυνατότητα του συστήµατος να επιβιώνει, αλλά αφετέρου αποδεικνύουν το γιατί είναι κοινωνικά επιβεβληµένο, και µ’ αυτή την έννοια είναι κατορθωτό – ότι υπάρχουν δηλαδή οι υλικές προϋποθέσεις – το σύστηµα αυτό να ανατραπεί.
Ως εκ τούτου, ο Μαρξ δεν έχει καµία ευθύνη για το τι καταλαβαίνουν ορισµένοι από όσα διαβάζουν (αν τα διαβάζουν). Εκείνοι όµως που καταλαβαίνουν όσα διαβάζουν µπορούν να επιβεβαιώσουν ότι:
«(…) τον καπιταλισµό τον χαρακτηρίζει, από τη µια µεριά, η τάση απεριόριστης διεύρυνσης της παραγωγικής κατανάλωσης, απεριόριστης διεύρυνσης της συσσώρευσης και της παραγωγής, και από την άλλη η προλεταριοποίηση των λαϊκών µαζών, που βάζει αρκετά στενά όρια στη διεύρυνση της ατοµικής κατανάλωσης (...).
Είναι αυτονόητο ότι θα ήταν χοντροκοµµένο λάθος αν απ’ αυτή την αντίφαση του καπιταλισµού (ή από τις άλλες αντιφάσεις του) βγάζαµε το συµπέρασµα ότι ο καπιταλισµός δεν µπορεί να υπάρξει (...).
Η αντίθεση αυτή δεν σηµαίνει ότι δεν µπορεί να υπάρχει καπιταλισµός, σηµαίνει όµως ότι είναι ανάγκη να γίνει πέρασµα από τον καπιταλισµό σε µια ανώτερη µορφή (...) η ύπαρξη αντίθεσης ανάµεσα στην κατανάλωση και στην παραγωγή, ανάµεσα στην τάση του καπιταλισµού να αναπτύσσει απεριόριστα τις παραγωγικές δυνάµεις και στον περιορισµό αυτής της τάσης από την προλεταριακή κατάσταση, από την αθλιότητα και την ανεργία του λαού, είναι στην περίπτωση αυτή ολοφάνερη» (Λένιν, Άπαντα, τόµος 4, σελ. 51, 164, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή).
Ο Μαρξ, επομένως, προσέφερε όλα εκείνα τα εργαλεία της λογικής που µπορούν να µας κάνουν να δούµε πώς ο καπιταλισµός έχει τη δυνατότητα να αναπαράγεται µέσα από την καταστροφική και απάνθρωπη λειτουργία του. Και, ταυτόχρονα, προσδιόρισε, λόγω ακριβώς αυτής της «κανιβαλικής» φύσης του καπιταλισµού, την ιστορική αναγκαιότητα της ανατροπής αυτού του συστήµατος, η οποία φυσικά δε θα επέλθει σαν απότοκο κάποιου τεχνοκρατικού ντετερµινισµού, αλλά ως αποτέλεσµα της πάλης των τάξεων.
Τα λόγια του Μαρξ ως προς το θέµα αυτό είναι τόσο διαυγή και κατανοητά ακόµα και σε όσους θα ήθελαν να µην... καταλαβαίνουν. Στην επιστολή του Μαρξ προς τον Βαϊντεµάγερ, το Μάρτη του 1852 σηµείωνε:
«Όσο για µένα, δε µου ανήκει η τιµή ούτε ότι εγώ ανακάλυψα την ύπαρξη των τάξεων στη σύγχρονη κοινωνία, ούτε ότι εγώ ανακάλυψα τη µεταξύ τους πάλη.
Πολύ πιο πριν από µένα αστοί ιστορικοί έχουν περιγράψει την ιστορική εξέλιξη αυτής της πάλης των τάξεων και αστοί οικονοµολόγοι έχουν κάνει την οικονοµική ανατοµία των τάξεων. Ό,τι το καινούριο έκανα εγώ ήταν να αποδείξω:
1) Ότι η ύπαρξη των τάξεων συνδέεται απλώς µε ορισµένες ιστορικές φάσεις ανάπτυξης της παραγωγής...,
2) ότι η ταξική πάλη οδηγεί αναγκαστικά στη δικτατορία του προλεταριάτου,
3) ότι η ίδια αυτή δικτατορία δεν αποτελεί παρά τη µετάβαση στην κατάργηση όλων των τάξεων και σε µια αταξική κοινωνία...» (Λένιν, «Κράτος και Επανάσταση», σελ. 42, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή)
Τίποτα αληθέστερο εποµένως από το γεγονός, όπως σηµειώνει ο Λένιν, ότι «τη διδασκαλία για την ταξική πάλη δεν τη δηµιούργησε ο Μαρξ, αλλά η αστική τάξη πριν από τον Μαρξ»!
Αλλά από τα προηγούµενα είναι προφανές ότι κάθε άλλο παρά καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως «ο καπιταλισμός καταρρέει». Δεν καταλήγουμε καν στην αντίληψη πως – λόγω της κρίσης – ενεργοποιούνται πολιτικά και με έναν τάχα αυτόματο τρόπο, οι κοινωνικές δυνάμεις που θα επιδιώξουν την ανατροπή του.
Μόνο όποιος αντιλαµβάνεται το µαρξισµό ως µια «στεγνή» οικονοµική εξίσωση µε παρονοµαστή το βαθµό της απόλυτης ή σχετικής εξαθλίωσης, µόνο όσοι υποβιβάζουν το µαρξισµό από κοσµοθεωρία της κοινωνικής απελευθέρωσης στο επίπεδο μιας «ηθικοπλαστικής» ανθρωπολογίας, θα το έβλεπαν έτσι.
Αντίθετα, και πέρα από το οικονομικό σκέλος, ο Μαρξ επέμενε σε ζητήματα όπως η διαμόρφωση της συνείδησης, ο χαρακτήρας της ιδεολογίας και φυσικά η πολιτική δράση. Πρόκειται για κοµβικές έννοιες της µαρξιστικής θεωρίας που η εγκατάλειψη και η υποτίµησή τους, στο όνοµα µάλιστα του «αυθεντικού µαρξισµού», συνιστά ουσιαστική στρέβλωση και διαστρέβλωσή του.
Ο καπιταλισμός, συνεπώς, δεν ανατρέπεται αφ’ εαυτού του, δεν καταρρέει από µόνος του. Ουδόλως εξάγεται ιστορικά, επιστηµονικά και εµπειρικά το συµπέρασµα ότι, τάχα, μέσα από τις κρίσεις του ο καπιταλισµός «αυτοκτονεί». Θέση που µερικοί «ευφυείς» προσπαθούν µε περισσή ευήθεια να τη χρεώσουν στο µαρξισµό. Και που νοµίζουν ότι έτσι «περιπαίζουν» τους κοµµουνιστές. Αλλά το µόνο που κατορθώνουν είναι να ξεφωνίζουν τη δική τους αµάθεια.
Το συµπέρασµα, λοιπόν, δεν είναι ότι ο καπιταλισµός «θα» καταρρεύσει. Ούτε καν ότι «θα» ανατραπεί. Το συµπέρασµα είναι κάπως πιο σύνθετο και συνίσταται στο γεγονός ότι µέσα από αυτές τις καπιταλιστικές κρίσεις - που αποδεικνύεται ότι είναι αδύνατον να αποτραπούν ή να τιθασευτούν προς «όφελος της κοινωνίας» - επιβεβαιώνεται περίτρανα το πολιτικό πρόταγµα των κοµµουνιστών:
Ότι, δηλαδή, ο καπιταλισµός δεν θα ανατραπεί «ντε και καλά», αλλά ότι «πρέπει» να ανατραπεί. Γιατί µόνο εφόσον ανατραπεί θα πάψει να αναπαράγεται µέσα από τις κρίσεις του, δηµιουργώντας νέες ερήµους φτώχειας και δυστυχίας στους λαούς. Και είναι μέσα ακριβώς από αυτό το «πρέπει» που, τελικά, γεννιέται η δυνατότητα της ανατροπής του, µε προοπτική µια κοινωνία χωρίς εκµετάλλευση και χωρίς τάξεις.
Είναι, τελικά, αυτό το αδήριτο «πρέπει» που καταδεικνύει την αναγκαιότητα αλλά και την δυνατότητα οικοδόμησης μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και χωρίς τάξεις. Και είναι, τελικά, αυτό το αδήριτο «πρέπει» που καταδεικνύει το «Γιατί ο Μαρξ είχε δίκιο» (Terry Eagleton, εκδόσεις «Πατάκη»).
Η μεγαλοφυΐα του Μαρξ δεν βρίσκεται μόνο στο ότι «είδε» τη δυνατότητα αυτής της «άλλης» κοινωνίας, αλλά και ότι την θεμελίωσε επιστημονικά. Μια κοινωνία που η σηµερινή ασύλληπτη ανάπτυξη της τεχνολογίας και της επιστήµης την κάνει περισσότερο «ορατή» από ποτέ, όπως µεγαλοφυώς το είχε περιγράψει ο Αριστοτέλης:
«Αν κάθε όργανο», έλεγε, «µπορούσε να κάνει τη δουλειά του, διατασσόµενο ή προαισθανόµενο από µόνο του όπως λέγεται για τα αγάλµατα του ∆αιδάλου ή τους τρίποδες του Ηφαίστου
(...) αν λοιπόν οι σαΐτες ύφαιναν µόνες τους και τα πλήκτρα έκρουαν µόνα τους τις χορδές της κιθάρας, τότε ούτε οι αρχιτεχνίτες θα είχαν ανάγκη από βοηθούς ούτε οι αφέντες από δούλους» (Αριστοτέλης, Πολιτικά I).
Αυτό δηλαδή που ισχυρίζεται ο Μαρξ, και το οποίο επιβεβαιώνεται µέσα από τις διαρκείς καπιταλιστικές κρίσεις, είναι ότι τελικά µόνο σε αυτή την «άλλη κοινωνία», στην κοµµουνιστική κοινωνία, υπάρχει η ελπίδα της απελευθέρωσης από τον καταναγκασµό.
Στην κοινωνία όπου
«η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός (θα) είναι η προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων» (Μαρξ - Ένγκελς, Το Μανιφέστο του Κοµµουνιστικού Κόµµατος, σελ. 48, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή).
Στην κοινωνία όπου
«ο πραγµατικός πλούτος (θα) είναι η ανάπτυξη της κοινωνικής ατοµικότητας» (Μαρξ, Χειρόγραφα, τόµος 2, σελ. 1.996, Κοινωνικές Εκδόσεις).
Σε µια τέτοια κοινωνία
«το αληθινό βασίλειο της ελευθερίας αρχίζει εκεί που σταµατά η αναγκαιότητα, εκεί που η εργασία δεν µετατρέπεται σε εµπόρευµα, αλλά αποτελεί αυτοσκοπό και µέσο για να εκφράσει ο άνθρωπος τις πλούσιες δηµιουργικές του ικανότητες.
Όταν η αναγκαστική εργασία αντικατασταθεί από τη δηµιουργική εργασία, όταν η ελευθερία του ενός ατόµου γίνει όρος και προϋπόθεση για την ελευθερία των άλλων ατόµων, τότε, µέσα στο κλίµα της γενικής ελευθερίας, που είναι η ουσία της ανθρώπινης φύσης, θα κάνει την εµφάνισή του ο καινούριος τύπος του ολοκληρωµένου ανθρώπου»
(Από το «Νεανικά δοκίµια», Καρλ Μαρξ, Οικονοµικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, σελ. 3, εκδόσεις Γλάρος).
Πώς, όμως, θα γίνει αυτό; Πώς ο ξεπερασµένος ιστορικά καπιταλισµός της κοινωνικής οπισθοδρόµησης, της κρίσης και της παρακµής, θα σταθεί δυνατό να ξεπεραστεί και πολιτικά, αφού ακριβώς αυτό είναι το ζήτηµα της πολιτικής πάλης στην οποία αφιέρωσε τη ζωή του και τη σκέψη του ο Μαρξ;
Όχι, φυσικά, µε την προσµονή ότι ο καπιταλισμός θα «παραιτηθεί» ή ότι θα «αποχωρήσει» οικειοθελώς. Αλλά με την ταξική πάλη. Που ανώτερη μορφή της είναι ο πολιτικός αγώνας. Και που οι καταπιεσμένοι, για να έχουν την δυνατότητα να υπερισχύσουν των καταπιεστών τους σε αυτόν τον πολιτικό αγώνα, έχουν ένα και μόνο δρόμο, τον οποίο ο Μαρξ ανέλυε ήδη από το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο»: Να τον διεξάγουν μέσα από το δικό τους κόμμα. Τόσο… «απλά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.