Του Κώστα Βαξεβάνη - "Hot Doc"
Στην
ελληνική τραπεζική πραγματικότητα η γνωστή σειρά «Στρουμφάκια» έχει
μεγαλύτερη υπεραξία από οποιαδήποτε επενδυτική δραστηριότητα. Και αν
μιλήσουμε και για τα «Ζουζούνια», αξίζουν μια γενναία δανειοδότηση για
να πάει μπροστά η Ελλάδα.
Το εκδοτικό συγκρότημα του Τράγκα μπορεί να πάρει δάνεια χωρίς εγγυήσεις
-εν αντιθέσει με έναν επιχειρηματία που παλεύει με τα κύματα- και το
Mega μπορεί να δανειοδοτηθεί με 100 εκατομμύρια ευρώ, αν και δεν μπορεί
να πληρώσει τα προηγούμενα δάνεια, χωρίς να υπάρχει...
Σε καιρό κρίσης οι τράπεζες δίνουν αφειδώς διαφήμιση που γεμίζει τα
πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αν και δεν προσδοκούν καμία αύξηση του
κύκλου εργασιών τους από αυτό.
Εν ολίγοις, εφημερίδες, τηλεοπτικοί σταθμοί, site και ραδιόφωνα, μια
σειρά δηλαδή από υπερχρεωμένες επιχειρήσεις που δεν έχουν καμία
προοπτική ανάκαμψης, φυλάσσονται ως κόρη οφθαλμού από το τραπεζικό
σύστημα για να μην καταρρεύσουν, λες και είναι η αμυντική βιομηχανία της
χώρας.
Οι κανόνες της αγοράς, βάσει των οποίων επιβιώνει όποιος μπορεί,
μπαίνουν ξαφνικά σε αχρηστία και οι ανακεφαλαιοποιημένες με τα λεφτά μας
τράπεζες μοιράζουν διαφήμιση που δεν αναφέρεται πια σε κανένα
συγκεκριμένο προϊόν. Είναι προφανώς μια ανταπόδοση στα ΜΜΕ, που τα τρία
τελευταία χρόνια παρουσίαζαν ως αναγκαία όσα σκανδαλώδη συμβαίνουν με
τις τράπεζες.
Στην Ελλάδα οπλοφορούν μερικές εκατοντάδες δημοσιογράφοι και εκδότες,
ενώ αρκετοί από αυτούς φυλάσσονται, με χρήματα του ελληνικού δημοσίου
φυσικά. Μια ακόμη ελληνική πρωτοτυπία. Από ποιους κινδυνεύουν όλοι
αυτοί, είναι η λογική ερώτηση. Αν, για παράδειγμα, κινδύνευαν λόγω των
αποκαλύψεων που έχουν κάνει ενάντια σε άνομα συμφέροντα, τότε η Ελλάδα
μάλλον δεν θα ήταν στην κατάσταση που είναι. Η Ελλάδα όμως είναι στα
όρια της καταστροφής, παραδομένη σε αυτό ακριβώς που έχουν χρέος να
χτυπάνε οι δημοσιογράφοι: Τη διαφθορά. Οι δημοσιογράφοι λοιπόν μάλλον
παίρνουν τα όπλα γιατί έχουν καταθέσει τα πραγματικά επαγγελματικά τους
όπλα. Το παράδειγμα αυτό δείχνει, όσο και τα ίδια τα τηλεοπτικά
παράθυρα, πως η δημοσιογραφία έχει αυτοκτονήσει προ πολλού.
Και έχει λίγη σημασία αν επέλεξε την άθλια επιλογή του όπλου ή της
πτώσης από το τηλεπαράθυρο της προπαγάνδας. Η γνωστή σχέση διαπλοκής
μεταξύ πολιτικών, οικονομικών και εκδοτικών συμφερόντων έχει ωστόσο
αλλάξει. Οι τρεις πυλώνες της τηλεοπτικής και διεφθαρμένης δημοκρατίας
στην Ελλάδα δεν αλληλοϋποστηρίζονται απλώς στα πλαίσια του κοινού
συμφέροντος, όπως συνέβαινε επί χρόνια, αλλά κυβερνούν, έχοντας ορίσει
την «τελική λύση» για τη χώρα.
Η δημοσιογραφία έχει σταματήσει να τηρεί ακόμη και τα προσχήματα της
ενημέρωσης και παραπαίει ανάμεσα στη σιωπή και την προπαγάνδα. Οι
τράπεζες είναι το κοινό νήμα σε αυτή τη σχέση. Το σύνολο των γνωστών
Μέσων Ενημέρωσης στην Ελλάδα έχει πραγματικό εκδότη τις τράπεζες.
Συντηρούν με δάνεια και διαφήμιση όσα Μέσα Ενημέρωσης θέλουν,
επιτρέποντας ακόμη στους τυπικούς εκδότες τον προσωπικό πλουτισμό όταν
όλα καταρρέουν. Πρακτικά, οι τράπεζες ορίζουν την πολιτική που
εφαρμόζουν οι πολιτικοί και ταυτόχρονα μπορούν να την εμφανίζουν ως
αναγκαία και δικαιολογημένη μέσα από τα Μέσα Ενημέρωσης που
χρηματοδοτούν.
Η τέχνη του να κρατάς τον νεκρό στην πρίζα
Το 1992 η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε κάνει μια έρευνα που αφορούσε τη
βιωσιμότητα της ΕΡΤ. Πραγματογνώμονες από το BBC είχαν αναλάβει να
ελέγξουν τα στοιχεία βιωσιμότητας και να προτείνουν τι πρέπει να γίνει.
Στην έκθεση τους οι βρετανοί ειδικοί συμπέραναν πως τα πράγματα ήταν
πολύ δύσκολα για τα ελληνικά δημόσια κανάλια. Ο λόγος ήταν πως στην
Ελλάδα μπορούσε να λειτουργήσει, με βάση τα πληθυσμιακά δεδομένα και τα
έσοδα, μόνο ενάμιση κανάλι.Ένα δημόσιο και μισό ιδιωτικό. Είκοσι χρόνια
μετά, οι πραγματογνώμονες του BBC δείχνουν να διαψεύδονται. Στην Ελλάδα
λειτουργούν 8 κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας και μόνο το 9°, το ΑΛΤΕΡ.,
έχει κλείσει. Λειτουργούν ακόμη πάνω από 40 περιφερειακά κανάλια.
Τη ζούγκλα των ελληνικών Μέσων Ενημέρωσης συμπληρώνουν πάνω από 50
αθηναϊκά ραδιόφωνα, εκατοντάδες στην επαρχία, 51 πανελλαδικές εφημερίδες
και μερικές χιλιάδες ενημερωτικά sites. Έπεσαν τόσο έξω οι Βρετανοί;
Είναι προφανές πως οι άνθρωποι του BBC δεν είχαν πέσει έξω στην ανάλυση
τους. Απλώς αγνοούσαν την ελληνική πραγματικότητα, στην οποία τα Μέσα
Ενημέρωσης ήταν μια προέκταση του πολιτικού συστήματος. Δεν γνώριζαν τον
χρυσό κανόνα της διαπλοκής, βάσει του οποίου η Ελλάδα των 11
εκατομμυρίων κατοίκων μπορεί να συντηρεί οχτώ τηλεοπτικούς σταθμούς,
όταν η Βρετανία των 64 εκατομμυρίων μπορεί μόνο έξι.
Τα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης στη δεκαετία του '90 δεν είχαν καμία σχέση
με τα παραδοσιακά εκδοτικά συγκροτήματα των προηγούμενων δεκαετιών και
βέβαια με τα σύγχρονα τους του εξωτερικού. Μερικοί επιχειρηματίες είχαν
επιλέξει την εκδοτική δραστηριότητα όχι ως μια επιχειρηματική
διαδικασία, αλλά ως ένα μέσο πίεσης προς τους πολιτικούς, για να
ευνοούνται στις άλλες δραστηριότητες τους με χρηματοδότη κυρίως το
κράτος. Τα παραδοσιακά συγκροτήματα Τύπου με τις πολιτικές συμπάθειες
μετατρέπονταν σε όπλα των επιχειρηματιών. Προσέφεραν ασυλία ή στήριξη σε
πολιτικούς και κόμματα, με αντάλλαγμα δουλειές και κρατική διαφήμιση.
Στη δεκαετία του 2000 το άνοιγμα της τραπεζικής αγοράς και των δανείων
έβαλε στο παιχνίδι τις τράπεζες. Οι επιχειρηματίες-εκδότες δεν είχαν
κανένα λόγο να βάζουν τα ελάχιστα έστω χρήματα στις εκδόσεις, αφού
μπορούσαν να πάρουν δάνεια. Πόσο μάλλον όταν αυτά τα δάνεια μπορούσαν να
μην τα εξοφλήσουν. Το 2013 οι τράπεζες κρατούν τα νεκρά και χρεωμένα
ελληνικά ΜΜΕ στην πρίζα της εντατικής, εξασφαλίζοντας την υποστήριξη
τους. Σε μια εποχή που κάποιοι από τους τραπεζίτες θα έπρεπε να
διαβαίνουν την πόρτα της φυλακής, καταφέρνουν έτσι να διατηρούν το
προφίλ του δυναμικού επιχειρηματία και πολλές φορές και του πατριώτη.
Πάρε κι εσύ μια διαφήμιση, μπορείς
Στη φετινή έκθεση για την ελευθερία του Τύπου σε όλο τον κόσμο, η Ελλάδα
κατέχει την 71η θέση. Κάτω ακόμη και από την Μπουρκίνα Φάσο, την
Τόνγκα, την Αφρικανική Δημοκρατία και τη Μαυριτανία. Μια ευρωπαϊκή χώρα
κατατάσσεται ανάμεσα σε χώρες που δεν έχουν καν δημοκρατικά πολιτεύματα.
Ελευθερία του Τύπου δεν είναι η δυνατότητα του δημοσιογράφου κάποια
στιγμή να διατυπώσει με ελευθερία μια άποψη, αλλά το κλίμα ελευθερίας
μέσα στο οποίο μπορεί να λειτουργεί η δημοσιογραφία συνολικά. Η ελληνική
δημοσιογραφία τα τρία τελευταία χρόνια αγνοεί συστηματικά όσα
καταλογίζονται ως σκάνδαλα στις τράπεζες, προτιμώντας να απορροφά απλώς
τραπεζική διαφήμιση.
Η Τράπεζα Πειραιώς σε μία χρονιά έδωσε για διαφήμιση 25 εκατομμύρια ευρώ
(χωρίς να συνυπολογίζονται τα ποσά που πάνε σε διαφήμιση εκτός
διαφημιστικών γραφείων), την ώρα που έδωσε για την αγορά της ΑΤΕ 95
εκατομμύρια ευρώ. Μπορεί κάποιος να αντιληφθεί το μέγεθος αυτής της
διαφημιστικής δαπάνης και να υποθέσει τους λόγους που γίνεται. Το
μέγεθος της «ελευθερίας» του ελληνικού Τύπου μπορείτε να το διαπιστώσετε
με μια απλή μέθοδο.
Πληκτρολογήστε στο ίντερνετ τη φράση «επιτυχία Σάλλα» ή «επιτυχία
Πειραιώς» και δείτε πόσα sites έχουν εγκωμιαστικό δημοσίευμα και
ταυτόχρονα διαφήμιση της τράπεζας. Μπορείτε να εντοπίσετε από το Πρώτο
Θέμα, που ωστόσο η αναγνωσιμότητα του θα δικαιολογούσε διαφήμιση, μέχρι
και το παγκοσμίως άγνωστο www.toxrima.gr. Πρόκειται για ιστότοπο που
συνδέεται επιχειρηματικά με τον δημοσιογράφο Χρήστο Κώνστα, και η
κατάταξη του στο σύστημα μετρήσεων Alexa είναι 1423. Η κατάταξη αυτή δεν
δικαιολογεί θεωρητικά επιλογή να διαφημιστεί κάποιος. Στο δημοσίευμα ο
πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς εμφανίζεται ως αντιστασιακός επί χούντας,
συνετός επιχειρηματίας και πετυχημένος.
Προκλητικά ανελεύθερη ήταν η στάση των ελληνικών ΜΜΕ απέναντι σε όσα
έχουν δημοσιευτεί στο εξωτερικό για τις ελληνικές τράπεζες και για την
Πειραιώς. Η μεγάλη έρευνα του Reuters για σκάνδαλα στην Πειραιώς, τα
οποία ενέπλεκαν μάλιστα την οικογένεια Σάλλα, όχι μόνο αποσιωπήθηκε,
αλλά τα ελληνικά Μέσα δημοσίευσαν τη διάψευση της τράπεζας για κάτι που
ουδέποτε είχαν μεταδώσει.
Η συνέχεια στην έντυπη έκδοση του περιοδικού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.