του Σταύρου Λυγερού
Μπορεί το Μέγαρο Μαξίμου να θριαμβολογεί για την επίσκεψη Σαμαρά στη Γερμανία, αλλά η πραγματικότητα είναι πως το μόνο που απέσπασε είναι η πολιτική στήριξη της Μέρκελ στον ίδιο και στην κυβέρνησή του. Η καγκελάριος είχε κάθε συμφέρον να συμπεριφερθεί κατ’ αυτό τον τρόπο. Πρώτον, δεν της κοστίζει τίποτα. Δεύτερον, γνωρίζει ότι δεν θα υπάρξει άλλη ελληνική κυβέρνηση που να είναι τόσο υπάκουη στα κελεύσματα του Βερολίνου και του ευρωιερατείου.
Μπορεί το Μέγαρο Μαξίμου να θριαμβολογεί για την επίσκεψη Σαμαρά στη Γερμανία, αλλά η πραγματικότητα είναι πως το μόνο που απέσπασε είναι η πολιτική στήριξη της Μέρκελ στον ίδιο και στην κυβέρνησή του. Η καγκελάριος είχε κάθε συμφέρον να συμπεριφερθεί κατ’ αυτό τον τρόπο. Πρώτον, δεν της κοστίζει τίποτα. Δεύτερον, γνωρίζει ότι δεν θα υπάρξει άλλη ελληνική κυβέρνηση που να είναι τόσο υπάκουη στα κελεύσματα του Βερολίνου και του ευρωιερατείου.
Το κρίσιμο είναι ότι ο πρωθυπουργός δεν απέσπασε κανένα θετικό αποτέλεσμα στα ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα ζητήματα. Δεν είναι, βεβαίως, τυχαίο ότι απέφυγε επιμελώς να θέσει το θέμα της αποπληρωμής του κατοχικού δανείου και της καταβολής πολεμικών αποζημιώσεων. Δεν χρειαζόταν ο Σαμαράς να ταξιδέψει στη Γερμανία για να ακούσει ότι η κυβέρνησή του πρέπει να εκτελέσει επακριβώς και στο ακέραιο τις εντολές της τρόικας.
Εάν αυτό το ταξίδι είχε κάποιο πολιτικό νόημα, εκτός των δημοσίων σχέσεων, ήταν κυρίως η πολιτική διαπραγμάτευση με την καγκελάριο για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Είναι κοινός τόπος ότι, εάν δεν μεσολαβήσει γενναία αναδιάρθρωση, η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να σέρνεται χωρίς προοπτική ανάκαμψης. Σε αυτό το ζήτημα η Μέρκελ επανέλαβε ότι, εάν την άνοιξη επιβεβαιωθεί η ύπαρξη πρωτογενούς πλεονάσματος, θα δρομολογηθεί η συζήτηση για το ελληνικό χρέος, χωρίς να δεσμευτεί ούτε για το χρόνο ούτε, βεβαίως, για το περιεχόμενο της αναδιάρθρωσης.
Είναι κοινό μυστικό ότι στις κατ’ ιδίαν επαφές τους με Ευρωπαίους αξιωματούχους ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί προβάλλουν το επιχείρημα ότι, αν τους ασκηθεί υπέρμετρη πίεση, η κυβέρνηση θα καταρρεύσει και στην εξουσία θα ανέλθει ο ΣΥΡΙΖΑ. Στη Γερμανία, όμως, ο Σαμαράς δήλωσε δημοσίως ότι ακόμα κι αν σπάσει κάποιος κρίκος στην οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπάρχουν κοινοβουλευτικές εφεδρείες για να αναπληρώσουν το κενό. Προφανώς το έκανε για να στείλει ένα μήνυμα πολιτικής σταθερότητας. Ο ισχυρισμός του πρωθυπουργού δεν είναι αβάσιμος, παρότι είναι κοινό μυστικό πως στη συμπολίτευση υπάρχουν αδύναμοι κρίκοι.
Όπως έδειξε, όμως, η συνάντηση με τη Μέρκελ, το ευρωιερατείο δεν είναι διατεθειμένο να κάνει εκπτώσεις για να διευκολύνει την κυβέρνηση Σαμαρά. Κι αυτό επειδή, εάν επιδείξει ευελιξία, θα δημιουργηθεί προηγούμενο, το οποίο πιθανότατα θα ρηγματώσει συνολικά το δόγμα της μονοδιάστατης λιτότητας. Αυτός είναι ο λόγος που μετά τη συνάντησή του με την καγκελάριο ο πρωθυπουργός έδωσε εντολή οι εκκρεμότητες να κλείσουν το ταχύτερο δυνατόν.
Το καλύτερο σενάριο για τον Σαμαρά είναι να μην σκοντάψει στη Βουλή και να φτάσει χωρίς ανήκεστο βλάβη στις ευρωεκλογές. Αν και τίποτα δεν είναι σίγουρο, το ενδεχόμενο αυτό συγκεντρώνει αρκετές πιθανότητες. Η κυβέρνηση μπορεί να στηρίζεται σε μια μάλλον οριακή και εύθραυστη πλειοψηφία, αλλά διαθέτει κοινοβουλευτικές εφεδρείες. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται ορισμένοι από τους ανεξάρτητους βουλευτές, πιθανολογείται η απόσπαση ενός ή δύο βουλευτών των Ανεξάρτητων Ελλήνων και δεν αποκλείεται η διάσπαση της ΔΗΜΑΡ, αφού μία πτέρυγά της δεν κρύβει την επιθυμία της να στηρίξει την παρούσα κυβέρνηση.
Συμπερασματικά, το μείζον πρόβλημα της κυβέρνησης δεν είναι πρόβλημα κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Είναι κυρίως πολιτικό. Αυτό θα φανεί στις ευρωεκλογές τον ερχόμενο Μάιο. Δεδομένου ότι η ψήφος στις ευρωεκλογές είναι χαλαρή, με την έννοια ότι δεν υπάρχει χώρος για εκβιαστικά διλήμματα, αναμένεται τα ποσοστά της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ να σπάσουν κάθε ρεκόρ προς τα κάτω. Αυτό δεν θα αλλάξει πολύ, ακόμα κι αν οι Σαμαράς και Βενιζέλος δηλώσουν ότι από το αποτέλεσμα θα κριθεί η επιβίωση της κυβέρνησης.
Εάν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις, η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να επιβιώσει, παρότι από θεσμικής απόψεως το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν επηρεάζει τη βιωσιμότητά της. Από πολιτικής απόψεως, όμως, πιθανότατα θα αποδειχθεί καθοριστικής σημασίας. Εάν, όπως όλα δείχνουν, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αποσπάσουν αθροιστικά ποσοστό κάτω από το 30% (πιθανόν και κάτω από 25%), η κυβέρνηση Σαμαρά αναπόφευκτα θα αποσταθεροποιηθεί.
Αυτός είναι ο λόγος που συζητείται το ενδεχόμενο να πραγματοποιηθούν ταυτοχρόνως και εθνικές εκλογές. Ακόμα κι έτσι, όμως το ενδεχόμενο η ΝΔ να έρθει πρώτο κόμμα είναι λίγες. Αλλά ούτε και στη σχεδόν ιδανική αυτή περίπτωση θα μπορούσε να σχηματιστεί κυβέρνηση, επειδή το χαμηλό ποσοστό του ΠΑΣΟΚ δεν θα του επιτρέπει να λειτουργήσει ως επαρκές κοινοβουλευτικό συμπλήρωμα. Με άλλα λόγια, η «παράταξη του Μνημονίου» έχει εξαντλήσει τις πολιτικές εφεδρείες της.
ΕΠΙΚΑΙΡΑ
Είναι κοινό μυστικό ότι στις κατ’ ιδίαν επαφές τους με Ευρωπαίους αξιωματούχους ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί προβάλλουν το επιχείρημα ότι, αν τους ασκηθεί υπέρμετρη πίεση, η κυβέρνηση θα καταρρεύσει και στην εξουσία θα ανέλθει ο ΣΥΡΙΖΑ. Στη Γερμανία, όμως, ο Σαμαράς δήλωσε δημοσίως ότι ακόμα κι αν σπάσει κάποιος κρίκος στην οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπάρχουν κοινοβουλευτικές εφεδρείες για να αναπληρώσουν το κενό. Προφανώς το έκανε για να στείλει ένα μήνυμα πολιτικής σταθερότητας. Ο ισχυρισμός του πρωθυπουργού δεν είναι αβάσιμος, παρότι είναι κοινό μυστικό πως στη συμπολίτευση υπάρχουν αδύναμοι κρίκοι.
Όπως έδειξε, όμως, η συνάντηση με τη Μέρκελ, το ευρωιερατείο δεν είναι διατεθειμένο να κάνει εκπτώσεις για να διευκολύνει την κυβέρνηση Σαμαρά. Κι αυτό επειδή, εάν επιδείξει ευελιξία, θα δημιουργηθεί προηγούμενο, το οποίο πιθανότατα θα ρηγματώσει συνολικά το δόγμα της μονοδιάστατης λιτότητας. Αυτός είναι ο λόγος που μετά τη συνάντησή του με την καγκελάριο ο πρωθυπουργός έδωσε εντολή οι εκκρεμότητες να κλείσουν το ταχύτερο δυνατόν.
Το καλύτερο σενάριο για τον Σαμαρά είναι να μην σκοντάψει στη Βουλή και να φτάσει χωρίς ανήκεστο βλάβη στις ευρωεκλογές. Αν και τίποτα δεν είναι σίγουρο, το ενδεχόμενο αυτό συγκεντρώνει αρκετές πιθανότητες. Η κυβέρνηση μπορεί να στηρίζεται σε μια μάλλον οριακή και εύθραυστη πλειοψηφία, αλλά διαθέτει κοινοβουλευτικές εφεδρείες. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται ορισμένοι από τους ανεξάρτητους βουλευτές, πιθανολογείται η απόσπαση ενός ή δύο βουλευτών των Ανεξάρτητων Ελλήνων και δεν αποκλείεται η διάσπαση της ΔΗΜΑΡ, αφού μία πτέρυγά της δεν κρύβει την επιθυμία της να στηρίξει την παρούσα κυβέρνηση.
Συμπερασματικά, το μείζον πρόβλημα της κυβέρνησης δεν είναι πρόβλημα κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Είναι κυρίως πολιτικό. Αυτό θα φανεί στις ευρωεκλογές τον ερχόμενο Μάιο. Δεδομένου ότι η ψήφος στις ευρωεκλογές είναι χαλαρή, με την έννοια ότι δεν υπάρχει χώρος για εκβιαστικά διλήμματα, αναμένεται τα ποσοστά της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ να σπάσουν κάθε ρεκόρ προς τα κάτω. Αυτό δεν θα αλλάξει πολύ, ακόμα κι αν οι Σαμαράς και Βενιζέλος δηλώσουν ότι από το αποτέλεσμα θα κριθεί η επιβίωση της κυβέρνησης.
Εάν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις, η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να επιβιώσει, παρότι από θεσμικής απόψεως το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν επηρεάζει τη βιωσιμότητά της. Από πολιτικής απόψεως, όμως, πιθανότατα θα αποδειχθεί καθοριστικής σημασίας. Εάν, όπως όλα δείχνουν, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αποσπάσουν αθροιστικά ποσοστό κάτω από το 30% (πιθανόν και κάτω από 25%), η κυβέρνηση Σαμαρά αναπόφευκτα θα αποσταθεροποιηθεί.
Αυτός είναι ο λόγος που συζητείται το ενδεχόμενο να πραγματοποιηθούν ταυτοχρόνως και εθνικές εκλογές. Ακόμα κι έτσι, όμως το ενδεχόμενο η ΝΔ να έρθει πρώτο κόμμα είναι λίγες. Αλλά ούτε και στη σχεδόν ιδανική αυτή περίπτωση θα μπορούσε να σχηματιστεί κυβέρνηση, επειδή το χαμηλό ποσοστό του ΠΑΣΟΚ δεν θα του επιτρέπει να λειτουργήσει ως επαρκές κοινοβουλευτικό συμπλήρωμα. Με άλλα λόγια, η «παράταξη του Μνημονίου» έχει εξαντλήσει τις πολιτικές εφεδρείες της.
ΕΠΙΚΑΙΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.