Του Γιάννη Βούλγαρη*
Η χώρα οδεύει στη μεταμνημονιακή εποχή. Ο δημόσιος λόγος όλο και λιγότερο θα περιορίζεται στο μοτίβο «Μνημόνιο - Αντιμνημόνιο» που κυριάρχησε τα τελευταία δύο χρόνια. Η εθνική πολιτική ατζέντα θα γίνεται πιο σύνθετη. Εξηγούμαστε. Η Ελλάδα θα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό αυστηρή επιτήρηση προκειμένου να εκπληρώνει τις μνημονιακές της υποχρεώσεις, αλλά το σκηνικό θα αλλάζει επιταχυνόμενα και ουσιωδώς. Η ελληνική αβεβαιότητα μπορεί πλέον να επανέλθει μόνο...
...από εσωτερικό πολιτικό «ατύχημα», όπως π.χ. απρόβλεπτες εξελίξεις τύπου λίστα Λαγκάρντ. Ή από την παράταση του σημερινού επιπέδου ύφεσης και το 2013, γεγονός που θα καταστήσει ακυβέρνητη τη χώρα. Οι ειδικοί δίνουν λίγες πιθανότητες σε τέτοιο σενάριο. Αντιθέτως, μια μικρή έστω μείωση της κοινωνικής έντασης μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο νέας πολιτικής αστάθειας και να ανακόψει τον υφεσιακό κατήφορο. Σε αυτή την περίπτωση η ψυχολογία της κοινωνίας στο προσεχές μέλλον θα είναι μια διελκυστίνδα μεταξύ της αγωνίας των πιο αδύναμων στρωμάτων να τα βγάλουν πέρα, ιδίως το πρώτο εξάμηνο του 2013, και της τρεμάμενης αισιοδοξίας που θα προκαλούν η βελτίωση των δημοσιονομικών μεγεθών και η αργή αναθέρμανση της οικονομίας. Τα μεσαία στρώματα, ή ό,τι τούτο σημαίνει μετά τις μειώσεις των εισοδημάτων και το πάγωμα της αγοράς κατοικίας, θα διαμορφώσουν το κλίμα στην αρχή της νέας φάσης.
Το ποιοτικό σημείο στροφής είναι η απόφαση της ΕΕ να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ. Μεταφέρει την ευθύνη για την τύχη μας στα χέρια μας. Λογικά αυτό θα τροποποιήσει την εθνική πολιτική ατζέντα και το περιεχόμενο της κομματικής αντιπαράθεσης. Το σύνθημα «θα ακυρώσω το Μνημόνιο αλλά θα παραμείνω στο ευρώ» χάνει κάθε περιεχόμενο. Ο «αντιστασιακός» λόγος του Αντιμνημονίου έρχεται υποχρεωτικά αντιμέτωπος με το ερώτημα «τι προτείνετε;». Είναι μια ουσιώδης αλλαγή. Στη δίνη των δύο τελευταίων χρόνων, το «φάρμακο» έκανε να ξεχάσουμε την «ασθένεια» παρότι δεν την είχε θεραπεύσει. Το σοκ του Μνημονίου απώθησε τη χρεοκοπία που είχε προηγηθεί. Τώρα που σταθεροποιήθηκε σε ό,τι μας αφορά το ευρωπαϊκό πλαίσιο, έρχονται ξανά στην επιφάνεια οι εθνικές αιτίες της χρεοκοπίας. Τώρα ξέρουμε ότι η διέξοδος από την κρίση δεν γίνεται με μονομερείς «ταρζανιές» ούτε με καταστροφικές φυγές στη δραχμή, αλλά στο πλαίσιο της Ευρώπης, με τους κανόνες της Ευρώπης και την προσπάθεια βελτίωσης των συσχετισμών εντός αυτής. Εξίσου όμως καταλαβαίνουμε τώρα ότι η ανασυγκρότηση της χώρας είναι δικό μας πρόβλημα. Τρεις είναι οι προφανείς μεταρρυθμίσεις που η κοινωνία απαιτεί και θα ήταν πρόθυμη να στηρίξει. Αναδόμηση του κράτους και της δημόσιας διοίκησης. Ριζική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό. Αναπροσαρμογή του κράτους πρόνοιας ώστε να ανταποκριθεί στις νέες καταστάσεις ανισότητας και κοινωνικού αποκλεισμού που προκάλεσε η χρεοκοπία.
Είναι σαφές ότι η χώρα θα χρειαστεί χρόνο ώστε να επουλώσει το πολιτικό και ηθικό πλήγμα που έχει υποστεί στη διεθνή και στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Οι τελευταίες εξελίξεις όμως επανεντάσσουν βαθμιαία την Ελλάδα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι με όρους κράτους-μέλους και όχι προτεκτοράτου. Οταν αυτό αρχίσει να φαίνεται, θα σημειωθεί μια ουσιώδης συμβολική αλλαγή. Ταυτόχρονα, είναι ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα επιστρέφει σε μια ευρωζώνη που μετασχηματίζεται σε ορισμένη κατεύθυνση. Οι εθνικές δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές θα θεωρούνται αντικείμενα κοινού ευρωπαϊκού συμφέροντος, άρα θα υπόκεινται σε αντίστοιχες εποπτείες, ελέγχους, εγγυήσεις και ενισχύσεις. Ο χαρακτήρας της κοινής «οικονομικής διακυβέρνησης» θα είναι το μείζον διακύβευμα της ΕΕ. Οποιο όμως περιεχόμενο και αν λάβει, η Ελλάδα στη μεταμνημονιακή εποχή θα ανακτά μεν την αξιοπρέπειά της ως κράτος-μέλος, αλλά η άσκηση της εθνικής πολιτικής θα είναι ουσιαστικά ενσωματωμένη στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο. Στο προσεχές μέλλον οι ελληνικές κυβερνήσεις θα μπορούν να κάνουν την Ελλάδα «Κούγκι», αν το επιλέξουν, ή να τη μεταφέρουν στη Λατινική Αμερική, αλλά δεν θα μπορούν να τη χρεοκοπήσουν στα «μουλωχτά», όπως έγινε το 2008-2010.
Η βασική αλλαγή που αχνοφαίνεται και αρχίζει να καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις αφορά την αντίληψη των πολιτών για την κρίση. Αλλωστε, οι αντιλήψεις της κοινής γνώμης πέρασαν διάφορα στάδια. Αρχικά η πλειονότητα θεώρησε το Μνημόνιο αναγκαίο κακό και φάρμακο για τις παθογένειες που είχαν αναφανεί με τρόπο κραυγαλέο και εθνικά ατιμωτικό. Ολο το 2010 το ΠΑΣΟΚ διατήρησε την υπεροχή του. Η κατάσταση άλλαξε άρδην το 2011, όταν φάνηκε ότι οι περικοπές των εισοδημάτων δεν βελτίωναν την κατάσταση αλλά βάθαιναν την ύφεση. Σε μια κοινωνία που έχανε εισοδήματα, δουλειά και ελπίδα ήταν ψιλά γράμματα αν αυτό οφειλόταν στις περικοπές του Μνημονίου, στην αποφυγή των μεταρρυθμίσεων, στην έλλειψη ρευστότητας ή στη γενική αβεβαιότητα για το μέλλον της χώρας. Ο αντιμνημονιακός λόγος κυριάρχησε, ενώνοντας την οικονομικοκοινωνική απόγνωση με την οργή κατά των «πολιτικών». Η κοινή γνώμη υιοθέτησε κάθε σύνθημα που νομιμοποιούσε τα συναισθήματά της. Αποδέχτηκε εύκολες ερμηνείες με μακρά παράδοση στην ελληνική κοινωνία: «Φταίνε οι πάνω», «φταίει η ξενόδουλη ελίτ», και οπωσδήποτε «φταίνε οι ξένοι» είτε γιατί η κρίση είναι του καπιταλισμού και η Ελλάδα απλώς την υφίσταται είτε γιατί μας ψεκάζουν για να μας «πάρουν τα πετρέλαια». Σε ποιο βαθμό τα πίστεψαν; Σε ποιο βαθμό έχουν γίνει εδραίες αντιλήψεις; Το ερώτημα θα απαντηθεί όσο περνάμε στη μεταμνημονιακή εποχή. Και ίσως έχει έναν τέτοιο κρυφό συμβολισμό «τέλους εποχής» η κρίση των Ανεξάρτητων Ελλήνων του Καμμένου που στη δίνη της αντιμνημονιακής οργής αποτέλεσε το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ενός «παραληρηματικού πολιτικού λόγου και μιας παρανοϊκής θέασης του κόσμου», όπως θα έλεγε ο Ταγκιέφ. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα είναι έκπληξη αν δούμε ότι κατά βάθος οι πολίτες, ακόμη και στην κορύφωση της κρίσης, είχαν πιο ισορροπημένες αντιλήψεις από τις δημαγωγικές κορόνες των πολιτικών. Οπως άλλωστε πιο ορθολογικές και αξιοπρεπείς υπήρξαν και οι συμπεριφορές του μέσου πολίτη. Ούτε θα εκπλαγούμε αν εκδηλωθεί ένα πιεσμένο ώς τώρα μεταρρυθμιστικό δυναμικό, ένα αίσθημα αλληλεγγύης και ένα αίτημα ηθικότητας της δημόσιας ζωής, όπως συχνά συμβαίνει έπειτα από πολέμους και καταστροφές.
Το σίγουρο είναι ότι οδεύοντας στη μεταμνημονιακή εποχή η κοινωνία αναζητεί καινούργιες πολιτικές δυνάμεις για να απευθύνει αυτά της τα αιτήματα.
*Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα ΝΕΑ στις 29 Δεκεμβρίου του 2012.
Η χώρα οδεύει στη μεταμνημονιακή εποχή. Ο δημόσιος λόγος όλο και λιγότερο θα περιορίζεται στο μοτίβο «Μνημόνιο - Αντιμνημόνιο» που κυριάρχησε τα τελευταία δύο χρόνια. Η εθνική πολιτική ατζέντα θα γίνεται πιο σύνθετη. Εξηγούμαστε. Η Ελλάδα θα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό αυστηρή επιτήρηση προκειμένου να εκπληρώνει τις μνημονιακές της υποχρεώσεις, αλλά το σκηνικό θα αλλάζει επιταχυνόμενα και ουσιωδώς. Η ελληνική αβεβαιότητα μπορεί πλέον να επανέλθει μόνο...
...από εσωτερικό πολιτικό «ατύχημα», όπως π.χ. απρόβλεπτες εξελίξεις τύπου λίστα Λαγκάρντ. Ή από την παράταση του σημερινού επιπέδου ύφεσης και το 2013, γεγονός που θα καταστήσει ακυβέρνητη τη χώρα. Οι ειδικοί δίνουν λίγες πιθανότητες σε τέτοιο σενάριο. Αντιθέτως, μια μικρή έστω μείωση της κοινωνικής έντασης μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο νέας πολιτικής αστάθειας και να ανακόψει τον υφεσιακό κατήφορο. Σε αυτή την περίπτωση η ψυχολογία της κοινωνίας στο προσεχές μέλλον θα είναι μια διελκυστίνδα μεταξύ της αγωνίας των πιο αδύναμων στρωμάτων να τα βγάλουν πέρα, ιδίως το πρώτο εξάμηνο του 2013, και της τρεμάμενης αισιοδοξίας που θα προκαλούν η βελτίωση των δημοσιονομικών μεγεθών και η αργή αναθέρμανση της οικονομίας. Τα μεσαία στρώματα, ή ό,τι τούτο σημαίνει μετά τις μειώσεις των εισοδημάτων και το πάγωμα της αγοράς κατοικίας, θα διαμορφώσουν το κλίμα στην αρχή της νέας φάσης.
Το ποιοτικό σημείο στροφής είναι η απόφαση της ΕΕ να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ. Μεταφέρει την ευθύνη για την τύχη μας στα χέρια μας. Λογικά αυτό θα τροποποιήσει την εθνική πολιτική ατζέντα και το περιεχόμενο της κομματικής αντιπαράθεσης. Το σύνθημα «θα ακυρώσω το Μνημόνιο αλλά θα παραμείνω στο ευρώ» χάνει κάθε περιεχόμενο. Ο «αντιστασιακός» λόγος του Αντιμνημονίου έρχεται υποχρεωτικά αντιμέτωπος με το ερώτημα «τι προτείνετε;». Είναι μια ουσιώδης αλλαγή. Στη δίνη των δύο τελευταίων χρόνων, το «φάρμακο» έκανε να ξεχάσουμε την «ασθένεια» παρότι δεν την είχε θεραπεύσει. Το σοκ του Μνημονίου απώθησε τη χρεοκοπία που είχε προηγηθεί. Τώρα που σταθεροποιήθηκε σε ό,τι μας αφορά το ευρωπαϊκό πλαίσιο, έρχονται ξανά στην επιφάνεια οι εθνικές αιτίες της χρεοκοπίας. Τώρα ξέρουμε ότι η διέξοδος από την κρίση δεν γίνεται με μονομερείς «ταρζανιές» ούτε με καταστροφικές φυγές στη δραχμή, αλλά στο πλαίσιο της Ευρώπης, με τους κανόνες της Ευρώπης και την προσπάθεια βελτίωσης των συσχετισμών εντός αυτής. Εξίσου όμως καταλαβαίνουμε τώρα ότι η ανασυγκρότηση της χώρας είναι δικό μας πρόβλημα. Τρεις είναι οι προφανείς μεταρρυθμίσεις που η κοινωνία απαιτεί και θα ήταν πρόθυμη να στηρίξει. Αναδόμηση του κράτους και της δημόσιας διοίκησης. Ριζική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό. Αναπροσαρμογή του κράτους πρόνοιας ώστε να ανταποκριθεί στις νέες καταστάσεις ανισότητας και κοινωνικού αποκλεισμού που προκάλεσε η χρεοκοπία.
Είναι σαφές ότι η χώρα θα χρειαστεί χρόνο ώστε να επουλώσει το πολιτικό και ηθικό πλήγμα που έχει υποστεί στη διεθνή και στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Οι τελευταίες εξελίξεις όμως επανεντάσσουν βαθμιαία την Ελλάδα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι με όρους κράτους-μέλους και όχι προτεκτοράτου. Οταν αυτό αρχίσει να φαίνεται, θα σημειωθεί μια ουσιώδης συμβολική αλλαγή. Ταυτόχρονα, είναι ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα επιστρέφει σε μια ευρωζώνη που μετασχηματίζεται σε ορισμένη κατεύθυνση. Οι εθνικές δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές θα θεωρούνται αντικείμενα κοινού ευρωπαϊκού συμφέροντος, άρα θα υπόκεινται σε αντίστοιχες εποπτείες, ελέγχους, εγγυήσεις και ενισχύσεις. Ο χαρακτήρας της κοινής «οικονομικής διακυβέρνησης» θα είναι το μείζον διακύβευμα της ΕΕ. Οποιο όμως περιεχόμενο και αν λάβει, η Ελλάδα στη μεταμνημονιακή εποχή θα ανακτά μεν την αξιοπρέπειά της ως κράτος-μέλος, αλλά η άσκηση της εθνικής πολιτικής θα είναι ουσιαστικά ενσωματωμένη στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο. Στο προσεχές μέλλον οι ελληνικές κυβερνήσεις θα μπορούν να κάνουν την Ελλάδα «Κούγκι», αν το επιλέξουν, ή να τη μεταφέρουν στη Λατινική Αμερική, αλλά δεν θα μπορούν να τη χρεοκοπήσουν στα «μουλωχτά», όπως έγινε το 2008-2010.
Η βασική αλλαγή που αχνοφαίνεται και αρχίζει να καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις αφορά την αντίληψη των πολιτών για την κρίση. Αλλωστε, οι αντιλήψεις της κοινής γνώμης πέρασαν διάφορα στάδια. Αρχικά η πλειονότητα θεώρησε το Μνημόνιο αναγκαίο κακό και φάρμακο για τις παθογένειες που είχαν αναφανεί με τρόπο κραυγαλέο και εθνικά ατιμωτικό. Ολο το 2010 το ΠΑΣΟΚ διατήρησε την υπεροχή του. Η κατάσταση άλλαξε άρδην το 2011, όταν φάνηκε ότι οι περικοπές των εισοδημάτων δεν βελτίωναν την κατάσταση αλλά βάθαιναν την ύφεση. Σε μια κοινωνία που έχανε εισοδήματα, δουλειά και ελπίδα ήταν ψιλά γράμματα αν αυτό οφειλόταν στις περικοπές του Μνημονίου, στην αποφυγή των μεταρρυθμίσεων, στην έλλειψη ρευστότητας ή στη γενική αβεβαιότητα για το μέλλον της χώρας. Ο αντιμνημονιακός λόγος κυριάρχησε, ενώνοντας την οικονομικοκοινωνική απόγνωση με την οργή κατά των «πολιτικών». Η κοινή γνώμη υιοθέτησε κάθε σύνθημα που νομιμοποιούσε τα συναισθήματά της. Αποδέχτηκε εύκολες ερμηνείες με μακρά παράδοση στην ελληνική κοινωνία: «Φταίνε οι πάνω», «φταίει η ξενόδουλη ελίτ», και οπωσδήποτε «φταίνε οι ξένοι» είτε γιατί η κρίση είναι του καπιταλισμού και η Ελλάδα απλώς την υφίσταται είτε γιατί μας ψεκάζουν για να μας «πάρουν τα πετρέλαια». Σε ποιο βαθμό τα πίστεψαν; Σε ποιο βαθμό έχουν γίνει εδραίες αντιλήψεις; Το ερώτημα θα απαντηθεί όσο περνάμε στη μεταμνημονιακή εποχή. Και ίσως έχει έναν τέτοιο κρυφό συμβολισμό «τέλους εποχής» η κρίση των Ανεξάρτητων Ελλήνων του Καμμένου που στη δίνη της αντιμνημονιακής οργής αποτέλεσε το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ενός «παραληρηματικού πολιτικού λόγου και μιας παρανοϊκής θέασης του κόσμου», όπως θα έλεγε ο Ταγκιέφ. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα είναι έκπληξη αν δούμε ότι κατά βάθος οι πολίτες, ακόμη και στην κορύφωση της κρίσης, είχαν πιο ισορροπημένες αντιλήψεις από τις δημαγωγικές κορόνες των πολιτικών. Οπως άλλωστε πιο ορθολογικές και αξιοπρεπείς υπήρξαν και οι συμπεριφορές του μέσου πολίτη. Ούτε θα εκπλαγούμε αν εκδηλωθεί ένα πιεσμένο ώς τώρα μεταρρυθμιστικό δυναμικό, ένα αίσθημα αλληλεγγύης και ένα αίτημα ηθικότητας της δημόσιας ζωής, όπως συχνά συμβαίνει έπειτα από πολέμους και καταστροφές.
Το σίγουρο είναι ότι οδεύοντας στη μεταμνημονιακή εποχή η κοινωνία αναζητεί καινούργιες πολιτικές δυνάμεις για να απευθύνει αυτά της τα αιτήματα.
*Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα ΝΕΑ στις 29 Δεκεμβρίου του 2012.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να μην υπάρχουν μηνύματα υβριστικού περιεχομένου.