Στις 15 Μαϊου 1952 ο οραματιστής και πρωτοπόρος επιχειρηματίας Πρόδρομος Αθανασιάδης Μποδοσάκης του οποίου, η διορατικότητα, το επιχειρηματικό πνεύμα και το πάθος του για την πατρίδα ήταν αδιαμφισβήτητα έγραφε: Σήμερα ανοίχθηκαν οι φάκελοι του διεθνούς διαγωνισμού και αναδειχθήκαμε εμείς πλειοδότες. Αγωνίσθηκα στήθος προς στήθος με τους Ιταλούς, οι οποίοι, βάσει ορισμένων δικαιωμάτων τους από την περίοδο της Κατοχής, διεκδικούσαν για τον εαυτό τους τα μεταλλεία. Η Λάρυμνα παρ΄ ολίγον να χαθεί για την Ελλάδα. Το Υπουργείο Συντονισμού προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό, αν και υπήρχαν ελληνικές προτάσεις για την εκμετάλλευση του μεταλλείου και παρ΄ όλο που γνώριζαν ότι το νικέλιο είναι στρατηγικό μέταλλο, το οποίο δεν θα έπρεπε να περιέλθει σε ξένους. Ευτυχώς που τελικά κερδίσαμε την υπόθεση. Τώρα ανοίγεται για την ελληνική οικονομία λαμπρή προοπτική. Έχω πλήρη συναίσθηση ότι αναλαμβάνω μεγάλη ευθύνη, αλλά, επειδή πρόκειται για καθαρά εθνική υπόθεση, την αναλαμβάνω με αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση.
Μια νέα αισιόδοξη εποχή άρχιζε για την αξιοποίηση του ορυκτού μας πλούτου, χρειάστηκε όμως να παρέλθουν αρκετά χρόνια έως ότου η προσπάθεια αυτή αποδώσει. Η επένδυση πέρασε από σαράντα κύματα, η μέθοδος Krupp που χρησιμοποιήθηκε αρχικά δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, με αποτέλεσμα να υπάρξει σύγκρουση μεταξύ του Μποδοσάκη και του Krupp, να βαλτώσει η επένδυση και να κινδυνεύσει να ακυρωθεί πριν ολοκληρωθεί.
Στο διάστημα αυτό οι μεγαλύτεροι παραγωγοί νικελίου παγκόσμια, η καναδική International Nickel Company of Canada και η γαλλική Societe Le Nickel, εκδήλωσαν έντονο ενδιαφέρον για τη Λάρυμνα και τα κοιτάσματά της. Οι δυσκολίες που αντιμετώπιζε την περίοδο εκείνη ο Μποδοσάκης, τον οδήγησαν να εξετάσει την περίπτωση συνεργασιών, βέβαια η οποιαδήποτε συνεργασία δεν ήταν απλή υπόθεση και μάλιστα όταν η επιδίωξη των ξένων ήταν η απόκτηση της απόλυτης πλειοψηφίας της εταιρίας, για το λόγο αυτό ο Μποδοσάκης έκρινε απαραίτητο να ενημερώσει την ελληνική κυβέρνηση και να πληροφορηθεί τις απόψεις της για πιθανή συνεργασία με ξένες εταιρίες. Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης ήταν να γίνει αποδοχή της πρότασης των ξένων και να προχωρήσει η συνεργασία.